«Ημέραν τινά, ο νεανίας ούτος—δωδεκαετής κατά τον χρόνον εκείνον—εξερχόμενος του σχολείου ηρπάγη υπό των τσοχανταρέων του Αλή απαχθεΙς εις το σεράγιον αυτού. Μαθούσα τούτο η δυστυχής μήτηρ σπεύδει έκφρων και μετά δακρύων εις τον γείτονα αυτής Ταχήρ Αμπάζην, έμπιστον του Αλή Πασά, εις ον διηγείται το συμβάν, ικετεύουσα αυτόν να σώση το τέκνον της και επάγουσα ότι εν αρνήσει θά μετέβαινεν αυτοπροσώπως να ζητήση αυτό μετά κραυγών και ας την φονεύσουν».
Και όντως, η δυστυχής μητέρα καταφθάνει στο σεράι του Αλή Πασά και δασκαλεμένη από τον Ταχήρ, προσποιούμενη την τρελή, αρχίζει να κλαίει και να οδύρεται. Ενοχλημένος ο Αλής ρώτησε τον Ταχήρ περί των ακουομένων φωνών και ο έμπιστος του Πασά, φερόμενος πονηρά, τον πληροφόρησε: «είναι μία γυναίκα μισότρελη της οποίας οι τσοχανταρέοι της υψηλότητός σου ήρπασαν το παιδί», τον παρακάλεσε δε να το δώσει πίσω, «…διότι, ήτο γείτων αυτού και ήθελε τρελλάνη και αυτόν. Άλλωστε είμαι της γνώμης να το αποπέμψης, διότι έχει τον πατέρα του εν Ρωσία και δεν πρέπει να ακούεται το ένδοξον ονομά σου διά τοιαύτα πράγματα εκεί». Ο Αλής αφού σκέφθηκε λίγο είπε: «Αφού το θέλεις εσύ Ταχήρ, ας γίνη έτσι».
Και, σύμφωνα με τον Αραβαντινό, ο οποίος περιγράφει το συμβάν, το παιδί αντί να οδηγηθεί στο εσωτερικό του σαραγιού, «απεδόθη τη μητρί, ήτις περιπτυχθείσα αυτό περιπαθώς εις τας αγκάλας της αμέσως απεχώρησεν».
1821: Σαν σήμερα 8 Μαΐου η μάχη στο Χάνι της Γραβιάς
Το παραπάνω περιστατικό έλαβε χώρα στα Γιάννενα περί το έτος 1802 και καταδεικνύει, πέρα από την αποκάλυψη των ηθών των Οθωμανών της εποχής, πώς σε ορισμένες περιπτώσεις οι συγκυρίες και οι επιδράσεις τους μπορούν να καθοδηγήσουν τα βήματα των γεγονότων και εν γένει της Ιστορίας. Διότι εάν η απόφαση του Αλή Πασά ήταν διαφορετική, όχι μόνον ο δυστυχής νεανίας θα κατέληγε θύμα των ορέξεων του σατράπη, αλλά ίσως δεν θα είχε δημιουργηθεί και λειτουργήσει η πολύ γνωστή σήμερα, αλλά επτασφράγιστη μυστική οργάνωση τότε, που οδήγησε στην εθνική παλιγγενεσία. Ο μίτος της Αριάδνης ξετυλίγεται και η έκβαση των γεγονότων που συνδέονται με την παραπάνω αφήγηση γίνεται φανερή εάν αποκαλυφθεί το όνομα του νεανία που πρωταγωνίστησε, εκών άκων, στα γεγονότα που παρατέθηκαν: πρόκειται για τον Αθανάσιο Τσακάλωφ, τον συμπατριώτη μας, μετέπειτα συν-ιδρυτή της Φιλικής Εταιρείας και αγωνιστή για την εθνική ανεξαρτησία.
