Το ζεύγος Barney και Betty Hill ισχυριζόταν ότι απήχθη από εξωγήινους στις 19 Σεπτεμβρίου του 1961. Ιδού, λοιπόν, η περίφημη ιστορία τους…
Εκείνη τη νύχτα, λοιπόν, οι Hill, επιστρέφοντας από ένα ταξίδι στον Καναδά, διέσχιζαν τα Λευκά Όρη, με κατεύθυνση το Πόρτσμουθ, στο Νιου Χάμσαϊρ. Ξάφνου, τους έκανε εντύπωση ότι στον ουρανό διακρίνονταν δύο παράξενα φώτα, το ένα πάνω στο άλλο, που έμοιαζαν με μεγάλα αστέρια.Ο Barney υπέθεσε ότι ήταν κάποιος δορυφόρος και ότι η εντύπωσή τους ότι κινούνταν, το απέδωσαν σε οφθαλμαπάτη, που την είχε προκαλέσει η ταχύτητα του αυτοκινήτου τους.Εν τούτοις, αντελήφθησαν ότι τούτο το παράδοξο αντικείμενο, που για μια στιγμή το είχε κρύψει μια πυκνή συστάδα δέντρων, επανεμφανίστηκε μπροστά τους. Τότε, ο Barney αποφάσισε να σταματήσει στην άκρη του δρόμου. Παρατηρούσε εκστατικός το μυστηριώδες ιπτάμενο αντικείμενο, το οποίο επιδιδόταν σ’ ένα είδος ουράνιου χορού.Με τα κυάλια του, ο Barney Hill είχε προσέξει ότι το πτητικό εκείνο όχημα είχε τη μορφή ενός αεριωθούμενο αεροσκάφους χωρίς φτερά. Κατά το μήκος του σώματός του, φώτα, σε κανονική σειρά και σε τακτά διαστήματα, άλλαζαν διαδοχικά χρώμα και γίνονταν από κόκκινα σε κίτρινα και από πράσινα σε μπλε.Καθώς οι Hill εισχωρούσαν στα Όρη Κάννον, διαπίστωσαν κατάπληκτοι ότι το μυστηριώδες αντικείμενο, πότε δεξιά, πότε αριστερά, πότε προσπερνώντας τους, τους παρακολουθούσε κατά πόδας!Ο Barney ξαφνικά σταμάτησε και το αντικείμενο σταμάτησε κι αυτό στον ουρανό, σε απόσταση δέκα περίπου μέτρων. Όμως, τώρα είχε συντελεστεί μια αλλαγή. Τα πολύχρωμα φώτα του είχαν χαθεί κι ολόκληρο το πτητικό όχημα είχε γίνει κατάφωτο και λευκό, σαν μια γιγαντιαία στρογγυλή τούρτα. Διέγραψε στον ουράνιο θόλο ένα τόξο και προσγειώθηκε σ’ ένα ξέφωτο σε απόσταση εξήντα περίπου μέτρων από το αυτοκίνητο.Σαν να τον έλκυε μαγνήτης, σαν υπνωτισμένος, ο άντρας κατευθύνθηκε προς το αντικείμενο και η γυναίκα του τον έβλεπε με τρόμο να εξαφανίζεται μέσα στο σκοτάδι. Τον φώναξε, τον ξαναφώναξε, αλλά δεν έλαβε καμία απάντηση. Αργότερα, εκείνος βεβαίωσε ότι δεν είχε ακούσει καθόλου τη φωνή της.Ωστόσο, λίγο αργότερα ο Barney επέστρεψε. Μπήκαν στο αυτοκίνητό τους και ξεκίνησαν, αλλά ένας παράξενος παλμός ταλάνιζε το αμάξι. Κοιτούσαν ο ένας τον άλλον τρομοκρατημένοι. Εδώ, οι αναμνήσεις τους σταμάτησαν…Έπεσαν σε μια κατάσταση υπνοβασίας. Τα ρολόγια τους είχαν σταματήσει και δεν ξαναλειτούργησαν. Όταν συνήλθαν από την αλλόκοτη εκμηδένιση της συνείδησής τους, κατά τις τρεις το απόγευμα της επομένης μέρας, δηλαδή στις 20 Σεπτεμβρίου του 1961, μια πινακίδα στην άκρη του δρόμου τους έδειχνε ότι βρίσκονταν σε απόσταση 17 μιλίων από το Κόνκορντ. Χωρίς να το καταλάβουν, είχαν ανεξηγήτως διανύσει πενήντα ολόκληρα χιλιόμετρα!