Στο Pro News Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων.

Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία από εμάς και τους συνεργάτες μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν συναινέσετε ή να αρνηθείτε να συναινέσετε. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αρνηθείτε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις σας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο. Μπορείτε πάντα να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο ή επισκεπτόμενοι την πολιτική απορρήτου μας.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας.Δες περισσότερα εδώ.
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ

Το μυστήριο του τάφου του Μεγάλου Αλεξάνδρου…

Πριν από τον θάνατό του, ο Μεγάλος Αλέξανδρος είχε εκφράσει την επιθυμία να τον θαψουν στην Όαση της Σίβα, κοντά στον ουράνιο πατέρα του, τετρακόσια μίλια δυτικά από την κοιλάδα του Νείλου.

Έτσι, όταν καθορίστηκαν οι λεπτομέρειες της ταφής του στη Βαβυλώνα, αποφασίστηκε να μεταφερθεί η σορός του βασιλέως στην Αίγυπτο, ώστε να μείνει για πάντα μέσα στον ναό του Άμμωνος Διός.

Η πομπή, που θα σχηματιζόταν για να μετεφέρει τον νεκρό, ήταν πρωτοφανής σε μεγαλοπρέπεια. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης δίνει στο βιβλίο του μία έξοχη εικόνα του καταπληκτικού εκείνου θεάματος, «που ήταν απίστευτα θαυμαστό, ώστε να μπορεί κανείς με λόγια να το περιγράψει.»

Στα τέλη του 322 π.Χ. η πολυτελέστατη πομπή ξεκίνησε από την Βαβυλώνα για την Αίγυπτο. Θα περνούσε από τη Δαμασκό. Ο Πτολεμαίος, ο άρχοντας της Αιγύπτου, κι ο στρατός του πήγαν στα σύνορα της Συρίας, δήθεν για να προϋπαντήσουν τη συνοδεία και να προσφέρουν τις ύστατες τιμές στον αξέχαστο αρχηγό, στην πραγματικότητα όμως για να εμποδίσει το στρατό του Περδίκκα να μπει στη δική του επικράτεια.

Με αυτόν τον τρόπο κατάφερε ο Πτολεμαίος να γίνει κύριος του νεκρού Αλέξανδρου, που θα ήταν το πολυτιμότερο, το εντυπωσιακότερο λείψανο των περασμένων, για το κράτος της Αιγύπτου. Μετέφερε αμέσως τη σορό στη Μέμφιδα, όπου και την έθαψε κατά τα μακεδονικά έθιμα, σε μία τετράπλευρη μεγαλόπρεπη σαρκοφάγο.

Μερικοί τάφοι που είχαν ανακαλυφθεί στην Αλεξάνδρεια, αυτής της περιόδου, έδιναν τη δυνατότητα να σχηματιστεί μία ιδέα της εικόνας, που θα παρουσίαζε το μνημείο του Αλέξανδρου. Μία ανοιχτή τετράπλευρη αυλή μ’ ένα μικρό σκεπαστό χώρο στο βάθος, στον τύπο μικρού «μεγάρου» και καταμεσής του, η τετράπλευρη βασιλική σαρκοφάγος.

Φυσικά, η διακόσμηση και η σκευή του τάφου θα πρέπει να ήταν καταπληκτική, όχι μόνο γιατί ο νεκρός ήταν ο Αλέξανδρος, αλλά και γιατί είχε ανακηρυχθεί θεός. Ο Πτολεμαίος ο Β’ ο Φιλάδελφος λογάριασε να κάνει τον τάφο εκείνο το πιο σημαντικό κέντρο της νέας πρωτεύουσας της Αιγύπτου και να τον μεταφέρει στην Αλεξάνδρεια.

Ο τελικός τάφος του μεγάλου κατακτητή έμεινε γνωστός με δύο ονομασίες: ή ως «σήμα», που σημαίνει τον ίδιο τον τάφο, ή «σώμα». Όλοι οι αρχαίοι συγγραφείς φαίνονται να συμφωνούν πως ο Αλέξανδρος θάφτηκε στην Αίγυπτο, στην πόλη που ο ίδιος είχε ιδρύσει, πλάι στη Μεσόγειο Θάλασσα. Ωστόσο, αργότερα, δημιουργήθηκε ένας θρύλος, που ακόμη είναι πιστευτός, γύρω από τη λεγόμενη Σαρκοφάγο του Αλέξανδρου, που βρέθηκε στη Σιδώνα και είναι ένα από τα μεγαλύτερα στολίδια του Μουσείου της Κωνσταντινούπολης. Πιστεύτηκε πως αυτή είχε κάποτε φιλοξενήσει τη σορό του περίφημου Μακεδόνα στρατηγού.

Το μνημείο αυτό είναι στολισμένο με ωραιότατα ανάγλυφα, όπου το πρόσωπο και ο θρύλος του Αλέξανδρου παίζουν μεγάλο ρόλο. Η λαϊκή παράδοση τον προσδιόρισε ως μνήμα του, άγνωστο από πότε.

