Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η Τουρκία αποτελεί την υπ'αριθμόν 1 απειλή για την Ελλάδα από το 1974 και εντεύθεν, με τρείς (3) στρατιωτικές κρίσεις, 1987,1996, 2020 να έχουν σημειωθεί την εν λόγω περίοδο με τη χώρα μας.
Ωστόσο τα τελευταία χρόνια με τον Ερντογάν στο τιμόνι της Τουρκίας, υπάρχει μια διαρκώς αυξανόμενη ποιοτική αναβάθμιση της Τουρκικής απειλής για την Ελλάδα, η οποία εδράζεται σε δύο κύριους πυλώνες.
Οι δύο (2) πυλώνες ραγδαίας αναβάθμισης της τουρκικής απειλής κατά της Ελλάδας
Αυτοί είναι πρώτον η ραγδαία ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας της με αποτέλεσμα την ανεξαρτητοποίησή της σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη Δύση , γεγονός που έχει ως επακόλουθο την αυτονόμηση της εξωτερικής της πολιτικής και δεύτερον η στρατικοποίηση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, με τακτικότατη χρήση των Ενόπλων Δυνάμεων της εν λόγω χώρας σε πολεμικές αποστολές εκτός των συνόρων, με απότοκο την απόκτηση σύγχρονης πολεμικής εμπειρίας.
Στο θέμα αναφέρεται , το οποίο επισημαίνει σχετικά ότι κατά την περίοδο του ΑΚΡ, το τουρκικό στρατιωτικό-βιομηχανικό συγκρότημα έχει περάσει από δύο βασικά στάδια ανάπτυξης που ήταν, η σταδιακή εξάλειψη της εξωτερικής εξάρτησης συνδυαστικά με την ανάπτυξη του εσωτερικού δυναμικού της χώρας και η είσοδος των προϊόντων της στη διεθνή αγορά.
Η στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης συνοδεύτηκε από την αποδυνάμωση του ρόλου των Ενόπλων Δυνάμεων και των στρατιωτικών θεσμών στο εσωτερικό πολιτικό σύστημα.
Η προσέγγιση της χρήσης στρατιωτικής δύναμης στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας έχει γίνει πιο περίπλοκη και ταυτόχρονα η σημασία της και οι πιθανές επιλογές της έχουν αυξηθεί.
Η προληπτική χρήση του τουρκικού στρατού εκτός συνόρων
Από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000, ο στρατός ήταν ένα αποτελεσματικό εργαλείο για να επηρεάσει τη λήψη αποφάσεων τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική πολιτική. Προσδιόριζε την ικανότητα μιας συγκεκριμένης πολιτικής δύναμης να εδραιώσει την εξουσία στη χώρα και ήταν ένα από τα κύρια εμπόδια για να αποκτήσουν νομική επιρροή φιλοϊσλαμικά κόμματα και κινήματα.
Επιπλέον, ο στρατός ήταν εγγυητής της πολιτικής σταθερότητας στη χώρα και παρενέβη άμεσα στις πολιτικές διαδικασίες περισσότερες από μία φορές (το 1960, το 1971 και το 1980).
Κατά τη διάρκεια της θητείας του ΑΚΡ στην Τουρκία, η λειτουργία του στρατού ως πολιτικός θεσμός άλλαξε.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, ο στρατός έπαιξε πρωτίστως τον ρόλο του οργάνου για τη διαμόρφωση ενός αυτόνομου μοντέλου εξωτερικής πολιτικής σύμφωνα με τα εθνικά και όχι τα συλλογικά συμφέροντα.
Η φύση των δραστηριοτήτων της έχει αλλάξει, με τη μετάβαση από τη διαχείριση κινδύνων και τη λήψη μέτρων εντός της Τουρκίας, σε μια στρατηγική χρήσης του στρατού με προληπτικό τρόπο εκτός των συνόρων της χώρας.
Ωστόσο, η διαδικασία διάλυσης των θεσμών στρατιωτικής επιρροής εντός του πολιτικού συστήματος δεν έχει αποδυναμώσει τον τουρκικό στρατό ως προς την μαχητική του αποτελεσματικότητα.
Αντίθετα, συνοδεύτηκε από ενίσχυση του στρατού ως αποτελεσματικού μέσου εξωτερικής πολιτικής, δεδομένου του ήδη υψηλού δυναμικού των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων ως των δεύτερων πιο ισχυρών μεταξύ των μελών του ΝΑΤΟ.
