Με την ανακοίνωση αποχώρησης των αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία, ο πρόεδρος Τραμπ έμοιαζε να ανοίγει τον δρόμο σε μία νέα στρατιωτική εισβολή της Τουρκίας. Οι ΗΠΑ φαίνονταν να εγκαταλείπουν τους Κούρδους στο έλεος του τουρκικού στρατού. Ο Τούρκος υπουργός Άμυνας, σε δηλώσεις του, προανήγγειλε τη συντριβή των Κούρδων «τρομοκρατών» του YPG. Όμως, οι εξελίξεις που ακολούθησαν δεν επιβεβαιώνουν τις προσδοκίες της Άγκυρας.
Δεν θα εστιάσουμε στις νεότερες δηλώσεις του Τραμπ. Αυτές αναφέρονται σε «αργή» αποχώρηση των Αμερικανών από τη Συρία και στην ανάγκη «προστασίας» των Κούρδων. Ο Αμερικανός πρόεδρος μοιάζει περισσότερο να θέλει να «μαζέψει» τις αντιδράσεις που προέκυψαν από την αιφνιδιαστική ανακοίνωσή του, στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Οι εξελίξεις στο μέτωπο της Συρίας παρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Δυνάμεις των Κούρδων αποσύρθηκαν εσπευσμένα από την πόλη Μανμπίτζ, που απέχει 30 χλμ από τα τουρκικά σύνορα.
Όμως, στη θέση τους αναπτύχθηκαν δυνάμεις του συριακού στρατού, έπειτα από συνεννόηση της ηγεσίας των Κούρδων με το καθεστώς Άσαντ. Ήταν αδύνατον ο Σύρος πρόεδρος να προχωρήσει σε μία τόσο σοβαρή κίνηση, χωρίς να έχει το «πράσινο φως» της Ρωσίας. Πρέπει να σημειώσουμε πως ο Άσαντ είχε αποπειραθεί να αποστείλει δυνάμεις του συριακού στρατού και στο Αφρίν, τον περασμένο Φεβρουάριο. Προς μεγάλη ικανοποίηση της Άγκυρας, τα σχέδια του Άσαντ δεν είχαν τότε προχωρήσει.
Ο Σύρος πρόεδρος είχε δεχτεί τότε σφοδρές πιέσεις από τη Μόσχα να μην στείλει στρατιωτικές δυνάμεις στο πολιορκούμενο Αφρίν. Η Δαμασκός απέστειλε τελικώς ορισμένες ομάδες παραστρατιωτικών, που αποδείχτηκαν εύκολη λεία για τον τουρκικό στρατό. Η Τουρκία κατέλαβε την κουρδική πόλη, η οποία βρίσκεται υπό τουρκική κατοχή μέχρι και σήμερα. Ωστόσο, αυτή τη φορά βλέπουμε πως η Ρωσία επέλεξε να «φρενάρει» τις φιλοδοξίες της Τουρκίας στη Συρία.
Τα προβλήματα για τη στρατηγική Ερντογάν δεν περιορίζονται μόνο στα ανατολικά του Ευφράτη. Στην Ιντλίμπ σημειώθηκαν αιματηρές συγκρούσεις ανάμεσα σε τζιχαντιστές και στους τουρκόφωνους «αντάρτες» που υποστηρίζει η Άγκυρα. Επομένως, εκτός των Κούρδων, η Άγκυρα έχει να ασχοληθεί με τους μισθοφόρους της και τις τζιχαντιστικές συμμορίες, τις οποίες μέχρι πρότινος υποστήριζε.
Κούρδοι και Άραβες υπέρ Άσαντ
Ιστορικά, το μπααθικό καθεστώς της Συρίας δεν έχει συνδεθεί με αιματηρά εγκλήματα εις βάρος των Κούρδων, όπως αυτά του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ. Ο Μπασάρ αλ Άσαντ δεν έκοψε τις γέφυρες με τους Κούρδους, κατά τη διάρκεια του συριακού εμφυλίου πολέμου. Προφανώς και δεν είναι διατεθειμένος να διαπράξει γενοκτονία κατά των Κούρδων για χάρη του Ερντογάν.