Ο Αθανάσιος γεννήθηκε στα 1790 στο σπίτι της οικογένειας που ήταν στην περιοχή του Αρχιμανδρειού (γωνία των οδών Αρχιμανδρειού και Τσακάλωφ σήμερα). Ήταν το μοναδικό αρσενικό παιδί του Νικηφόρου Τσάκαλου ή Τεκελή, ο οποίος καταγόταν από τον Τύρναβο της Θεσσαλίας, και της Βασιλικής μέλους της εξέχουσας γιαννιώτικης οικογένειας Γώζου. Ο πατέρας του ήταν εγκατεστημένος στη Μόσχα όπου ασχολείτο με το εμπόριο γουναρικών. Λόγω της οικονομικής επιφάνειας της οικογένειας ο Αθανάσιος έτυχε εξαιρετικής και επιμελημένης παιδείας. Μαθήτευσε στις δύο τότε ακμάζουσες στα Γιάννενα σχολές, στη Μπαλάνειο, με αρχιδιδάσκαλο τον επιφανέστερο των Μπαλάνων Κοσμά, και στην Καπλάνειο με σχολάρχη τον Αθανάσιο Ψαλίδα. Στη μαθητεία του Τσακάλωφ κοντά στον τελευταίο, τον ποτισμένο βαθύτατα με τις ιδέες του ευρωπαϊκού διαφωτισμού Αθ. Ψαλίδα, θα πρέπει να αναζητήσουμε τις ρίζες του φιλελεύθερου στοχασμού και των προοδευτικών αντιλήψεων του Τσακάλωφ καθώς και την απόφασή του να θέσει εαυτόν στην υπηρεσία της ιδέας της εθνικής παλιγγενεσίας. Η εκπαιδευτική ολοκλήρωση του Αθανασίου διακόπηκε βίαια μετά το τραγικό συμβάν που περιγράψαμε παραπάνω. Η παραμονή του στα Γιάννενα δεν ήταν μόνο επισφαλής αλλά άκρως επικίνδυνη. Έτσι, κατά μία εκδοχή, η μητέρα τού Αθανασίου ενημέρωσε το σύζυγό της ο οποίος κατέφθασε στα Γιάννενα και μεταμφιεσμένος πήρε μαζί του τον μικρό γιο του στη Μόσχα μέσω των Ιονίων νήσων. Κατά μία άλλη εκδοχή, η οποία φαίνεται επικρατέστερη, η μητέρα οργάνωσε σχέδιο διαφυγής του γιού της με τον οικογενειακό φίλο, γνωστό γιατρό και λογοτέχνη Ιωάννη Βηλαρά, ο οποίος με άκρα μυστικότητα μετέφερε το μικρό Αθανάσιο στη Θεσσαλία και στη συνέχεια προωθήθηκε στη Μόσχα. Εκεί με τη φροντίδα και επιμέλεια του πατέρα του ολοκλήρωσε τις βασικές σπουδές και λόγω προσαρμογής στα νέα δεδομένα εκρώσισε και το όνομά του: η απόσταση από το Τσάκαλος στο Τσακάλωφ ήταν πολύ μικρή. Με το όνομα αυτό αναχωρεί για το Παρίσι, πνευματική πρωτεύουσα της Ευρώπης και αυτό το όνομα θα χρησιμοποιεί σε ολόκληρο το μετέπειτα βίο του. Στο Παρίσι, κέντρο του ευρωπαϊκού διαφωτισμού και των φιλελεύθερων δημοκρατικών αντιλήψεων, ο Τσακάλωφ σπούδασε Φυσικές Επιστήμες ίσως και Ιατρική. Αν επεράτωσε τις σπουδές του και για πόσο διάστημα παρέμεινε στο Παρίσι, δεν μας είναι γνωστό. Αυτό όμως που κυρίως μέσω της συναναστροφής του με εξέχοντες Γάλλους αλλά και Έλληνες διαπίστωσε ο Τσακάλωφ στην παρισινή περίοδο της ζωής του, ήταν η ανάγκη δημιουργίας ενός μυστικού οργάνου – σωματείου, τα μέλη του οποίου θα οργάνωναν τον αγώνα για την ανεξαρτησία του ελληνικού έθνους. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ιδρύεται στην πόλη του φωτός, το 1809, από σημαίνοντες Έλληνες, ανάμεσα σ’ αυτούς και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, η με το όνομα «Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον» μορφωτική Εταιρεία, η οποία κατ’ επίφαση ασχολείτο με πολιτιστικά θέματα κατ’ ουσίαν όμως και μυστικά προσπαθούσε να οργανώσει τον απελευθερωτικό αγώνα στη χειμάζουσα πατρίδα. Σταδιακά, όμως, η εταιρεία άρχισε να παρακμάζει. Ίσως αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο ο Τσακάλωφ, το 1813, εγκατέλειψε το Παρίσι και επέστρεψε στη Μόσχα, το δε Νοέμβριο του ίδιου χρόνου μεταβαίνει στην Οδησσό, ισχυρό κέντρο ελληνικής παροικίας.
Δημήτριος Υψηλάντης: O μέχρις αυτοθυσίας πατριώτης του 1821
Στην Οδησσό ο Τσακάλωφ γνωρίζει τον Ηπειρώτη επίσης, καταγόμενο από το Κομπότι Άρτας, Σκουφά (ο πατέρας του λεγόταν Κουμπάρος αλλά ο ίδιος ασχολούμενος με την κατασκευή σκούφων έλαβε αργότερα το προσωνύμιο Σκουφάς). Σέ αλλεπάλληλες μεταξύ τους συναντήσεις, διαπιστώνεται ο κοινός πόθος για την απελευθέρωση της πατρίδας. Ο Τσακάλωφ μεταφέρει στον Σκουφά την εμπειρία του από τη σύσταση και λειτουργία του Ελληνόγλωσσου Ξενοδοχείου και έτσι σε μικρό χρονικό διάστημα ωριμάζει η ιδέα της σύστασης μιας εταιρεία με μέλη αμιγώς Έλληνες «…με σκοπό την οργάνωση όλων των ικανών προς επανάσταση στοιχείων για την απελευθέρωση του Γένους». Τον ίδιο περίπου καιρό και στην ίδια πόλη ανταμώνουν και τον καταγόμενο από την Πάτμο Ξάνθο, τον οποίο καθιστούν κοινωνό των σχεδίων τους.
