
Ήταν από τους οπλαρχηγούς της Ελληνικής Επανάστασης, ωστόσο κατάφερε να γλιτώσει από τα χέρια των Τούρκων.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης δεν πέθανε από εχθρικό βόλι σε κάποια απ’ τις τόσες μάχες που έδωσε. Ούτε στην λαιμητόμο όπου τον είχαν καταδικάσει οι δικαστές της κυβερνήσεως του Κωλέττη, ούτε στο υγρό και σκοτεινό κελί του φρουρίου του Ναυπλίου, όπου πέρασε 6 μήνες φυλακισμένος.
Πέθανε στο σπίτι του στην Αθήνα, ανώδυνα, ειρηνικά και ανεπαίσχυντα, όπως εύχεται ή Εκκλησία μας, από εγκεφαλική συμφόρηση.
Ιδού πώς:
Την βραδιά του θανάτου του ήταν προσκεκλημένος στον Βασιλικό χορό του Παλατιού. Εκεί χόρεψε, έφαγε και ήπιε περισσότερο απ’ ότι συνήθιζε, ευτυχής καθώς ήταν, αφού προ δύο ήμερων είχε παντρέψει το μικρότερο παιδί του, τον Κωνσταντίνο (Κολίνο). Μετά τον χορό γύρισε σπίτι του, το όποιο βρισκόταν πολύ κοντά στα Παλάτι, την σημερινή Βουλή των Ελλήνων.
«Έπαθε αποπληξία (τον βρήκε κόλπος όπως λένε) κατά τον ύπνο, «κατά την 4η ώρα της νύκτας». Δεν μπορούσε να κουνηθεί ούτε να μιλήσει, και μετά βίας ανέπνεε. Αν και ήρθαν οι καλύτεροι γιατροί της εποχής, δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτε περισσότερο απ’ το να παρατείνουν τις στιγμές του. Τον φλεβοτόμησαν και του έβαλαν βδέλλες (αφαίμαξη), χιόνι στην κεφαλή, καταπλάσματα από σιναπόσπορο στα πόδια.
Η τελευταία του κουβέντα ήταν αυτή προς το παιδί του τον Γενναίο: «σου αφήνω τόσους φίλους, όσα φύλλα έχουν τα κλαριά, και φρόντισε να τους φυλάξεις».
Πέθανε σε ηλικία 73 ετών, στις 04/02/1843 και «ώρα 11η» πρωινή».
Όλα τα μαγαζιά και τα εργαστήρια της Αθήνας έκλεισαν και πλήθος κόσμου συνέρεε στο σπίτι του. Οι παλαιοί συναγωνιστές του τον καταφιλούσαν και έκλαιγαν με αναφιλητά. Κηρύχθηκε τριήμερων δημόσιο πένθος.
ΥΠΟΔΟΧΗ ΟΣΤΩΝ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΣΤΗΝ ΤΡΙΠΟΛΗ |
Ο ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΣΤΟ Α ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ |
Η ΑΜΑΞΟΣΤΟΙΧΊΑ ΜΕ ΤΑ ΟΣΤΑ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ |
Η ΦΥΛΑΚΗ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ |