Ανεξάρτητα από το πόσο καλά κοιμάται το βράδυ ένας άνθρωπος, την επόμενη μέρα μετά βίας μπορεί να σηκωθεί από το κρεβάτι του και του είναι ιδιαίτερα δύσκολο να κάνει το οτιδήποτε, διότι νιώθει το κεφάλι του βαρύ και το σώμα του καταβεβλημένο. Σχεδόν αδυνατεί να βουρτσίσει τα δόντια του, να φτιάξει πρωινό, πόσο μάλλον να πάει στη δουλειά του ή να ασχοληθεί με τις δουλειές του σπιτιού. Η άσκηση, το διάβασμα ενός βιβλίου, η ενασχόληση με οποιοδήποτε χόμπι και η επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους φαντάζει σχεδόν αδύνατη και καθώς η μέρα προχωρά μπορεί να αρχίσουν να κάνουν την εμφάνισή τους και άλλα συμπτώματα όπως η ζάλη, η λιποθυμία, ο πονοκέφαλος και η εξουθενωτική κόπωση. Κάπως έτσι είναι η ζωή των ανθρώπων που ζουν με μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα / σύνδρομο χρόνιας κόπωσης (ME/CFS) και σύμφωνα με μια νέα έκθεση, υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι που βιώνουν αυτή την κατάσταση, σύμφωνα με το wikihealth.gr.
Οι ερευνητές υπολόγιζαν ότι περίπου 836.000 με 2,5 εκατομμύρια Αμερικανοί ζούσαν μέχρι στιγμής με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης. Αλλά, νέα δεδομένα που ήρθαν στο φως από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), δείχνουν ότι σχεδόν 3,3 εκατομμύρια Αμερικανοί ζούσαν με την εν λόγω πάθηση από το 2021 μέχρι το 2022. Σύμφωνα με τη συγγραφέα της νέας έκθεσης, Elizabeth Unger, MD, PhD, αυτή η είδηση δεν προκαλεί καμία έκπληξη, αλλά πλέον είναι και επίσημα γνωστό ότι οι ασθενείς που ταλαιπωρούνται από μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα / σύνδρομο χρόνιας κόπωσης υποδιαγιγνώσκονται.
Τι είναι η μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα / σύνδρομο χρόνιας κόπωσης (ME/CFS);
Η μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα (ME) και το σύνδρομο της χρόνιας κόπωσης (CFS) είναι δύο όροι που χρησιμοποιούνται συνήθως εναλλακτικά. Ο όρος μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα προέκυψε από μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το Royal Free Hospital στην Αγγλία το 1955. Σύμφωνα με τους ειδικούς, δεν υπάρχει μεγάλη διάκριση ανάμεσα στις δύο καταστάσεις υγείας, διότι οι δύο τους αλληλεπικαλύπτονται, επομένως οι γιατροί χρησιμοποιούν τον οποιοδήποτε όρο εναλλακτικά ή και τους δύο μαζί.
Κέντρο Υγείας Αλεξάνδρας: Ενεργειακή αναβάθμιση άνω των 5.000.000 ευρώ
Η μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα / σύνδρομο χρόνιας κόπωσης (ME/CFS), πέραν από την εξουθενωτική κόπωση, προκαλεί και άλλα συμπτώματα όπως τα ακόλουθα:
-Δυσκολία στη σκέψη και τη συγκέντρωση
-Συχνός πονοκέφαλος
-Ζάλη
-Μυϊκός πόνος
-Πόνος στις αρθρώσεις
Σύμφωνα με την Alba Azola, αναπληρώτρια καθηγήτρια φυσικής ιατρικής και αποκατάστασης στο Johns Hopkins, τα πιο πάνω συμπτώματα περιορίζουν τη λειτουργικότητα και τη καθημερινή ζωή των ανθρώπων, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορούν να εργαστούν, να φροντίσουν τα παιδιά τους, να καθαρίσουν το σπίτι ή να κάνουν οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, που άλλοτε έκαναν με ευκολία.
Ποιοι άνθρωποι είναι πιο επιρρεπείς να αναπτύξουν σύνδρομο χρόνιας κόπωσης;
Όπως αναφέρουν οι επιστήμονες, ο οποιοσδήποτε μπορεί να αναπτύξει σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, όμως υπάρχουν ορισμένοι άνθρωποι που είναι πιο επιρρεπείς συγκριτικά με άλλους.
Σύμφωνα με την έκθεση του CDC:
-Οι γυναίκες διατρέχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, συγκριτικά με τους άνδρες.
-Τα μεγαλύτερα άτομα διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν σύνδρομο χρόνιας κόπωσης και συγκεκριμένα, πρώτοι στη λίστα κινδύνου έρχονται οι ενήλικες 60 έως 69 ετών και δεύτεροι οι ενήλικες 50 έως 59 ετών.
-Τα άτομα με οικογενειακό εισόδημα κάτω του 100% του ορίου της φτώχειας, σύμφωνα με την έκθεση, αντιστοιχούσαν σε υψηλότερο ποσοστό ατόμων με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης.