Κατ’ αυτόν τον τρόπον, η τριανδρία δημιουργεί τη Φιλική Εταιρεία (Φ.Ε.), για την «ανέγερσιν και απελευθέρωσιν του Ελληνικού Έθνους και της Πατρίδoς μας», όπως μας πληροφορεί ο ίδιος ο Ξάνθος.
Πολλά έχουν ειπωθεί και γραφεί για το ρόλο ενός εκάστου των πρώτων φιλικών στην ίδρυση της εταιρείας. Ο Ξάνθος στα απομνημονεύματά του, δηλώνει πως είναι αυτός που παρακίνησε τον Σκουφά, αλλά είναι βέβαιο ότι οι αρχικές επαφές και συζητήσεις, όπως προαναφέρθηκε, έγιναν μεταξύ Τσακάλωφ και Σκουφά. Εξάλλου ο Τσακάλωφ παρά το νεαρό της ηλικίας του (ήταν μόλις 26 ετών το 1814, ενώ ο Σκουφάς 35 και ο Ξάνθος 42), διέθετε το πλεονέκτημα της μόρφωσης και της εμπειρίας λόγω συμμετοχής του σε παρόμοιες μυστικές και εθνικιστικές οργανώσεις. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος του Τσακάλωφ στην Φ.Ε. αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι με βάση τους μυστικούς κώδικες της εταιρείας χρησιμοποιούσε ως συνθηματικά του ονόματός του τα στοιχεία του Αλφαβήτου (ΑΒ), αμέσως μετά τη (μέχρι τότε κενή) θέση του αρχηγού (ΑΑ), ο Σκουφάς τα ΑΓ, και ο Ξάνθος τα ΑΖ. Επίσης πρώτος υπέγραφε τα σχετικά έγγραφα και τις αποφάσεις της Εταιρείας, πρώτο δε μετά το γενικό ’Αρχηγό αναγράφονταν το γράμμα του ονόματός του στην επίσημη σφραγίδα της.
1821: Σαν σήμερα 5/5/21 η Σαντορίνη μπαίνει στην επανάσταση
Το πρώτο διάστημα και για ευνοήτους λόγους η Εταιρεία αριθμούσε ελάχιστα και πολύ έμπιστα μέλη, μόλις 30 μέχρι το 1817. Με διάφορα ταξίδια στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα οι τρεις πρωτεργάτες κατηχούν και μυούν νέα μέλη. Γνωρίζουμε ότι ο Τσακάλωφ ταξίδεψε στη Θράκη και Μακεδονία, στο Πήλιο, στη Σμύρνη, στην Πελοπόννησο, ακόμη και στην Ιταλία «…περιήλθε εκτός της Πίζας και άλλες της πόλεις προς επίσκεψιν τής σ’ αυτές ομογένειας και προώθηση του έργου τής Φιλικής» Επίσης φαίνεται ότι είχε επαφές, (Δεκ. 1820) και με τον συμπατριώτη του Γεώργιο Σταύρου στη Βιέννη.
Από το 1818 σημειώνονται αθρόες μυήσεις. Για οργανωτικούς λόγους η έδρα της Φιλικής μεταφέρεται από την Οδησσό στην Κωνσταντινούπολη, δείγμα της αυτοπεποίθησης των Φιλικών στις «συνωμοτικές» τους ικανότητες. Την ίδια χρονιά (1818) η εταιρεία πλήττεται από το θάνατο του Σκουφά, σε ηλικία μόλις 39 ετών. Κατά το 1820 η Εταιρεία ξαπλώνεται σε όλες σχεδόν τις περιοχές της Ελλάδας και τις περισσότερες ελληνικές παροικίες του εξωτερικού. Χιλιάδες υπολογίζονται οι μυημένοι, μολονότι είναι γνωστά μόνο 1096 ονόματα. Μεταξύ των επωνύμων αναφέρονται οι Θ. Κολοκοτρώνης, Οδ. Ανδρούτσος, ο Παπαφλέσσας, ο Αναγνωσταράς, ο Αλ. Μαυροκορδάτος, οι Κουντουριώτηδες, οι Ζαΐμης, Λόντος και Νοταράς, ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός κ.ά.
