Ο αρχαιολογικός χώρος του σπηλαίου Φράγχθι μας έχει δώσει σπουδαία ευρήματα και συνεχώς αποκαλύπτονται νέα κατάλοιπα του προϊστορικού οικισμού της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού.
«Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα υποδεικνύουν την ύπαρξη πιο περίπλοκων κτιρίων, καθώς επίσης και πολλών θαμμένων αρχιτεκτονικών καταλοίπων», ενώ «κάτω από το στρώμα της Πρώιμης Ελλαδικής ΙΙ (μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ., στην οποία αντιστοιχούν τα ορατά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα στο βυθό) ανακαλύφθηκε ένα τείχος της Πρωτοελλαδικής Ι (πρώιμη 3η χιλιετία). Ένα άλλο παλαιότερο στρώμα ερευνήθηκε το οποίο θα μπορούσε να χρονολογηθεί ακόμη και στη μεταβατική περίοδο μεταξύ της Νεολιθικής και της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού. Τα ευρήματα περιλαμβάνουν μεγάλες ποσότητες οστράκων πορφύρας. Είναι ωστόσο αδύνατον ακόμα να προσδιοριστεί σε τι χρησίμευαν».
Τα παραπάνω αναφέρει, μεταξύ άλλων, σε ανακοίνωσή του το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, αναφερόμενο στην έρευνα του 2017, που πραγματοποιείται στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος «Όρμος της Κοιλάδας», υπό τη διεύθυνση της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων με τη συνεργασία του Πανεπιστημίου της Γενεύης, υπό την αιγίδα της Ελβετικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Ελλάδα. Στόχος του η μελέτη βυθισμένων προϊστορικών θέσεων στον μικρό κόλπο της νότιας Αργολίδας.
«Η έρευνα του 2017 ξεκίνησε με υποθαλάσσια τοπογραφία και γεωφυσικές μετρήσεις. Σε συνέχεια των προηγούμενων εργασιών στην παραλία Λαμπαγιαννά, τα ορατά στο βυθό αρχιτεκτονικά κατάλοιπα χαρτογραφήθηκαν περαιτέρω και η τομογραφία ηλεκτρικής ειδικής αντίστασης συνεχίστηκε προς τα βόρεια της παραλίας, σε αβαθή νερά», αναφέρει η σχετική ανακοίνωση, προσθέτοντας ότι έγιναν επίσης «υποβρύχιες ανασκαφές σε μια μεγαλύτερη επιφάνεια από το 2016 και με βελτιωμένες μεθόδους».
Ο οικισμός ανακαλύφθηκε το 2015. Όπως πληροφορεί το ΥΠΠΟΑ, πρόκειται για έναν αρκετά μεγάλο (τουλάχιστον 1,2 εκτάρια) οικισμό της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού. «Στον βυθό είναι ορατά κάποια αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, σε βάθος 1 - 3 μέτρων, ενώ περισσότερα θα μπορούσαν να βρίσκονται θαμμένα κάτω από τα θαλάσσια ιζήματα. Από το 2016, η έρευνα έχει επικεντρωθεί στη διερεύνηση της έκτασης και της χρονολόγησης του οικισμού», συμπληρώνει το ΥΠΠΟΑ.
Η έρευνα του 2017, που διήρκεσε από τις 3 Ιουλίου έως τις 11 Αυγούστου, πραγματοποιήθηκε υπό την ευθύνη της Δρ. Αγγελικής Σίμωσι, Διευθύντριας της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, και του Καθηγητή Karl Reber, Διευθυντή της Ελβετικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Ελλάδα.