-Τα άτομα που ζουν σε αγροτικά μέρη διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο συνδρόμου χρόνιας κόπωσης.
Μπορεί η νόσος COVID-19 να προκαλέσει σύνδρομο χρόνιας κόπωσης;
Μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα, έχουν διαπιστώσει ότι οι ασθενείς που είχαν νοσήσει ήπια με COVID-19 και δεν νοσηλεύτηκαν, αλλά είχαν εμφανίσει μακροχρόνια συμπτώματα για έξι μήνες μετά την ανάρρωσή τους, πληρούν τα κριτήρια ανάπτυξης συνδρόμου χρόνιας κόπωσης. Ορισμένα από αυτά τα μακροχρόνια συμπτώματα είναι η επίμονη κόπωση και η γνωστική δυσλειτουργία, που αποτελούν ταυτόχρονα συμπτώματα και του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης.
Ποιες είναι οι αιτίες του συνδρόμου της χρόνιας κόπωσης;
Οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν ακόμη τι προκαλεί μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα / σύνδρομο χρόνιας κόπωσης (ME/CFS), αλλά πιθανολογούν ότι υπάρχουν περισσότερες από μια αιτίες και ως εκ τούτου οι ασθενείς που ταλαιπωρούνται από τη συγκεκριμένη ασθένεια, έχουν διαφορετικά αίτια.
Πώς γίνεται διάγνωση του συνδρόμου της χρόνιας κόπωσης;
Για τη διάγνωση της μυαλγικής εγκεφαλομυελίτιδας / συνδρόμου χρόνιας κόπωσης (ME/CFS), ο γιατρός θα ρωτήσει αρχικά να ενημερωθεί για το ιατρικό ιστορικό του ασθενή και το οικογενειακό ιστορικό του, ακολούθως θα πραγματοποιήσει μια πλήρη φυσική εξέταση και θα εξετάσει την πνευματική του κατάσταση και θα παραπέμψει για εξετάσεις αίματος, εξετάσεις ούρων και άλλες.
Στη συνέχεια ο γιατρός θα κάνει διάφορες ερωτήσεις στον ασθενή για τα συμπτώματά του, για το πώς ένιωθε παλαιότερα και πώς τώρα, για το κατά πόσον νιώθει ξεκούραση μετά τον ύπνο, για τις δραστηριότητες που δυσκολεύεται να πραγματοποιήσει, για το πότε νιώθει περισσότερη κούραση και για το αν μπορεί να σκεφτεί καθαρά. Θα ζητήσει επίσης από τον ασθενή να κρατήσει για το επόμενο χρονικό διάστημα ένα ημερολόγιο δραστηριοτήτων, στο οποίο θα σημειώνει και το πώς νιώθει.
Μετά από 10 χρόνια ο Άδωνις Γεωργιάδης επιστρέφει στο γνώριμο Υπουργείο Υγείας
Επιπρόσθετα, ο γιατρός μπορεί να παραπέμψει τον ασθενή σε κάποιον ειδικό, όπως έναν νευρολόγο, έναν ρευματολόγο ή έναν ειδικό σε θέματα ύπνου, για περεταίρω έλεγχο για άλλες καταστάσεις υγείας που δυνητικά θα μπορούσαν να προκαλέσουν παρόμοια συμπτώματα, πριν καταλήξει στην τελική του διάγνωση.
Πώς θεραπεύεται το σύνδρομο της χρόνιας κόπωσης;
Προς το παρόν δεν υπάρχει θεραπεία για την αντιμετώπιση της μυαλγικής εγκεφαλομυελίτιδας / συνδρόμου χρόνιας κόπωσης και αυτό γιατί χρειάζεται να πραγματοποιηθεί περισσότερη έρευνα για να γίνουν κατανοητά τα αίτια που την προκαλούν. Παρόλα αυτά, το γεγονός ότι δεν υπάρχουν εγκεκριμένα από τον FDA φάρμακα, δεν σημαίνει ότι οι ασθενείς δεν έχουν θεραπευτικές επιλογές. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, υπάρχουν θεραπείες που κάνουν τους ανθρώπους πιο λειτουργικούς, αντιμετωπίζοντας ορισμένα από τα συμπτώματά τους.
Για τα άτομα που αντιμετωπίζουν βαθύ πόνο στους μυς και τις αρθρώσεις τους, συνιστώνται μη συνταγογραφούμενα παυσίπονα, όπως η ακεταμινοφαίνη, η ασπιρίνη και η ιβουπροφαίνη. Άλλες θεραπείες είναι το ήπιο τέντωμα του σώματος και ο βελονισμός.
Για τα άτομα που αντιμετωπίζουν ψυχολογικά συμπτώματα, όπως η κατάθλιψη και το άγχος, συνταγογραφούνται αντικαταθλιπτικά και φάρμακα κατά του άγχους. Παρόλα αυτά, πρέπει να σημειωθεί ότι τα εν λόγω φάρμακα μπορούν να επιδεινώσουν τα συμπτώματα του συνδρόμου της χρόνιας κόπωσης σε ορισμένους ασθενείς.