Δεύτερο μοιραίο λάθος του προέδρου Ερντογάν ήταν η νέα έκρηξη του εμφυλίου πολέμου με τον κουρδικό πληθυσμό της Τουρκίας. Στα πρώτα χρόνια της προεδρίας του, ο Ερντογάν έκανε άνοιγμα προς τους Κούρδους και κατάφερε λίγο-πολύ να σταματήσουν οι ενεργές εχθροπραξίες.
Ολα άλλαξαν τον Ιούνιο του 2015, όταν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν (AKP) έχασε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία του. Για να συσπειρώσει τον κόσμο ποντάροντας στον εθνικισμό επανέλαβε τις ανοιχτές εχθροπραξίες με τους κούρδους αυτονομιστές αντάρτες του ΡΚΚ. Το τέχνασμα του Ερντογάν επέτρεψε στο ΑΚΡ να ξανακερδίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία στις πρόωρες εκλογές τον Νοέμβριο, αλλά με δυσβάσταχτο κόστος την αναζωπύρωση του εμφυλίου στα νοτιοανατολικά.
Παρά αυτές τις δύο αποφάσεις, θα ήταν δυνατό για τις τουρκικές δυνάμεις ασφαλείας να συνεχίσουν να προστατεύουν τη χώρα από την ισλαμιστική και την κουρδική τρομοκρατία. Αλλά μια τρίτη απόφαση ήταν εξίσου μοιραία: ο Ερντογάν επέλεξε τη ρήξη με τον ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, του οποίου το κίνημα Hizmet ήταν για πολλά χρόνια ένας από τους σημαντικότερους συμμάχους του.
Επί μία δεκαετία, οι γκιουλενιστές είχαν βοηθήσει τον Ερντογάν να εκδιώξει στρατιωτικούς και αστυνομικούς (μεταξύ πολλών άλλων υπαλλήλων του δημόσιου τομέα), οι οποίοι ήταν πιστοί στα τουρκικά κοσμικά και εθνικιστικά ιδεώδη, και όχι στον δικό τους ισλαμισμό. Αλλά το 2013 ο Ερντογάν υποψιάζεται ότι οι γκιουλενιστές έχουν αρχίσει να συνωμοτούν εις βάρος του και στρέφεται εναντίον τους, σε ένα εσωτερικό ξεκαθάρισμα που έγινε γνωστό ως «πόλεμος των ευσεβών (ισλαμιστών)». Μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του περασμένου Ιουλίου, ένας εκδικητικός Ερντογάν οργανώνει μαζικές εκκαθαρίσεις στον στρατό και τις υπηρεσίες ασφαλείας, αποδυναμώνοντας σε μεγάλο βαθμό την ικανότητα των αστυνομικών και στρατιωτικών της Τουρκίας. Αναλυτές εκτιμούν ότι σε μια εποχή που οι απειλές από ισλαμιστές και κουρδικές ομάδες εντείνονται, αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που χρειαζόταν η Τουρκία. Οπως βέβαια και τη μεγάλη διπλωματική κρίση που έχει ξεσπάσει με τις χώρες του σκληρού πυρήνα της ΕΕ, τις οποίες κατηγορεί έξαλλα ο Ερντογάν. Γεγονός είναι πως η Τουρκία βρίσκεται πλέον υπό τον πλήρη πολιτικό έλεγχο ενός μεμονωμένου αυταρχικού ηγέτη, όλο και πιο αδύναμη να αντιμετωπίσει τις πολλαπλές κρίσεις που την απειλούν. Ακόμη και στο καλύτερο σενάριο, γράφουν αναλυτές, η Τουρκία θα αποδυναμωθεί σοβαρά, και δεν θα είναι πλέον σε θέση να διατηρεί τον περιφερειακό ηγετικό ρόλο που είχε παίξει επί σχεδόν έναν αιώνα. Στη χειρότερη περίπτωση, η οικονομία της, που ήδη επιβραδύνεται με δραματική πτώση στον τουρισμό και τις άμεσες ξένες επενδύσεις, θα καταρρεύσει, στέλνοντας τεράστιους αριθμούς προσφύγων – όχι πλέον μόνο Σύρων αλλά και Τούρκων – προς τη Δυτική Ευρώπη.«Η Τουρκία γίνεται μια οικονομικά εξασθενημένη απολυταρχία, που πλήττεται από την τρομοκρατία και δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της, πόσω μάλλον να βοηθήσει το ΝΑΤΟ να προβάλει ισχύ» είπε ανωνύμως απογοητευμένη διπλωματική πηγή της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας στις Βρυξέλλες.