Γράφει ο Χρήστος Αποστολίδης, Δικηγόρος
Υποστηρίζεται, και δικαίως, ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται, ότι θα πρέπει να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά διδασκόμενοι από συμπεριφορές και γεγονότα του παρελθόντος, ώστε να αποφεύγουμε τα ίδια λάθη.
Τα τελευταία 200 χρόνια, μετά δηλαδή την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού και τη δημιουργία του πρώτου ελεύθερου ελληνικού κράτους, το οποίο σταδιακά επεκτείνονταν και μεγάλωνε σε έκταση, συνεπεία των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων του έθνους μας, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι στις κρίσιμες και κομβικές στιγμές της παγκόσμιας ιστορίας η Ελλάδα στρατηγικά επέλεξε εγκαίρως να συμμαχήσει με την πλευρά των τελικών νικητών. Άλλωστε διαχρονικά οι μεγάλες Δυνάμεις είναι αυτές που διαφεντεύουν τις τύχες του κόσμου.
Όσο και αν μας κακοφαίνεται, οι συμμαχίες σε διπλωματικό επίπεδο ήταν αυτές που επέτρεψαν να έχουν αποτέλεσμα οι θυσίες και το αγωνιστικό φρόνημα των Ελλήνων στα πεδία των μαχών. Και το επέτρεψαν στον βαθμό που εξυπηρετούνταν τα συμφέροντα και οι σκοπιμότητες των δυνατών. Ας μην ξεχνάμε ότι στη Γιάλτα, όταν οι ηγέτες των Η.Π.Α, Αγγλίας και Σοβιετικής Ένωσης μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οριοθέτησαν τα σύνορα των κρατών και τα διαμοίρασαν σε σφαίρες επιρροής κανείς δεν ενθάρρυνε τη δημιουργία της μεγάλης Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών παρότι όλοι συμφώνησαν ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες και ότι αν δεν υπήρχαν οι Έλληνες στρατιώτες να αντισταθούν σθεναρά στους Γερμανούς και να καθυστερήσουν την προέλασή τους προφανώς θα εξελίσσονταν τελείως διαφορετικά η τελική έκβαση του πολέμου.
Η Ελλάδα ήταν το μόνο κράτος της βαλκανικής χερσονήσου που παρέμενε σταθερά προσανατολισμένο στη Δύση. Αυτό της επέτρεψε να προοδεύσει και να αναπτυχθεί, να βελτιώσει αισθητά το βιωτικό επίπεδο των πολιτών της και να εξελιχθεί εκμεταλλευόμενη την εξαιρετική γεωστρατηγική της θέση σε ισχυρή περιφερειακή δύναμη, όλως απαραίτητη και χρήσιμη για τους κοινοτικούς εταίρους και λοιπούς συμμάχους της.
Από το 2010 και μετά, όταν τα επαναλαμβανόμενα μνημόνια κυριαρχούν στην ζωή μας και τείνουν να διαρρήξουν κάθε πτυχή του κοινωνικού και οικονομικού ιστού της Πατρίδας μας, ερωτηματικά προκαλεί η απόλυτη προσήλωση σε βαθμό εξάρτησης που επιδεικνύεται απέναντι στους Γερμανούς. Αυτούς δηλαδή που ούτε λίγο ούτε πολύ έχουν μετατρέψει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε όργανο εξυπηρέτησης στενών δικών τους συμφερόντων και στην ενίσχυση της δικής τους βιομηχανίας και οικονομίας, αδιαφορώντας για τις ασθενέστερες οικονομικά χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Η υποτιθέμενη κοινοτική αλληλεγγύη παραμένει μία πομπώδης υποσημείωση στα κείμενα των ευρωπαϊκών συνθηκών και στην πράξη αντικαθίσταται από ισχυρό περιορισμό της εθνικής ανεξαρτησίας και καθορισμό της πολιτικής από υπερεθνικά, διορισμένα και ουδόλως εκλεγμένα, κέντρα εξουσίας.
Είναι προφανές ότι οι Γερμανοί, που πάντοτε κατατρέχονται από το σύνδρομο ανωτερότητας της Αρίας Φυλής, πείσμωσαν μετά την διπλή αποτυχία τους να κυριαρχήσουν στον κόσμο με τα όπλα και αφού κατατροπώθηκαν σε δύο παγκοσμίους πολέμους, βάλθηκαν να μετατραπούν σε οικονομικούς δυνάστες της Ευρώπης, στην μπότα των οποίων οφείλουν οι λαοί να υποκύπτουν και τις υποδείξεις των οποίων οφείλουν αναντίρρητα να υιοθετούν.
Όταν γύρω μας ο κόσμος αλλάζει και η ενίσχυση των κομματικών σχηματισμών που ευαγγελίζονται την έξοδο των χωρών τους από την Ευρωπαϊκή (μήπως Γερμανική ;) Ένωση γιγαντώνεται, μήπως επιμένοντας στο αποτυχημένο μοντέλο των αντιαναπτυξιακών φοροεπιδρομών που έξωθεν μας επιβάλλονται, βρισκόμαστε στη λάθος πλευρά της Ιστορίας ; Γιατί λοιπόν να ταυτιστούμε με τους Γερμανούς και να αναζητούμε συνεχώς την εύνοιά τους, προβάλλοντας παντοιοτρόπως την υποτέλειά μας, όταν η Ιστορία μας διδάσκει διαφορετικά ;
Άλλωστε, χώρα ως υποκείμενο μπορεί να αναζητά συμμαχίες, ενώ η χώρα αντικείμενο, απλά βολεύει μας σχεδιασμούς και την γεωπολιτική των δυνάμεων ισχύος, που αδιαφορούν πλήρως για τη συνέχεια του λαού μας.