Είναι πλέον φανερό ότι το Κρεμλίνο ετοιμάζεται να ανακοινώσει τις κυρώσεις που θα επιβάλει στις ΗΠΑ, μετά την απόφαση της Ουάσιγκτον να επιβάλει κι άλλες κυρώσεις στην Ρωσία, όπως και ότι η Ευρωπαϊκή ΄Ένωση θα επεκτείνει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας στην σημερινή σύνοδο κορυφής, που πραγματοποιείται στις Βρυξέλλες.
Το Κρεμλίνο άφησε να εννοηθεί χθες, δια στόματος του εκπροσώπου του Ρώσου προέδρου Ντμίτρι Πεσκόφ, ότι θα τηρηθεί η «αρχή της αμοιβαιότητας», ενώ σήμερα η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχαροβα, αναφερόμενη στις επικείμενες αυτές κυρώσεις, δήλωσε ότι «το ζήτημα βρίσκεται στο στάδιο της επεξεργασίας» και «δυστυχώς θα αναγκασθούμε να αντιδράσουμε».
Ωστόσο ενώ η Μόσχα, προετοιμάζεται να ανακοινώσει τις κυρώσεις κατά των ΗΠΑ, χωρίς να γνωρίζει κανείς αν θα αφορούν απελάσεις Αμερικανών διπλωματών ή άλλου είδους μέτρα, η Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά την διάρκεια της σημερινής συνόδου κορυφής είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επεκτείνει τις κυρώσεις που έχει επιβάλει κατά της Ρωσίας, για να δείξει ότι η τιμωρία που της επιβάλλει επειδή επανενώθηκε την Κριμαία.
Χθες μάλιστα, ο εκπρόσωπος της Γερμανίδας καγκελαρίου Στέφεν Ζάιμπερτ, όταν δήλωνε προς τους δημοσιογράφους ότι η καγκελάριος θα ενημερώσει τους εταίρους της για την πορεία των συμφωνιών του Μίνσκ και εν συνεχεία η σύνοδος κορυφής θα αποφασίσει για το αν θα επεκτείνει ή όχι τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, έλεγε με έμφαση: «ξεκινάω από το ότι οι κυρώσεις θα επεκταθούν».
Εκτός όμως από τις κυρώσεις στη σημερινή σύνοδο δεν αποκλείεται να συζητηθεί και ένα θέμα, που θίγει άμεσα τα συμφέροντα της Ρωσίας και αφορά την κατασκευή του αγωγού Nord Stream 2, την οποία, όπως επισημαίνει η ρωσική ιστοσελίδα της DW, διαφορετικά αντιμετωπίζει το Βερολίνο και διαφορετικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει να έχει από τις κυβερνήσεις και τους αρχηγούς κρατών των χωρών μελών της ΕΕ την εντολή για την διεξαγωγή συνομιλιών με την Ρωσία, ώστε σε περίπτωση που αποφασισθεί η κατασκευή να τηρηθούν όλες οι ισχύουσες εντός του πλαισίου της ΕΕ νομικές διαδικασίες χωρίς να ζημιωθεί κανείς.
Το Βερολίνο αντίθετα θεωρεί ότι ο αγωγός Nord Stream 2 είναι ένα καθαρά εμπορικό έργο, την τύχη του οποίου πρέπει να αποφασίσουν οι εταιρείες οι οποίες συμμετέχουν σ' αυτό. Αυτός είναι και ο λόγος, όπως επισημαίνει η γερμανική ιστοσελίδα στην ρωσική της έκδοση, που η γερμανική κυβέρνηση δεν θεωρεί αναγκαίο να δοθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή η εντολή για διεξαγωγή συνομιλιών με την Ρωσία.
Η ανησυχία της αυτή της γερμανικής κυβέρνησης είχε εκδηλωθεί έντονα την προηγούμενη εβδομάδα, όταν Αμερικανοί γερουσιαστές ενέκριναν την επιβολή κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας για τη φερόμενη ανάμειξή της στις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ το 2016, οι οποίες αφορούσαν και το ενδεχόμενο επιβολής προστίμων σε ευρωπαϊκές εταιρείες που συμμετέχουν στα έργα αυτά. Κι επειδή αυτή τη στιγμή το ενεργειακό έργο που αφορά άμεσα την Γερμανία είναι ο αγωγός Nord Stream 2, στο οποίο συμμετέχουν και γερμανικές εταιρείες, το Βερολίνο αντέδρασε σε υψηλούς τόνους, μέσω του υπουργού Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ , βρίσκοντας συμπαραστάτη στο θέμα αυτό τον αυστριακό καγκελάριο Κρίστιαν Κερν.
Ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης Στέφεν Ζάιμπερτ δήλωσε τότε ότι η Μέρκελ συμμερίζεται τις ανησυχίες που εξέφρασαν για τις νέες κυρώσεις ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ και ο Καγκελάριος της Αυστρίας Κρίστιαν Κερν, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «πρόκειται για μια παράξενη κίνηση από την αμερικανική Γερουσία».
Αλλά και το γαλλικό υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε τότε ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να συντονιστούν με τις ευρωπαϊκές χώρες και τους εταίρους τους στην Ομάδα των 7 (G7) πριν επιβάλουν νέες κυρώσεις στη Ρωσία.
Τόσο όμως η αντίδραση αυτή του Βερολίνου, όσο και του Παρισιού την προηγούμενη εβδομάδα, αλλά και η πρόθεση τους να επεκτείνουν τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, εξαιτίας του ουκρανικού ζητήματος, αναδεικνύουν τους προβληματισμούς της Ευρώπης ή τουλάχιστον ενός τμήματος της, που σκέφτεται από την μία πως θα συνεχίσει να τιμωρεί την Ρωσία για την στάση της στην Ουκρανία, έως ότου συνετισθεί και από την άλλη πως θα αποκομίσει κάποια οφέλη από την τιμωρημένη Ρωσία, η οποία ωστόσο δείχνει να μην «συνετίζεται» εδώ και τρία χρόνια.
Η αντίφαση είναι προφανής όπως και το αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί. Κανείς προς το παρόν δεν γνωρίζει για πόσο ακόμη θα συνεχισθεί. Ενδεχομένως όμως το αδιέξοδο αυτό να υποδηλώνει την αρχή μιας αναζήτησης τρόπων εξόδου από τον φαύλο κύκλο των κυρώσεων, καθώς όλοι ενδόμυχα έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν ότι η πολιτική των κυρώσεων είναι "αναποτελεσματική", κάτι που είχε αντιληφθεί ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ στο πρώιμο στάδιο της προεδρίας του, όταν ο ίδιος έλεγε ότι οι κυρώσεις είναι «αναποτελεσματικές».