Οι Κούρδοι διαπραγματεύονται με τη Δαμασκό τον ρόλο τους σε μία μεταπολεμική Συρία. Οι διαπραγματεύσεις αυτές έχουν την έγκριση της Μόσχας, που επιθυμεί να απομακρυνθούν οι Κούρδοι από την επιρροή της Ουάσινγκτον. Όπως φαίνεται, θα καταλήξουν σε έναν «οδικό χάρτη» που θα αναγνωρίζει την αυτονομία των Κούρδων, εντός μίας ενωμένης Συρίας. Όλες οι πλευρές θα είναι ευχαριστημένες, εκτός της Άγκυρας.
Ειδικά, ο Σύρος πρόεδρος είναι διπλά κερδισμένος. Βλέπει επιτέλους να σπάει η πολυετής απομόνωσή του στον αραβικό κόσμο. Την αρχή έκανε ο Σουδανός πρόεδρος Ομάρ Μπασίρ, ο οποίος συναντήθηκε με τον Άσαντ στα μέσα Δεκεμβρίου. Μετέπειτα, ο Ιορδανός μονάρχης Αμπντάλα δήλωσε πως θέλει να εξομαλύνει τις σχέσεις του με τη Δαμασκό. Πρεσβεία στη Συρία άνοιξαν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, μία κίνηση με μεγάλη γεωπολιτική σημασία. Ως γνωστόν, το Άμπου Ντάμπι έχει κάκιστες σχέσεις με την Άγκυρα. Οι ηγέτες των δύο χωρών έχουν ανταλλάξει σφοδρές προσβολές στο πρόσφατο παρελθόν.
Πρέπει να σημειώσουμε πως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα δεν θα προχωρούσαν ποτέ σε μία τόσο σημαντική διπλωματική ενέργεια, χωρίς την έγκριση του μεγάλου «προστάτη» τους, της Σαουδικής Αραβίας. Είναι φανερό πως το πάμπλουτο ισλαμικό βασίλειο ψάχνει διαύλους προσέγγισης με τον Άσαντ, τον οποίο μέχρι πρότινος πολεμούσε. Οι λόγοι που εξηγούν τη στάση του Ριάντ είναι δύο:
Πρώτον, η Σαουδική Αραβία θέλει να αποφύγει μία περαιτέρω εμπλοκή της Τουρκίας στη Συρία. Με τη θέση της συμφωνούν όλα τα αραβικά κράτη, με εξαίρεση το Κατάρ.
Δεύτερον, το Ριάντ επιθυμεί να περιορίσει την εξάρτηση της Δαμασκού από την Τεχεράνη. Για να επιτύχει το δεύτερο σκέλος της στρατηγικής της Σαουδικής Αραβίας χρειάζεται ένας αξιόπιστος μεσολαβητής. Δεν υπάρχει πιο κατάλληλος από τον Αιγύπτιο πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι.
Σύμπλευση Αιγύπτου-Συρίας
Ο Σύρος πρόεδρος έχει δίκιο να δυσπιστεί για τις προθέσεις των Αράβων ηγετών. Θα μπορούσε, όμως, να εμπιστευτεί τον Αιγύπτιο ομόλογό του. Είναι αλήθεια πως το Κάιρο είναι στενός σύμμαχος του Τελ Αβίβ και του Ριάντ, των μεγάλων εχθρών της Δαμασκού. Όμως, η εξωτερική πολιτική της Αιγύπτου δεν ταυτίζεται απόλυτα με τους συμμάχους της στη Μέση Ανατολή.