Στην Αλεξάνδρεια, ο τάφος είχε τοποθετηθεί σ’ ένα χώρο κλειστό, τετράπλευρο, που ένας τοίχος τον έκλεινε και τον χώριζε από την υπόλοιπη πόλη. Στον κυρίως τάφο, έμπαινε κανείς περνώντας μία σκάλα στην αρχή κι ύστερα, μία τετράπλευρη αυλή, για να φτάσει στο δωμάτιο που περιείχε την σαρκοφάγο και θα πρέπει σίγουρα να ήταν υπόγειο.

Πάνω ακριβώς από τον υπόγειο αυτόν τάφο, είχε στηθεί ένας ναός πρόστυλος. Αργότερα, εκεί ολόγυρα, δημιουργήθηκαν άλλοι τάφοι βασιλέων και πριγκήπων της οικογένειας των Πτολεμαίων. Δεν είναι γνωστό αν όλοι τους θέλησαν μετά τον θάνατό τους να καούν, να ταφούν απλώς ή να ταριχευθούν. Από λίγες πληροφορίες του ιστορικού Πολύβιου, είναι γνωστό πως η σποδός του Πτολεμαίου Β’ και της συζύγου του Αρσινόης είχαν τοποθετηθεί μέσα σε αργυρές ταφικές υδρίες. Ο Δίων ο Κάσσιος σημειώνει ότι η Κλεοπάτρα είχε βαλσαμωθεί.

Κοντά στο «σήμα» του Αλέξανδρου, ο Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος κατασκεύασε τον τάφο των γονέων του, του Πτολεμαίου του Πρώτου και της Βερονίκης. Ο Πτολεμαίος, πάλι, ο Φιλοπάτωρ, λογάριαζε να συγκεντρώσει σ’ ένα μεγάλο μασυωλείο όλους τους προγόνους του, μαζί και τον Αλέξανδρο. Κοντά σ’ αυτό το συλλογικό μαυσωλείο, υψώθηκαν σιγά-σιγά άλλα ιδιωτκά μαυσωλεία για τους διαδόχους του Φιλοπάτορος.

Παραπλησίως, βρίσκονταν οι τάφοι και της Κλεοπάτρας και του Αντώνιου. Πιθανόν μέσα να ήταν πλάι στον Ναό της Ίσιδος Πλουσίας, στο βόρειο μέρος της σημερινής οδού Νάμπι Ντάνιελ, στην Αλεξάνδρεια.

Τη χρυσή λάρνακα, που περιείχε το σώμα του Αλέξανδρου, την αντικατέστησε ο Πτολεμαίος Θ’ (139 – 81 π.Χ.) με γυάλινη. Σε εποχές μεγάλης κρατικής πενίας, όλοι οι θησαυροί των τάφων των βασιλέων χρησιμοποιήθηκαν, για να βοηθήσουν στην ύπαρξη και διατήρηση του κράτους.

Θεωρούνταν σίγουρο ότι οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες πρέπει να σεβάστηκαν τον τάφο του Αλέξανδρου, που εξακολουθούσαν να τον λατρεύουν σαν θεό, αρκετά χρόνια μετά τη Ρωμαϊκή κατάκτηση της Αιγύπτου. Ο Οκταβιανός Αύγουστος πήγε και προσκύνησε στον τάφο του Αλέξανδρου. Υπήρχε, μάλιστα, η πληροφορία πως θέλησε να αγγίξει τον νεκρό του βασιλιά και του έτριψε λίγο την μύτη, όπως συνηθιζόταν. Έβαλε ένα χρυσό στέμμα στο κεφάλι του και σκέπασε το κορμί του με φρέσκα λουλούδια.

Ο Σεβήρος γέμισε τη σαρκοφάγο με όσους παπύρους κατόρθωσε να βρει, σχετικούς με θέματα επιστήμης ή μυστηρίων.

Ο Καρακάλλας πρόσφερε τα κοσμήματά του και τον μανδύα του. Δυστυχώς, στο τέλος του 3ου μ.Χ. αιώνα, την περίοδο των επαναστάσεων και των εμφυλίων πολέμων (επί Αυρηλιανού και Διοκλητιανού), που προκάλεσαν την καταστροφή ολόκληρης της πόλης, τα κτίρια της βασιλικής νεκρόπολης αφανίστηκαν ολότελα.

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, σ’ έναν από τους λόγους του, εκφράζει την απορία του, αν είναι δυνατόν να βρεθεί ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αργότερα, έγιναν έρευνες και αναφέρεται από τις πηγές ότι ολόκληρος θησαυρός χρυσού ήρθε στο φως, σύγχρονος με την εποχή του Αλέξανδρου.

