Με τρόπο αιχμηρό, σε κλίμα εμφυλιοπολεμικό, σχολίασε ο προϊστάμενος του γραφείου Tύπου του πρωθυπουργού Θανάσης Καρτερός τη συζήτηση που έγινε στη Βουλή για την προκαταρκτική για τη Novartis, αλλά και τις αντιδράσεις των εμπλεκομένων.
Ο ίδιος έγραψε στο Facebook: «Ου γαρ οίδασι τι πηδούσι. Δείτε το κι έτσι, και ίσως καταλάβετε γιατί καταλήγω στην κατανόηση, και δι’ αυτής στη συμπόνια. Στην Αριστερά είμαστε ανέκαθεν επαγγελματίες, κατά κάποιο τρόπο, κατηγορούμενοι. Χιλιάδες και χιλιάδες έχουμε κάτσει στο σκαμνί. Άλλες φορές για ήσσονα αδικήματα, όπως η διατάραξη της τάξεως, η αντίσταση κατά της αρχής, η εξύβριση οργάνων της τάξεως, η εν γένει πεζοδρομιακή δραστηριότητα. Και άλλες φορές με κατηγορίες που οδηγούσαν σε βαριές ποινές, σε ισόβια, ή και στον τοίχο. Αφήστε που πλήθη ανθρώπων βρέθηκαν στα σύρματα χωρίς καμιά δίκη. Έφτανε η απόφαση μιας Επιτροπής Ασφαλείας, στην οποία συμμετείχαν ο κύριος νομάρχης, ο κύριος αστυνόμος, και ο κύριος εισαγγελέας, και άντε να καθαρίσει ο κατηγορούμενος με τη Γυάρο, τον Άι Στράτη, ή τη Μακρόνησο. Τούτων δοθέντων μπορείς να πεις ότι είμαστε η παράταξη των κατηγορουμένων. Άλλοι έλειωναν παντελόνια στο Χάρβαρντ, κι εμείς τα λειώναμε σε εδώλια δικαστηρίων. Άμα ψάξεις στις γραμμές όλων των αριστερών κομμάτων και σχημάτων, θα είναι είδηση να βρεις κάποιον που δεν πέρασε από τη βάσανο μιας δίκης, ενός κρατητήριου, ή και μιας κλοτσοπατινάδας. Ανυπερθέτως εθνικού χαρακτήρα. Ελάτε τώρα στη θέση των άλλων. Των απέναντι. Των νομιμοφρόνων. Της ελίτ που ανέδειξε αστυνόμους, ασφαλίτες, εισαγγελείς, υπουργούς, πρωθυπουργούς, στυλοβάτες του καθεστώτος, απηνείς διώκτες κάθε ανατρεπτικού στοιχείου –κόκκινου, ροζ, ακόμα και κίτρινου. Της ελίτ που μας μπαγλάρωνε, μας δίκαζε, μας καταδίκαζε, μας επιφύλασσε κάθε είδους αστυνομικές και δικαστικές περιποιήσεις. Και να βρίσκονται σε θέση κατηγορουμένου κάποιοι από αυτούς; Από τις κεφαλές τους μάλιστα; Άντε, όχι ακριβώς κατηγορουμένου, αλλά πιθανού κατηγορουμένου, για να είμαστε ακριβείς, αφού ούτε χειροπέδες, ούτε μπερντάχι, ούτε καν εδώλιο δεν έχει υπάρξει ακόμα. Αλλά, πάντως, να αναφέρεται το όνομά τους σε δικογραφίες, που άλλοι υπογράφουν, να απολογούνται στη Βουλή, στην οποία άλλοι έχουν πλειοψηφία, να καλούνται σε προανακριτικές επιτροπές, που άλλοι συγκροτούν, είναι, όπως και να το κάνεις βαρύ. Πρωτοφανές. Ανήθικο. Εδώ μιλάμε για βωμούς και εστίες, αν με εννοείτε. Και δεν είναι μόνο ότι τραβοσέρνονται επιφανείς παράγοντες της κοινωνίας σε ανακριτικές, ή έστω προανακριτικές, περιπέτειες. Είναι και ποιοι τους τραβοσέρνουν. Γύρισαν τα πόδια να χτυπήσουν το κεφάλι. Οι λαθρεπιβάτες της εξουσίας, προανακρίνουν –τρομερό!- τους ιδιοκτήτες της. Τα άγρια διώκουν τα ήμερα. Οι συμμορίτες έχουν γραμμένο –σε δικαστικά κιτάπια- τον Σαμαρά. Οι κατσαπλιάδες λοιδορούν τον Άδωνι. Και οι κόκκινοι χαμογελούν στα κυβερνητικά έδρανα, την ώρα που η αφρόκρεμα του καθεστώτος βουρλίζεται σε απολογίες. Ε, δικαιούνται, λοιπόν, να είναι και έκπληκτοι, και κατάπληκτοι, και απόπληκτοι, μπροστά σε τέτοια ανατροπή. Δικαιούνται και να κλάψουν, και να βρίσουν, και να απειλήσουν, και να τσιρίξουν, και να πουν ψέματα, και να ζητήσουν συγνώμη από τις συζύγους τους, μπροστά σε τέτοιο διασυρμό. Δικαιούνται και να προαναγγείλουν πόσα και ποια κεφάλια θα πέσουν, όταν έρθουν πάλι εν τη βασιλεία τους. Δικαιούνται και να φωνάζουν για συμμορίτες, αρχισυμμορίτες, αλήτες, ακόμα και τσόγλανους, μπροστά σε τέτοιο κακό. Δικαιούνται, για να το πω πιο απλά, να μην είναι αξιοπρεπείς, γιατί έχουν μάθει στην αξιοπρέπεια του κριτή, που ουδείς τολμούσε να κρίνει. Όταν οι αριστεροί κέρδιζαν την αξιοπρέπεια του κυνηγημένου, αυτοί απολάμβαναν την αξιοπρέπεια του κυνηγού. Και τώρα τους κυνηγούν! Δικαιούνται, συνεπώς, τη συμπόνια μας. Απόλυτη, και χωρίς αστερίσκους. Με τόση Νοβάρτις, τόσους τσόγλανους, και τόσα παλούκια που τους έτυχαν, Κύριε, άφες αυτοίς. Ου γαρ οίδασι τι πηδούσι…».