Η ήπια ανάκαμψη της ιταλικής οικονομίας θα συνεχιστεί έως και το 2020, ωστόσο ο ρυθμός ανάπτυξης προβλέπεται να περιοριστεί στο 1% την περίοδο 2018-2020 από 1,3% το 2017, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΔΝΤ για την Ιταλία.
Ωστόσο, οι τεχνοκράτες προειδοποιούν για σειρά «απειλών», όπως το υψηλό δημόσιο χρέος και το «βουνό» των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η πολιτική αβεβαιότητα και η πιθανή άνοδος του κόστους δανεισμού τα επόμενα χρόνια, καθώς η ΕΚΤ θα κινείται προς τον εξορθολογισμό της νομισματικής της πολιτικής. Ισως το κυριότερο πρόβλημα της Ιταλίας είναι πως, μία δεκαετία μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ των Ιταλών εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο από το προ κρίσης επίπεδο και μάλιστα το ΔΝΤ προβλέπει πως, με τόσο χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης, θα περάσουν ακόμη πολλά χρόνια μέχρι να το ξαναφτάσει.
Οι βασικές προτεραιότητες των ιταλικών κυβερνήσεων θα πρέπει να είναι να αυξήσουν τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας, να αυξήσουν την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της χώρας σε σχέση με τους εταίρους της και να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα του τραπεζικού συστήματος. Το ΔΝΤ συνιστά, στην ετήσια έκθεσή του, η Ρώμη να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων και υπηρεσιών και να απορρυθμίσει περισσότερο την αγορά εργασίας ώστε να αντιμετωπίσει το (πάγιο) φαινόμενο οι μισθοί στην Ιταλία να αυξάνονται με υψηλότερο ρυθμό από την παραγωγικότητα. Οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ τονίζουν στην έκθεση πως εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικά εμπόδια που πλήττουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας στον τομέα των δικτύων, στα ελεύθερα επαγγέλματα και στις τοπικές υπηρεσίες, και πως κανένας σχετικός νόμος δεν έχει ψηφιστεί τα τελευταία χρόνια, ενώ προσχέδιο σχεδίου νόμου έχει τελματώσει στο Κοινοβούλιο. Στην αγορά εργασίας το ΔΝΤ συνιστά ενίσχυση των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών, μείωση των εξαιρέσεων από τις κλαδικές συμβάσεις και την εισαγωγή κατώτατου μισθού, πιθανώς διαφορετικού ανά περιοχές της χώρας.
Στο τραπεζικό σύστημα έχει επιτευχθεί ενθαρρυντική πρόοδος το τελευταίο έτος και έχει μειωθεί η πίεση των αγορών προς τις ιταλικές τράπεζες. Στο ακανθώδες ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα πρέπει να τεθούν φιλόδοξοι αλλά και αξιόπιστοι στόχοι και η Ρώμη θα πρέπει να αναθεωρήσει ολόκληρο το πτωχευτικό δίκαιο και να βελτιώσει τη λειτουργία των δικαστηρίων. Ο τραπεζικός κλάδος θα πρέπει να εξυγιανθεί μέσω συγχωνεύσεων και να περιοριστεί το υψηλό κόστος λειτουργίας των ιταλικών τραπεζών. Στο δημοσιονομικό μέτωπο, το ΔΝΤ εγκρίνει την πρόθεση της Ρώμης να επιτύχει ισοσκελισμένο προϋπολογισμό το 2019 και να εμφανίζει πρωτογενές πλεόνασμα 0,5% στη συνέχεια ώστε να αρχίσει να μειώνει το δημόσιο χρέος.
Εν τω μεταξύ, συνεχίστηκε και χθες η σημαντική πτώση της απόδοσης των ιταλικών ομολόγων, που είχε αρχίσει την περασμένη Πέμπτη. Η απόδοση του ιταλικού δεκαετούς ομολόγου ήταν χθες 2,01%, δηλαδή η χαμηλότερη από τις αρχές Ιανουαρίου, και η διαφορά (spread) σε σχέση με τα γερμανικά κρατικά ομόλογα υποχώρησε γύρω στις 175 μονάδες βάσης. Αιτία για την αποκλιμάκωση των ιταλικών αποδόσεων είναι η εκλογική αποτυχία του ευρωσκεπτικιστικού Κινήματος 5 Αστέρων στις τοπικές εκλογές της Κυριακής και η εγκατάλειψη του στόχου για διενέργεια πρόωρων εκλογών το φθινόπωρο.