Υπάρχει μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα γενικευμένης αδικίας. Τα ερωτήματα πολλά. Είμαστε πλούσιο ή φτωχό κράτος; Πότε μάθαμε για τον ορυκτό μας πλούτο και τι κάναμε για αυτό; Ξέρουμε όλη την αλήθεια; Ζούμε όπως μας αξίζει ή παρασιτικά στις πλάτες άλλων; Γιατί μαθαίνουμε τώρα για το πλούσιο -κατά πως λέγεται- υπέδαφός μας; Πώς φτάσαμε ως εδώ; Αναντίρρητα οι απαντήσεις θολές και δύσκολες. Η εποχή βοηθά τους τολμηρούς εξερευνητές της αλήθειας, μόνο που τα μονοπάτια έχουν καλυφθεί μεθοδικά και έχουν γίνει ένα με την φύση απ το αναπόφευκτο πέρασμα του χρόνου. Και έχω την αίσθηση ότι πρέπει να οδηγηθούμε πολλά χρόνια πίσω, στην αρχή αυτών των μονοπατιών, εάν επιθυμούμε να κατανοήσουμε τα πώς και τα γιατί που ακολουθούν έναν ολόκληρο λαό, που ακροβατεί στο χείλος του γκρεμού φορτωμένος παράλληλα με το βάρος των λαθών της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας.
Χθες ανέτρεξα στην και έκανα μια μικρή έρευνα. Το αποτέλεσμα με ικανοποίησε και σας το παραθέτω. Το κείμενο προέρχεται από το εξώφυλλο της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ, όπως αυτό κυκλοφόρησε την Τρίτη 8 Απριλίου του 1903.
Μια ακόμη πολύτιμος γνωριμία, την οποίαν έκαμα εις την Θεσσαλονίκην είναι η με τον καθηγητήν του Γυμνασίου κ. Χατζηκυριακόν. Την επεζήτησα επιμόνως, διότι είχον μάθει ότι δεν υπάρχει ίσως εις τον κύκλον των διακεκριμένων Ελλήνων της κοινότητος εκείνης άνθρωπος σπουδάσας την Μακεδονίαν συστηματικώτερον και επιστημονικώτερον από τον διαπρεπή αυτόν καθηγητήν των φυσικών επιστημών.
Αφού ήκουσα τους αντιπροσώπους του ελληνικού κράτους, τους αντιπροσώπους της ελληνικής εκκλησίας ήτο απαραίτητον να ακούσω και ένα αντιπρόσωπον της ελληνικής παιδείας, της μεγάλης και κυριωτέρας αυτής δυνάμεως, δια της οποίας ο ελληνισμός ευημερεί και θριαμβεύει εις την χώραν των αλληλομαχομένων εθνισμών.
Η δημοσιογραφική μου αδιακρισία και η περιοδευτική βία συνέλαβε τον κ. Καθηγητήν με την πρωινήν ετημελησίαν, σκυμμένον επάνω εις το γραφείον της μικράς εξοχικής οικίας του επί σκορπισμένων χειρογράφων ενός άρθρου του, το οποίον δημοσιεύει εντός της εβδομάδος εις εν εγχώριον συμπαθές ελληνικόν φυλλάριον, εμφανιζόμενον δειλώς εις την Θεσσαλονίκην.
Το θέμα του άρθρου ήτο καθαρώς επιστημονικόν: μια αυτοτελής συνέχεια ολοκλήρου πραγματείας περί της γεωλογικής φύσεως του τόπου. Είναι μια ακόμη σοβαρωτάτη έποψις της γενικής καταστάσεως της Μακεδονίας αυτή η μελέτη του εδάφους της και ο Έλλην καθηγητής είναι ο μόνος ασχοληθείς μεθοδικώτατα δι επιμόνου σπουδής και δι αυτοπροσώπου εξετάσεως εις το σπουδαίον αυτό ζήτημα.
– Και τα πορίσματα των μελετών σας περί της καταστάσεως αυτής; Ερωτώ τον κ. Χατζηκυριακόν.
– Απιστεύτως ενθαρρυντικά, μου απαντά. Το έδαφος της Μακεδονίας είναι όσον ολίγιστα εδάφη της Ευρώπης πλούσιον εις μεταλλεία.
– Τι είδους μεταλλεία;
– Σχεδόν όλα. Περιέχει μεταλλεία χρωμίου, αργυρούχου μολύβδου, χαλκού, μαγγανίου, λευκολίθου, σιδήρου, αντιμωνίου, αμιάντου, σχιστολίθου, λιγνιτών, γαιανθράκων, ακόμη και χρυσίτιδος άμμου…
Και εξακολουθεί ο καθηγητής εισάγων εις τον θύλακα της μνήμης μου τας πετρώδεις και ασυνειθίστους λέξεις της φυσικής και της χημείας.
Μανθάνω προσέτι ότι το Γυμνάσιόν μας εν Θεσσαλονίκη είναι εφωδιασμένον με μίαν πολύτιμην συλλογήν γεωλογικών προϊόντων της Μακεδονίας, οφειλομένην εις την φιλοτιμίαν και εις τον επιστημονικόν ζήλον του Έλληνος καθηγητού, όστις την εσχημάτισε και την εδώρησεν εις το Γυμνάσιον κατόπιν μακράς και κοπιώδους περιοδείας του εις τους μεταλλούχους τόπους.
Ερωτώ εάν γίνωνται εκμεταλλεύσεις αυτών των άλλου είδους θησαυρών, που περέχουν εκείναι τα βουνά των λυμεώνων, τα οποία είχα ιδή από το βαγόνι του σιδηροδρόμου.
– Ελάχιστα, μου απαντά. Αι πολιτικαί ανωμαλίαι εμποδίζουν και αυτήν την σπουδαιοτάτην εργασίαν της εκμεταλλεύσεως.
Ακολουθεί σε μεγέθυνση το κείμενο της συνέντευξης του καθηγητή Χατζηκυριάκου.
huffingtonpost.gr