Για παράδειγμα, στον εμφύλιο της Υεμένης, οι Σαουδάραβες υποπτεύονται πως το Κάιρο δίνει μυστική βοήθεια στους σιίτες αντάρτες Χούθι. Το στρατιωτικό καθεστώς του Σίσι δεν θεωρεί τη Χαμάς τρομοκρατική οργάνωση, όπως οι ΗΠΑ και το Ισραήλ. Η Αίγυπτος δεν συμμετέχει στην εκστρατεία απομόνωσης του Ιράν στον αραβικό κόσμο, μία εκστρατεία ενορχηστρωμένη από το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία και τις ΗΠΑ.
Ο πρόεδρος Σίσι ήταν και είναι κατηγορηματικά αντίθετος σε αλλαγή καθεστώτος στη Συρία. Η αντιτρομοκρατική συνεργασία Καΐρου και Δαμασκού συνεχιζόταν κανονικά, ενώ μαινόταν ο αιματηρός εμφύλιος στη Συρία. Αιγύπτιοι αξιωματούχοι συμμετέχουν στις συνομιλίες για τον «οδικό χάρτη» στη Συρία, μαζί με τους Κούρδους και τη συριακή κυβέρνηση.
Κάιρο και Δαμασκός συμφωνούν στη σκληρή αντιμετώπιση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο πατέρας Άσαντ έχει διαλύσει ολοκληρωτικά το συριακό παρακλάδι της οργάνωσης. Η κοινή απέχθεια που νιώθουν για τον Τούρκο πρόεδρο ενώνει επίσης τον υιό Άσαντ και τον στρατηγό Σίσι. Για τους δύο Άραβες ηγέτες, ο Ερντογάν είναι ο μεγαλύτερος υποστηρικτής της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Εκτέθηκε ο Ερντογάν
Σύμφωνα με δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, θα υπάρξει ενεργότερη εμπλοκή της Αιγύπτου στη συριακή υπόθεση. Για παράδειγμα, συζητείται το σενάριο να αναπτυχθούν στρατεύματα του αιγυπτιακού στρατού στα σύνορα Συρίας-Τουρκίας. Η Αίγυπτος, η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη του αραβικού κόσμου, μπορεί να καλύψει το κενό από την αποχώρηση των Αμερικανών.
Αυτό το ενδεχόμενο μοιάζει να ανησυχεί ιδιαίτερα την Τουρκία, μετά το πρόσφατο στραπάτσο που υπέστη από τον Σίσι στη Λιβύη. Ένας διευρυμένος ρόλος της Αιγύπτου στη Συρία είναι αποδεκτός από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, εκτός Άγκυρας. Δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για την Τουρκία. Δεν την θέλουν στη Συρία ούτε οι Κούρδοι, ούτε ο Άσαντ, ούτε οι Άραβες.
Μην ξεχνάμε πως ακόμα και το Ιράν, που σ’ αυτή τη φάση διατηρεί καλές σχέσεις με την Τουρκία, είχε εκφράσει επιφυλάξεις για τη στρατιωτική της παρουσία στο Αφρίν. Η δε αναφορά του Πομπέο πως οι ΗΠΑ δεν θα επιτρέψουν τον «σφαγιασμό» των Κούρδων από την Τουρκία, δείχνει πως η καχυποψία μεταξύ Ουάσινγκτον και Άγκυρας διατηρείται. Θεωρούμε πως ο Ερντογάν εκτέθηκε προαναγγέλλοντας μία γενικευμένη στρατιωτική επιχείρηση της Τουρκίας.
Έκανε το λάθος και αποκάλυψε τα χαρτιά του στο συριακό πόκερ. Αρκέστηκε στην προφορική υποστήριξη των ΗΠΑ, η οποία όμως δεν είναι δεδομένη, λόγω των αντιφατικών μηνυμάτων της Ουάσιγκτον. Το κυριότερο λάθος του είναι ότι υποτίμησε την πολυπλοκότητα της συριακής σύγκρουσης και τους υπόλοιπους παίχτες. Παίχτες που διακρίνονται από την ψύχραιμη και συχνά επιτυχημένη στρατηγική τους.
Toυ Γιώργου Λυκοκάπη
slpress.gr