Τεράστια η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών στην Τουρκία
Οι στρατιωτικές δαπάνες της Τουρκίας από το 2024 ήταν το ρεκόρ 1 τρισεκατομμυρίων 133 δισεκατομμυρίων τουρκικών λιρών, που κατά τη στιγμή της έγκρισης του προϋπολογισμού ήταν ίσο με περισσότερα από 40 δισεκατομμύρια δολάρια.
Πρόκειται για περίπου 8,8% του προϋπολογισμού της χώρας και υποδηλώνει αύξηση άνω του 150% σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό του 2023.
Ραγδαία η ανάπτυξη της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας
Παράλληλα το τουρκικό στρατιωτικό-βιομηχανικό συγκρότημα έχει σημειώσει ραγδαία ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το 2023, το ποσοστό της εθνικής συνιστώσας στο τουρκικό στρατιωτικό-βιομηχανικό συγκρότημα ήταν 80% και μέχρι το 2028 ο δείκτης αυτός αναμένεται να αυξηθεί στο 85%, όταν το 2002 ήταν μόνο το 25%.
Ωστόσο δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για πλήρη αυτονομία του τουρκικού στρατιωτικού-βιομηχανικού συγκροτήματος, αφού η εξάρτηση από τη συνεργασία με τις χώρες του ΝΑΤΟ και οι εισαγωγές παραμένουν σε κάποιους κρίσιμους τομείς.
Σύμφωνα με το SIPRI, η Τουρκία κατατάχθηκε στην 11η θέση μεταξύ των 25 μεγαλύτερων προμηθευτών στον κόσμο συμβατικών όπλων το 2019-2023.
Οι εξαγωγές άμυνας και αεροδιαστημικής της Τουρκίας έφτασαν το ρεκόρ των 5,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2023, αυξημένες κατά 27% από το 2022.
Τα τελευταία χρόνια, η Τουρκία έχει επικεντρωθεί στην ανάπτυξη μη επανδρωμένων εναέριων συστημάτων.
Τα τουρκικά UAV, κυρίως τα ANKA και Bayraktar TB-2, έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητά τους στην περιοχή στη Συρία και τη Λιβύη, γεγονός που έχει προσελκύσει την προσοχή ενός ευρέος φάσματος χωρών στις προμήθειες τους.
Χώρες όπως το Κατάρ, η Τυνησία, το Μαρόκο και η Σαουδική Αραβία διαθέτουν ήδη από μία έως πολλές δεκάδες τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη.
Ωστόσο, στην πραγματικότητα, οι στόχοι που διακηρύσσονται στο πλαίσιο της ανάπτυξης του στρατιωτικού-βιομηχανικού συγκροτήματος συχνά αντιμετωπίζουν μια ασυμφωνία μεταξύ της οικονομικής και τεχνολογικής βάσης της χώρας για την επίτευξή τους.
Τα παραπάνω θα πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψιν από τη χώρα μας η οποία μετά την Διακήρυξη των Αθηνών πέρυσι, έχει επιτείνει τον διάλογο με την Τουρκία για εξεύρεση πρόσφορου εδάφους προκειμένου να οριοθετήσει μαζί της την ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα σε Αιγαίο και ΝΑ Μεσόγειο.
Ωστόσο ο Τούρκος ΥΠΕΞ θέλει να φέρει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων όλες τις ανυπόστατες διεκδικήσεις σε βάρος μας, ενώ σημειωτέον οι "γείτονες" δεν έχουν αποσύρει το Casus Belli σε βάρος μας.
Τέλος σε πρόσφατες δηλώσεις του ο Τούρκος ΥΠΑΜ απόστρατος Στρατηγός Γκιουλέρ, πρόσφατα έκανε εμπρηστικές δηλώσεις αναφορικά με τα Ελληνοτουρκικά, απειλώντας εμμέσως πλην σαφώς με προληπτική ενέργεια σε βάρος μας εφόσον αντιληφθεί ότι θίγονται τα συμφέροντα της χώρας του στο Αιγαίο, επαναφέροντας το σκεπτικό του Ερντογάν "θα ρθούμε ένα βράδυ ξαφνικά".
Εκτίμησή μας είναι ότι η όψιμη τουρκική διαλακτικότητα και ο διάλογος μαζί μας είναι παντελώς επίπλαστος, έχοντας ως σκοπό να λειτουργήσει ως επίφαση για προληπτική στρατιωτική ενέργεια στο Αιγαίο εναντίον μας, εφόσον αφενός δεν ικανοποιηθούν οι αξιώσεις τους σε βάρος μας και αφετέρου το επιτρέψει η Διεθνής συγκυρία για αυτό και συνιστούμε την μέγιστη δυνατή επαγρύπνηση.