Η υπόθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα παραμένει η πιο δύσκολη και μακροχρόνια διαμάχη στην ιστορία του Βρετανικού Μουσείου. Παρά τις κατά καιρούς διαρροές που δημιουργούν κλίμα προσδοκιών, η ουσιαστική πρόοδος παραμένει ελάχιστη. Ωστόσο, ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου, Τζορτζ Όσμπορν, εμφανίζεται ξανά αισιόδοξος ότι μια συμφωνία με την Ελλάδα είναι εφικτή - εφόσον και οι δύο πλευρές προσέλθουν «με ανοιχτό μυαλό».
«Το πιο δυσεπίλυτο πρόβλημα εδώ και 200 χρόνια»
Σε συνέντευξή του στους Times, ο Όσμπορν παραδέχθηκε πως το ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι το μεγαλύτερο αγκάθι του Βρετανικού Μουσείου. «Πάντα έλεγα ότι αυτό ήταν το πιο δυσεπίλυτο πρόβλημα του μουσείου εδώ και 200 χρόνια», σημείωσε χαρακτηριστικά.
«Οπότε πρέπει να είσαι λίγο ταπεινός όταν εμφανίζεσαι και λες ότι θα το λύσεις. Αλλά εξακολουθώ να είμαι αρκετά αισιόδοξος», είπε.
«Αν όλοι αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα με ανοιχτό μυαλό, υπάρχει μια ζώνη προσγείωσης που ικανοποιεί τις απολύτως κατανοητές απαιτήσεις του ελληνικού κράτους και τις δικές μας απαιτήσεις και νόμους. Και αν το πετύχουμε, θα έχουμε μερικά σπουδαία αντικείμενα να έρχονται εδώ», συμπλήρωσε.
Αισιοδοξία παρά το αδιέξοδο
Παρά την απουσία χειροπιαστής προόδου, ο Όσμπορν επιμένει ότι μια λύση είναι δυνατή. Τονίζει ότι αν οι διαπραγματεύσεις γίνουν «με ανοιχτό μυαλό» υπάρχει «μια ζώνη προσγείωσης» που μπορεί να ικανοποιήσει τόσο τις ελληνικές απαιτήσεις όσο και τις νομικές δεσμεύσεις του Βρετανικού Μουσείου.
Η ιδέα μιας «ζώνης προσγείωσης» έχει χρησιμοποιηθεί αρκετές φορές από τον Όσμπορν για να περιγράψει μια πιθανή συμφωνία δανεισμού: μια φόρμουλα που θα επιτρέψει η Ελλάδα να παρουσιάσει τα Γλυπτά στην Αθήνα, χωρίς το Λονδίνο να αναγνωρίσει επίσημα ότι χάνει την κυριότητα.
Κάθε τόσο, αναζωπυρώνονται οι ελπίδες ότι η επιστροφή των Γλυπτών είναι κοντά. Το ελληνικό αίτημα παραμένει διαχρονικό: πλήρης και μόνιμη επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Μουσείο Ακρόπολης.