Ο Λέων ο Αφρικανός, Άραβας γεωγράφος, που γεννήθηκε στη Γρανάδα το 1483 κι επισκέφθηκε την Αίγυπτο το 1517, έγραψε: «Μου είπαν ότι σε κάποιο μικρό σπίτι, που μένει όρθιο ανάμεσα σε ερείπια και μοιάζει με εκκλησία, έχει διατηρηθεί το σώμα του Αλέξανδρου, μεγάλου προφήτη και βασιλέως. Πολλοί ξένοι έρχονταν άλλοτε από μακριά, για να δουν και να προσκυνήσουν αυτό τον τάφο, προσφέροντας πολύτιμα δώρα.»

Ο περιηγητής Μάρμολ αναφέρει ότι το ταφικό οικοδόμημα βρισκόταν στο κέντρο της πόλης, όχι μακριά από την εκκλησία του Αγίου Μάρκου. Η κοπτική αυτή εκκλησία βρισκόταν ακριβώς στην οδό Νάμπι Ντάνιελ, σε ένα σημείο που απείχε 300 μέτρα μόλις από το Κομ-Ελ-Ντέμας, τον χώρο όπου άλλοτε είχαν βρεθεί, κατά την παράδοση, πολύτιμα ταφικά κτερίσματα της εποχής του Αλέξανδρου.

Έτσι, όλα τα διαθέσιμα στοιχεία οδηγούσαν στην άποψη πως εκεί κάπου, στο Κομ-Ελ-Ντέμας, βρισκόταν ο τάφος του μεγάλου Μακεδόνα βασιλιά, ίσως και κάτω από το Τζαμί του Νάμπι Ντάνιελ.

Αν πιστέψει κανείς σ΄αυτή την άποψη, δε μπορεί να δώσει πίστη στις διηγήσεις του Σκυλίτση, διερμηνέα του Ρωσικού Προξενείου στην Αλεξάνδρεια. Αυτός ανέφερε ότι στα 1850 μπήκε «σε υπόγεια στοά του τζαμιού και είδε μέσα από την κλειδαρότρυπα μίας ξύλινης πόρτας, σ’ ένα είδος γυάλινης θήκης, ένα σώμα που στο κεφάλι του ξεχώριζε ένα χρυσό διάδημα. Πολλοί πάπυροι και διάφορα βιβλία βρίσκονταν σκορπισμένα ολόγυρα.»

Ολόκληρη αυτή η ιστορία ήταν καθαρή φαντασία. Ο Σκυλίτσης είχε διαβάσει τον Στράβωνα και τον Δίωνα Κάσσιο, που περιέγραφαν τη γυάλινη σαρκοφάγο και μιλούσαν για τους παπύρους, που είχε αποθέσει μέσα στη σαρκοφάγο ο Αυτοκράτορας Σεπτίμιος Σεβήρος. Θα ήταν ποτέ δυνατόν να βρεθεί ένα μνημείο τόσο εύθραστο, τέλεια διατηρημένο, μέσα στα ερείπια των υπογείων διαδρόμων, που ο Μαχμούτ Ελ Φαλάκι τους βρήκε γεμάτους πέτρες και σπασμένα μάρμαρα; Και πώς θα γινόταν να έχουν διατηρηθεί βιβλία και πάπυροι σε καλή κατάσταση, τη στιγμή που είναι γνωστό ότι με την υγρασία που υπάρχει στο Δέλτα του Νείλου, τίποτα δε μπορεί να κρατηθεί;

Οι παρατηρήσεις του Μαχμούτ Ελ Φαλάκι ήταν αξιοσημείωτες. Ήταν περίφημος αστρονόμος και στα 1866 ανέλαβε να κάνει ανασκαφικές εργασίες στην Αλεξάνδρεια. Τα αποτελέσματά τους αναφέρονται από τον Ναπολέοντα Γ’ στην Ιστορία που έγραψε για τον Ιούλιο Καίσαρα.

«Καθώς επισκέφθηκα την κρύπτη του κτιρίου (του Τζαμιού Νάμπι Ντάνιελ), μπήκα σ’έναν πελώριο θολωτό διάδρομο, που ήταν κατασκευασμένος στο ύψος ακριβώς του εδάφους της αρχαίας πόλης. Από τον πλακόστρωτο αυτό διάδρομο ξεκινούσαν προς τέσσερις κατευθύνσεις άλλοι θολωτοί διάδρομοι, που δεν ήταν δυνατόν να τους επισκεφτώ, γιατί ήταν πολύ μακριοί και σε πολύ κακή κατάσταση. Η εξαιρετική όμως ποιότητα της λιθοδομής και μερικές άλλες ιδιοτυπίες που παρατήρησα, με έπεισαν πως αυτοί οι υπόγειοι διάδρομοι θα έπρεπε να οδηγούν στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Πήρα την απόφαση αργότερα να κοιτάξω να ερευνήσω καλύτερα τον τόπο, δυστυχώς όμως, είχε δοθεί εντολή να κλείσουν με τοίχους τα περάσματα».

Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», στις 16/06/1960…

Tags
Back to top button