Του Γιώργου Κακλίκη, Πρέσβη ε.τ.
Σε μια δύσκολη κατάσταση, σαν αυτή που έχει προκύψει με το πρόσφατο επεισόδιο στα Ίμια, εύλογη είναι η ευρύτερη ανησυχία για το ενδεχόμενο κλιμάκωσης στον χώρο του ανατολικού Αιγαίου.
Είναι ευτύχημα ότι η ελληνική πλευρά αντέδρασε στην τουρκική προκλητικότητα με ψυχραιμία και οι τόνοι δεν ανέβηκαν ιδιαίτερα, σε πολιτικό επίπεδο. Αποπειράθηκαν, βέβαια, μερικοί να δώσουν χροιά κομματικής αντιπαράθεσης όπως είναι η συνήθης πρακτική ακόμα και σε θέματα εθνικής σημασίας. Σαφώς και τα κόμματα έχουν κάθε δικαίωμα να ασκούν κριτική όχι μόνο στους κυβερνητικούς αλλά και σε άλλους αντιπάλους τους. Σε στιγμές όμως σαν και αυτές χρειάζεται σύνεση και αποφυγή εκτόξευσης μηνυμάτων που τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό ερμηνεύονται ως διχαστικά.
Είναι προφανές ότι η Τουρκία, με την κλασική μεθόδευσή της να προκαλεί με ακραία επιθετικές πρακτικές την Ελλάδα και, στη συνέχεια, να παρουσιάζεται η ίδια ως το θύμα μιας δήθεν ελληνικής προκλητικότητας, αποσκοπεί τόσο στην επιβολή τετελεσμένων όσο και, κυρίως, στην παρέμβαση ισχυρών τρίτων οι οποίοι, νίπτοντες τας χείρας, θα ζητήσουν από την Αθήνα να καθίσει στο τραπέζι και να λύσει τις διαφορές της με την Άγκυρα. Αδιάφορο αν η μία από τις δύο πλευρές είναι η αδικούμενη ή βρίσκεται με το πιστόλι στον κρόταφο.
Σαφώς και η Ελλάδα δεν είναι ένας συνηθισμένος γείτονας για την Τουρκία. Δεν ανήκει στην κατηγορία εκείνων που η Άγκυρα δε θα σκεφτεί πολλές φορές οποιαδήποτε υλοποίηση των απειλών της εναντίον τους. Και όσο κι αν οι διάφοροι σύμβουλοι του Τούρκου Προέδρου μηρυκάζουν απειλές, γνωρίζουν άριστα ότι οποιαδήποτε επιθετική στροφή προς την Ελλάδα κάθε άλλο παρά περίπατος θα είναι. Οι γνωστοί λεονταρισμοί, που κατά καιρούς προβάλλονται από τα τουρκικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, στοχέυουν στην ενίσχυση του εσωτερικού μετώπου. Τόσο σε κοινωνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ενόπλων δυνάμεων. Ας μην ξεχνάμε ότι οι τελευταίες αποδυναμώθηκαν δραματικά μετά το πραξικόπημα του Αυγούστου του 2016. Ομως, ο Τούρκος Πρόεδρος, όσο και αν τους φέρθηκε σκληρά, τις έχει ανάγκη γιατί με αυτές μπορεί να εμφανίζεται ως ισχυρός. Και αυτός είναι ο λόγος που ίδιος επιλέγει τις θωπείες προς το στράτευμα, με τους συνήθεις χαρακτηρισμούς περί γενναιότητας και αποτελεσματικότητάς του. Και, από την πλευρά της, η ηγεσία του στρατεύματος σπεύδει να είναι υποτακτικά αρεστή στον Πρόεδρό της.
Σε στιγμές σαν και αυτή, που η Ελλάδα αντιμετωπίζει την έξαρση της τουρκικής επιθετικότητας, οι πολιτικές της δυνάμεις έχουν την υποχρέωση, πέρα από την επιβαλλόμενη άσκηση κριτικής, να συνεννοηθούν με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον της χώρας. Όσα κι αν είναι τα τρωτά της, η Ελλάδα είναι μια χώρα της Ευρωπαΐκής Ένωσης με κανόνες και αρχές που σέβεται και εφαρμόζει. Και σε αυτό το ευρωπαϊκό της επίτευγμα καιρός είναι να προσθέσει και την αντίληψη για εθνική συνεννόηση. Δεν χρειάζεται, σε κάθε ευκαιρία, στεντόριες κομματικές φωνές να ζητούν μονότονα τη σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών. Αρκούν συναντήσεις τους, κεκλεισμένων των θυρών, χωρίς κάμερες και χωρίς μετέπειτα δηλώσεις. Θα είναι, πριν απ΄όλα, προς το συμφέρον της χώρας αλλά και το δικό τους. Και η κοινωνία θα τους αντιμετωπίσει σοβαρά και δεν θα θεωρήσει ότι, για άλλη μια φορά, γίνεται θεατής του παραδοσιακού θεάτρου άσκησης κομματικής γοητείας.
liberal