Η οργάνωση είχε υπερβεί τα ίδια της τα όρια. Με αφορμή το θάνατο του Σκουφά και με δεδομένη τη ραγδαία εξάπλωσή της, οι Τσακάλωφ και Ξάνθος αποφασίζουν τη μετάβαση στη δράση: ο Τσακάλωφ συναντάται με τον Καποδίστρια και του προτείνει την ανάληψη της ηγεσίας της Εταιρείας και συγχρόνως την έναρξη του αγώνα. Ο τελευταίος αρνήθηκε και τελικά τον Απρίλιο του 1820 ανέλαβε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Τα γεγονότα από δω και πέρα έχουν καταγραφεί από την Ιστορία και έχουν αποδοθεί ποικιλοτρόπως.
Αυτό που μάλλον δεν είναι γνωστό αποτελεί η συμμετοχή του ίδιου του Τσακάλωφ στον ένοπλο αγώνα. Με την έκρηξη της Επανάστασης στις ηγεμονίες ο Τσακάλωφ σπεύδει προς συνάντηση του Υψηλάντη, για να προσφέρει και ένοπλα πλέον τις υπηρεσίες του στον Ιερόν ’Αγώνα, καθώς δε πληροφορεί ο Γούδας, «διωρίσθηκε αμέσως υπουργός ή μέλος του συσταθέντος τότε γενικού Βουλευτηρίου», ταυτόχρονα δε, προσθέτει ο Φιλήμων, τοποθετήθηκε υπασπιστής τού Ιερού Λόχου. Τις επί μέρους βέβαια δραστηριότητες και περιπέτειες του Τσακάλωφ κατά το ατυχές εκείνο κίνημα, εκτός του ότι πήρε μέρος στη μάχη τού Δραγατσανίου (7 Ιουνίου), όπου παρα λίγο να σκοτωθεί, δυστυχώς δεν γνωρίζουμε. Είναι γνωστή όμως η δράση τού αγωνιστή Τσακάλωφ μετά την εξάπλωση της επανάστασης στην Πελοπόννησο. Αρχές του 1822, ο Τσακάλωφ κατέρχεται μέσω Ιταλίας με τον Ξάνθο στην επαναστατημένη Ελλάδα και, φθάνοντας στην Πελοπόννησο, κατευθύνεται στην Τριπολιτσά, όπου τίθεται υπό τις διαταγές του Δημ. Υψηλάντη. Στη διάρκεια μάλιστα του Ιερού Αγώνα ο πρωτεργάτης της προετοιμασίας του Τσακάλωφ «…ουδεμία αξίωση διατύπωσε, αλλά αρκέστηκε να υπηρετήσει τη μαχόμενη πατρίδα σαν απλός πολίτης, εκτελώντας παντού και πάντοτε το καθήκον του», καθώς βεβαιώνει ο Γούδας.
Μάχη του Γαλατσίου: Η πρώτη σύγκρουση στη Μολδοβλαχία (1821)
Ο Τσακάλωφ παρέμεινε για να υπηρετήσει τα εθνικά συμφέροντα και μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους. Την καποδιστριακή περίοδο διορίσθηκε Γραμματέας του Γενικού Φροντιστηρίου. Ταυτόχρονα παίρνει μέρος ως αντιπρόσωπος των Ηπειρωτών της ’Ακαρνανίας στη συγκληθείσα τότε (Ιούλιος—Αύγουστος 1829) στο Άργος Εθνική Συνέλευση, την ψηφίσασα το προσωρινό πολίτευμα της Ελλάδος.
Γύρω στα 1829 ο Τσακάλωφ επισκέφθηκε αγνώριστος την πατρίδα του, τα Γιάννενα και με συντριβή καρδίας διαπίστωσε, ότι τίποτε δεν πρόδιδε την άλλοτε ανθούσα των παιδικών του χρόνων πόλη «…στα εκτεταμένα θλιβερά της ερείπια, σκυθική ερημία εβασίλευε…».
Ύστερα από τη δολοφονία του Κυβερνήτη (1832) ο Τσακάλωφ, αηδιασμένος από την έκβαση των γεγονότων, φεύγει από το Ναύπλιο για τη Μόσχα. Εκεί ασχολήθηκε με το εμπόριο, παντρεύτηκε και απέκτησε τρία παιδιά. Αποτραβηγμένος και ζώντας με τις έντονες αναμνήσεις του Αγώνα, μάλλον πικραμένος για την παραγνώριση της προσφοράς του από την αναστημένη Πατρίδα, για την αποκατάσταση της οποίας τόσο μόχθησε, πέθανε εν ειρήνη το 1851, με καθαρή τη συνείδηση «πως έκαμε το ταπεινό χρέος του στο λαό και στον τόπο του».