Ο 61χρονος ήταν ο «εγκέφαλος» της εγκληματικής οργάνωσης καθώς εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του ως επιχειρηματίας στον τομέα της θαλάσσιας αλιείας και τις επαφές που διέθετε τόσο σε χώρες της Λατινικής Αμερικής όσο και της Ευρώπης από τριακονταετίας τουλάχιστον, αποτελούσε τον γενικό συντονιστή των διεθνών μεταφορών των ναρκωτικών.
Ο «Έλληνας Εσκομπάρ» εκτός από τον γενικό συντονισμό και τις κατευθύνσεις προς τα υπόλοιπα μέλη, αναλάμβανε τη στρατολόγηση πληρωμάτων, την εξεύρεση και προετοιμασία κατάλληλων αλιευτικών σκαφών, τον εξοπλισμό τους με εξειδικευμένα συστήματα ναυσιπλοΐας και εντοπισμού, καθώς και τη διεκπεραίωση της σχετικής γραφειοκρατίας μέσω επαγγελματιών του χώρου.
Επίσης διατηρούσε επαφές με τους προμηθευτές ναρκωτικών ουσιών, συντόνιζε τις παραλαβές εν πλω και καθοδηγούσε τη μεταφορά και παράδοσή τους στους παραλήπτες, ενώ είχε και τον πλήρη έλεγχο της νομιμοποίησης των παρανόμων εσόδων μέσω εταιρειών και αλιευτικών δραστηριοτήτων.
Σημαντικό ρόλο στο κύκλωμα διαδραμάτιζε ένας 73χρονος, μόνιμος κάτοικος Ολλανδίας, ο οποίος μέχρι στιγμής δεν έχει συλληφθεί, ο οποίος ήταν το «δεξί χέρι» του αρχηγού και ουσιαστικά δρούσε ως αντιπρόσωπός του στη Λατινική Αμερική, πραγματοποιώντας επαφές και συναντήσεις με προμηθευτές ναρκωτικών ουσιών και υποβοηθώντας στην εξεύρεση παραληπτών.
Ο 73χρονος εμπλέκεται και στην υπόθεση «Africa 1» του 2004, όταν ένα άλλο πλοίο που μετέφερε 4,5 τόνους κοκαΐνης είχε πιαστεί από τις ισπανικές Αρχές.
Κομβική για τη λειτουργία του κυκλώματος ήταν και η συμβολή ενός 38χρονου μέλους, το οποίο αναλάμβανε τη διάθεση και προετοιμασία των αλιευτικών σκαφών που χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά των ναρκωτικών ουσιών, ενώ υποβοηθούσε σε τεχνικές εργασίες, μετατροπές σκαφών, προμήθεια εξοπλισμού και έκδοση εγγράφων. Επιπλέον, λειτουργούσε και ως «αχυράνθρωπος», ιδρύοντας και διατηρώντας εταιρικά σχήματα, ώστε να εμφανίζεται ως τυπικός ιδιοκτήτης των σκαφών ή διαχειριστής των εταιρειών που τα κατείχαν.
Ένας 42χρονος και έτερος Έλληνας, 61 ετών, λειτουργούσαν ομοίως «αχυράνθρωποι» του αρχηγικού μέλους, ιδρύοντας και διατηρώντας εταιρείες στο όνομά τους για την κατοχή και εκμετάλλευση των αλιευτικών σκαφών. Παράλληλα, συμμετείχαν και ως μέλη πληρωμάτων στα σκάφη που χρησιμοποιούνταν για τη διακίνηση ναρκωτικών ουσιών.
Ένας 79χρονος, ένας 72χρονος, ένας 80χρονος, ένας 68χρονος και ένας 46χρονος, αποτελούσαν τον επιχειρησιακό βραχίονα της οργάνωσης, συγκροτώντας το πλήρωμα των αλιευτικών πλοίων, εκμεταλλευόμενοι την ιδιότητά τους ως ναυτικοί, καπετάνιοι και κάτοχοι διπλωμάτων πηδαλιούχου. Με τον τρόπο αυτό προχωρούσαν στην παραλαβή των ναρκωτικών ουσιών εν πλω, τη μεταφορά τους και την παράδοσή τους σε προκαθορισμένα σημεία σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Λευκάδα: Κατάπιε σακούλα με ναρκωτικά σε έλεγχο της αστυνομίας και πέθανε
Πρόκειται για τους συλληφθέντες, οι οποίοι σήμερα, Πέμπτη αναμένεται να οδηγηθούν ενώπιον του ανακριτή Πειραιά προκειμένου να απολογηθούν, οι οποίοι παραλάμβαναν τα ναρκωτικά και τα παρέδιδαν σε συγκεκριμένα προσυμφωνημένα σημεία σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ένα 74χρονο μέλος, ήταν επιφορτισμένο με τη νομιμοποίηση των παράνομων εσόδων, καθώς, με εντολή και για λογαριασμό του αρχηγικού μέλους, είχε αναλάβει τη σύσταση, ίδρυση και διαχείριση εταιρειών, των οποίων εμφανιζόταν ως τυπικός ιδιοκτήτης ή διαχειριστής αυτών. Μέσω των εταιρειών διοχετεύονταν, αποκρύπτονταν και ενσωματώνονταν στο νόμιμο οικονομικό κύκλωμα χρηματικά ποσά προερχόμενα από τη διακίνηση ναρκωτικών ουσιών, διασφαλίζοντας την απόκρυψη του πραγματικού δικαιούχου και τη συνέχιση της εγκληματικής δραστηριότητας.
