Αν παρατηρήσει κανείς προσεκτικά το σταδιακά αυξανόμενης έντασης πρόγραμμα λήψης μέτρων δημοσιονομικού χαρακτήρα που δεσμεύει και κυριαρχεί στην ελληνική κοινωνία την τελευταία 7ετία θα διαπιστώσει την εξαιρετικά έξυπνη λογική που έχει αυτό δομηθεί και τον ευφυή επικοινωνιακά τρόπο, με τον οποίο επιβάλλεται στους ταλαιπωρημένους πολίτες της πατρίδας μας. Ιδιαίτερα σκληρά οικονομικής φύσεως μέτρα, που σε άλλες χρονικές περιόδους θα προκαλούσαν μαχητικές διαδηλώσεις και ολομέτωπους αγώνες για την ανατροπή τους γίνονται μοιρολατρικά αποδεκτά από μια απογοητευμένη και ψυχικά αποκαμωμένη κοινωνία, που χωρίς να ελπίζει σε τίποτα, μοιραία παρατηρεί τις εξελίξεις. Οχυρωμένοι πίσω από την ασφάλεια του καναπέ τους οι Έλληνες στέκονται άβουλοι, απαθείς, νωχελικοί, λες και έχουν πέσει σε έναν μόνιμο λήθαργο.
Γιατί άραγε δεν αντιδρά κανείς ; Γιατί όλα τα δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα ; Πώς εξηγείται η νωθρότητα και ο διάχυτος φόβος ;
Απάντηση στα ερωτήματα αυτά δίνει το πολύ γνωστό παράδειγμα του γαλλοελβετού συγγραφέα Ολιβιέ Κλέρκ, ο οποίος με μια σύντομη ιστοριούλα, που επιγράφεται «το βατραχάκι που δεν ήξερε ότι θα βραζόταν ……», αποτυπώνει ανεξίτηλα τις καταστροφικές συνέπειες τη μη συνειδητοποίησης των δυσμενών αλλαγών που σφραγίζουν την «άρρωστη» κοινωνία μας.
Γράφει λοιπόν ο Κλέρ : «Φανταστείτε μία κατσαρόλα γεμάτη κρύο νερό, μέσα στο οποίο κολυμπά ανέμελα ένα βατραχάκι. Κάτω από την κατσαρόλα ανάβουμε μία μικρή φωτιά και το νερό αρχίζει να ζεσταίνεται με αργό ρυθμό. Το νερό σταδιακά γίνεται χλιαρό και το βατραχάκι βρίσκοντάς το μάλλον ευχάριστο συνεχίζει ανέμελο να κολυμπά.
Όμως η θερμοκρασία του νερού όλο και ανεβαίνει. Πλέον το νερό είναι πιο ζεστό, το βατραχάκι δυσφορεί και νιώθει κουρασμένο, αλλά παρ’ όλ’ αυτά δεν αισθάνεται κανέναν φόβο.
Τώρα το νερό είναι πραγματικά ζεστό και το βατραχάκι νιώθει δυσάρεστα, αλλά είναι πραγματικά εξουθενωμένο. Αυτή είναι και η αιτία που υπομένει την όλη κατάσταση και δεν αντιδρά.
Η θερμοκρασία συνεχίζει απτόητη να ανεβαίνει μέχρις ότου το βατραχάκι καταλήγει να βράσει και συνεπώς να πεθάνει.
Εάν όμως έριχναν το ίδιο βατραχάκι κατευθείαν σε νερό θερμοκρασίας 50 βαθμών με μία εκτίναξη των ποδιών του θα είχε πηδήξει αμέσως έξω από την κατσαρόλα και θα είχε σωθεί».
Η παραπάνω εξόχως διδακτική ιστορία αποδεικνύει ότι όταν μια αλλαγή λαμβάνει χώρα με έναν τρόπο ιδιαίτερα αργό, διαφεύγει της προσοχής του κόσμου και στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν προκαλεί καμία απολύτως αντίδραση και καμία αντίσταση.
Έχει γίνει πλέον συνείδηση των πολιτών, γιατί έτσι τους επιβλήθηκε από το συνεχές σφυροκόπημα των μέσων ενημέρωσης και της άκριτης υπερπληροφόρησης, ότι «θα μπορούσε να είναι και χειρότερα!», οπότε το μη χείρον βέλτιστον.
Έτσι όμως ο καθένας κλείνεται στο καβούκι του, εφησυχάζει καταρχάς στην καθημερινότητά του από το «πάλι καλά», συνάμα όμως προσπαθεί να οχυρώσει όσο το δυνατόν καλύτερα τον μικρόκοσμο της οικογένειάς του και ταυτόχρονα να οργανώσει τις αντιστάσεις του και τις αντοχές του ενόψει των χειρότερων που έχει πειστεί ό,τι έρχονται. Νιώθοντας κουρασμένος και έντονα φοβισμένος χάνει σταδιακά όποια όρεξη για δημιουργία, αποδεχόμενος αναπόφευκτα την τραγική εξέλιξη της μοίρας του, μιμούμενος το βατραχάκι της ιστορίας μας.
ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ
Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω
Υπ. Διδάκτωρ Νομικής Σχολής Α.Π.Θ