Ένας φίλος του ζεύγους, επαγγελματίας φυσικός, αναζήτησε με μια πυξίδα μήπως υπήρχε κανένας ασυνήθιστος μαγνητισμός στο αυτοκίνητό τους. Το υπέθεσε από το γεγονός ότι είχαν σταματήσει τα ρολόγια τους. Στη λαμαρίνα της καρότσας εντόπισε πολλές λαμπερές και στρογγυλές κηλίδες, σαν να είχαν αφαιρέσει τη σκόνη. Όταν πλησίαζε την πυξίδα δίπλα στις παράξενες αυτές κηλίδες, η βελόνα γύριζε σαν τρελή, δείχνοντας έντονο μαγνητισμό.Ύστερα από την καταπληκτική αυτή περιπέτεια, ο Barney άρχισε να υποφέρει από διάφορες διαταραχές. Ένας επιφανής ψυχίατρος-νευρολόγος, ο Δρ. Μπέντζαμιν Σάιμον από τη Βοστόνη, τον εξέτασε και τον υπέβαλε σε ύπνωση.Υπνωτισμένος, λοιπόν, ο Barney διηγήθηκε ό,τι του συνέβη. Περιέγραψε δύο όντα με στρογγυλά κεφάλια, με μάτια πολύ λοξά,
“σαν των κουνελιών”. Τα χείλη τους δεν κουνιόνταν, αλλά τους άκουγε από μέσα του, τηλεπαθητικά. Του έλεγαν ενθαρρυντικά λόγια ή του έδιναν εντολές. Ήταν βέβαιος πως σκόπευαν να τον εγχειρήσουν, αλλά δε φοβόταν. Τον ξάπλωσαν και του έβαλαν πάνω στην κοιλιά του ένα αντικείμενο, που του μετέδωσε ένα αίσθημα ψύχους. Ύστερα, όλα μπερδεύτηκαν.Η αφήγηση της γυναίκας του, της Betty, υπήρξε εκτενέστερη και με περισσότερες θετικές λεπτομέρειες. Τα όντα την έβγαλαν έξω από το αυτοκίνητο, όπου είχε καταφύγει. Άκουσε, αίφνης, μια φωνή με αλλόκοτη προφορά:-Μη φοβάσαι! Δε θα σε βλάψουμε!Όταν έφτασαν στο μέρος όπου είχε προσγειωθεί το ιπτάμενο αντικείμενο, τη χώρισαν από τον άντρα της. Της εξήγησαν ότι
“είχαν μόνο ένα από το κάθε εργαλείο και πως γι’ αυτό έπρεπε να ασχοληθούν με τον καθένα τους χωριστά”.Της σήκωσαν το ένα της μανίκι, εξέτασαν το μπράτσο της κι έπειτα, της το έξυσαν με ένα είδος νυστεριού και της πήραν ένα μικρότατο δείγμα επιδερμίδας. Κατόπιν, υπέστη άλλες εξετάσεις. Στόμα, λαιμό, δόντια, αυτιά, δέρμα. Το ένα από τα δύο όντα πέρασε πάνω από το σώμα της λεπτές βελόνες, συνδεδεμένες σε σύρματα. Τη μια από αυτές τις βελόνες την έχωσαν στον ομφαλό της και ένιωσε δυνατό πόνο.Αφού ολοκληρώθηκαν οι εξετάσεις, η γυναίκα ζήτησε από τα αλλόκοσμα πλάσματα να της αφήσουν μια απόδειξη της απίστευτης περιπέτειάς της. Το ένα ον της αποκρίθηκε τηλεπαθητικά πως θα ξεχνούσε τα πάντα, αλλά της επέτρεψαν να κοιτάζει ένα βιβλίο με μια αλλόκοτη γραφή, κάθετη.Η περίπτωση απαγωγής από εξωγήινους του ζεύγους Hill θεωρείται μια από τις πιο γνωστές και μελετημένες στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ τάραξαν τα στάσιμα ύδατα της προκατάληψης γύρω από το θέμα των ιπτάμενων δίσκων.Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ”, στις 23/08/1967…