Στο Pro News Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων.

Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία από εμάς και τους συνεργάτες μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν συναινέσετε ή να αρνηθείτε να συναινέσετε. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αρνηθείτε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις σας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο. Μπορείτε πάντα να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο ή επισκεπτόμενοι την πολιτική απορρήτου μας.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας.Δες περισσότερα εδώ.
ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ

Το στοιχειωμένο χάνι και το γενναιόδωρο φάντασμα…

Στον δρόμο Φλωρίνης – Κορυτσάς, βρισκόταν πριν πολλά χρόνια ένα χάνι. Κάποιο βράδυ, μερικοί ληστές έσφαξαν τον ιδιοκτήτη κι όλους τους ξένους, με σκοπό να τους αρπάξουν τα υπάρχοντά τους.

Από τότε, το μέρος εκείνο απέκτησε όνομα κακό και δεν το ζύγωνε κανένας οδοιπόρος. Έτσι, το κτίριο εγκαταλείφθηκε και χορτάριασε. Δέντρα και αγριοσυκιές θέριεψαν στους τοίχους και στις αυλές του.

Νυχτοδιαβάτες και στρατοκόποι, που τύχαινε να περάσουν από κει, έβλεπαν φαντάσματα να βγαίνουν τα μεσάνυχτα και να περιφέρονται δεσποτικά στον χώρο. Μόλις έπεφτε το σκοτάδι, ο τόπος ερήμωνε από περαστικούς. Αλλά και την ημέρα, όποιος θαρραλέος διάβαινε την κακόφημη στράτα, σταυροκοπιόταν, σιγομουρμούριζε προσευχές κι έτρεχε να γλιτώσει.

Ένα βράδυ, νυχτώθηκαν στο καταραμένο μέρος κάποιοι μπαλωματήδες Ηπειρώτες, που πήγαιναν να κάνουν Χριστούγεννα στην πατρίδα τους. Ήταν από εκείνους τους πλανόδιους, που γύριζαν στα χωριά και ψευτομπαλώνανε τσαρούχια.

Η νύχτα ήταν άγρια και παγωμένη. Οι μπαλωματήδες αντίκρισαν το ξεχαρβαλωμένο σπίτι και καταφύγανε σ’ αυτό, για να ξημερωθούνε κάπου απάνεμα και ζεστά, αγνοώντας τη διαβολική του ιστορία. Επειδή το επάνω πάτωμα ήταν σε κακά χάλια και επειδή στο ταβάνι έχασκαν μεγάλες τρύπες, που κατέβαζαν του βοριά την παγωνιά, οι μπαλωματήδες προτίμησαν να διανυκτερεύσουν στο κατώγι.

Άναψαν, λοιπόν, φωτιά και ετοιμάζονταν να φάνε το λιγοστό φαΐ, όταν άκουσαν άξαφνα πηδήματα στο πάνω δώμα και μια φωνή να τους καλεί. Ανέβηκαν με επιφύλαξη, αλλά δε συνάντησαν κανέναν. Μόλις κατέβηκαν στο κατώγι, πάλι ακούστηκαν τα βήματα και η ίδια φωνή, που τους καλούσε.

«Όποιος κι αν είσαι, κατέβα κάτω», είπαν οι Ηπειρώτες μπαλωματήδες, που θαρρούσαν πως δεν είχαν τίποτε να φοβηθούν.

Ξάφνου, φάνηκε εμπρός τους μια μαύρη, μακριά σκιά, να στέκεται απόκοσμα στην κουπαστή της ρημαγμένης σκάλας και να τους καλεί με στριγκιά φωνή, που έμοιαζε βγαλμένη απ’ τον τάφο. Οι αγνοί κι ανίδεοι μπαλωματήδες, βαστώντας δάδες αναμμένες από τη φωτιά, υποτάχθηκαν στο κάλεσμα σαν μαγεμένοι.

Τότε, το μαύρο φάντασμα τους οδήγησε σ’ ένα κτίριο διπλανό, όπου στέκονταν κάποτε οι στάβλοι του ερειπωμένου πανδοχείου κι εκεί, τους έδειξε μια γωνιά. Μα, εκείνοι δεν καταλάβαιναν. Έτσι, το μαύρο φάντασμα γκρέμισε το φάτνωμα και σήκωσε απ’ το πάτωμα μια ξύλινη πόρτα, μεγάλη και βαριά. Οι μπαλωματήδες έσκυψαν για να δουν και αυτό που είδαν, δε μπορούσαν να το πιστέψουν οι φτωχοί μεροκαματιάρηδες! Ένας ολόκληρος θησαυρός ήταν καταχωνιασμένος εκεί μέσα! Ένας ολόκληρος θησαυρός, που τους περίμενε!

Όταν σήκωσαν το κεφάλι τους, το μαύρο φάντασμα είχε χαθεί, αλλά είχε προλάβει να εμφιλοχωρήσει τη γενναιοδωρία του. Οι ευγνώμονες μπαλωματήδες πήραν τα χρήματα του θησαυρού και αποφάσισαν να αγοράσουν τα χαλάσματα του πανδοχείου.

Όταν άρχισαν το σκάψιμο, για να το επισκευάσουν και για να αδειάσουν τους στάβλους απ’ τα χώματα, βρήκανε τα πτώματα δυο πνιγμένων, που είχαν ακόμα στο λαιμό τους τις θηλιές απ’ τα χοντρά σκοινιά.

Οι καλόψυχοι Ηπειρώτες μπαλωματήδες τους έθαψαν ευλαβικά και από τότε, τίποτε δεν ξαναστοίχειωσε τη γη τους.

Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ΜΠΟΥΚΕΤΟ», στις 13/10/1927…

Tags
Back to top button