To modus operadi της εγκληματικής οργάνωσης
Η μεθοδολογία τους ήταν «επαγγελματική» και τυπική των διεθνών καρτέλ: αξιοποιούσαν αλιευτικά σκάφη, τα οποία είχαν νομιμοφανή επιχειρηματική δραστηριότητα και εμφανίζονταν να εκτελούν επαγγελματική αλιεία σε διεθνή ύδατα. Στον πυρήνα της μεθόδου βρισκόταν η πρακτική του «mothership»: μεγάλη ποσότητα μεταφερόταν διαμέσου ωκεάνιων διαδρομών και μεταφορτωνόταν εν πλω σε μικρότερα αλιευτικά σκάφη, ώστε να δικαιολογείται η παρουσία τους στη θάλασσα και να μειώνεται ο κίνδυνος εντοπισμού.
Τελικός στόχος ήταν η παράδοση των ναρκωτικών απευθείας σε ακτές ή σε ιστιοπλοϊκά σκάφη ή ακόμη και μέσω της απόρριψής τους στη θάλασσα κοντά σε ακτές, προκειμένου στη συνέχεια να περισυλλεχθούν από μικρά σκάφη ή δύτες.
Η «επιχείρηση Ίππαλος»
Η αντίστροφη μέτρηση για το ξήλωμα του κυκλώματος ξεκίνησε πριν από περίπου ενάμιση χρόνο, τον Οκτώβριο του 2024, μετά από αξιοποίηση στοιχείων που περιήλθαν από το Γραφείο DEA της Πρεσβείας των Η.Π.Α. στην Αθήνα και στη συνέχεια αναπτύχθηκε κλιμακωτά σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Δίωξης Ναρκωτικών και Λαθρεμπορίου του Αρχηγείου Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής, του Τμήματος Δίωξης Ναρκωτικών, Όπλων και Λοιπών Ελεγχόμενων Προϊόντων της Επιχειρησιακής Διεύθυνσης του ΣΔΟΕ, της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, τη Europol, της FRONTEX, του Maritime Analysis and Operations Centre- Narcotics (MAOC-N) και του Πολεμικού Ναυτικού της Γαλλίας.
Για τον τερματισμό της δράσης τους, πρωινές ώρες της Κυριακής, 14 Δεκεμβρίου 2025, πραγματοποιήθηκε ευρείας κλίμακας διεθνική επιχείρηση κατά την οποία μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, τέσσερις Έλληνες (61χρονος, 79χρονος, 72χρονος και 68χρονος) και ο 46χρονος αλλοδαπός, εντοπίστηκαν από το Πολεμικό Ναυτικό της Γαλλίας να πλέουν με ελληνικό αλιευτικό σκάφος σε υπερπόντια περιοχή της Γαλλίας.
Στο πλαίσιο της έρευνας που πραγματοποιήθηκε στο σκάφος βρέθηκε να κατέχουν με σκοπό την περαιτέρω διακίνηση και για λογαριασμό των υπόλοιπων μελών της οργάνωσης 136 πακέτα, τα οποία περιείχαν κοκαΐνη. Καθένα απ’ αυτά είχε βάρος 25 έως 35 κιλά με τη συνολική ποσότητα να υπολογίζεται από 3 τόνους και 400 κιλά έως 4 τόνους και 760 κιλά, καθώς η ακριβής ζύγιση βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη.
Την εν λόγω ποσότητα είχαν παραλάβει εν πλω, μετά από υπόδειξη του αρχηγού τους, αρχές του τρέχοντος μήνα σε θαλάσσια περιοχή ανοικτά της νήσου Μαρτινίκας.
Στο πλαίσιο της πολύμηνης έρευνας, διακριβώθηκε ότι τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης είχαν επιχειρήσει και τον Οκτώβριο του 2024 παρόμοια διαδικασία μεταφοράς ναρκωτικών ουσιών από την Αφρική. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν κατάφεραν να ολοκληρώσουν την πράξη τους λόγω βλάβης του πλοίου.
Μετά τον εντοπισμό της κοκαΐνης στο πλοίο, αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Ναρκωτικών επιχείρησαν ταυτόχρονα σε Αττική, Θεσσαλονίκη, Πιερία και Θήβα, όπου συνέλαβαν πέντε ακόμα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, ανάμεσά στα οποία και το αρχηγικό.
Τέλος, όπως προκύπτει από την ιεραρχική δομή της εγκληματικής οργάνωσης και τις κατασχεθείσες ποσότητες κοκαΐνης, το συνολικό προσδοκώμενο παράνομο όφελος της εγκληματικής οργάνωσης εκτιμάται ότι υπερβαίνει το χρηματικό ποσό των 100.000.000 ευρώ.