Kάποτε ένας λαϊκός ονόματι Γεώργιος ποθούσε πολύ να πάει στο Άγιον Όρος για πρώτη φορά. Αποφάσισε να τακτοποιήσει το θέμα αυτό το συντομότερο. Την επομένη ημέρα πήγε να βρει έναν ενάρετο λαϊκό γέροντα τον οποίο αγαπούσαν όλοι οι κάτοικοι του τόπου και εκτιμούσαν δια την πνευματικότητα του.
Ο Γεώργιος ξέροντας πως ο γέρο Αντώνιος είχε πάει πολλές φορές στο Άγιον Όρος, θέλησε να τον επισκεφτεί και να πάρει την γνώμη του για ποιες μόνες να επισκεφτεί στο Άγιον ¨Ορος. Ο Γέρο Αντώνιος του είπε πως προσωπική του γνώμη είναι να μην τακτοποιήσει τίποτα πέρι του ταξιδιού αυτού και απλά να προσεύχεται κάθε μέρα στην Παναγία εάν είναι θέλημα της και να αποφασίσει εκείνη για το αν θα πάει η όχι.
Ακούγοντας αυτά ο Γεώργιος απογοητεύτηκε μέσα του. Σκέφτηκε μέσα του…. «Σιγά μην κάνουν έτσι όλοι όσοι πάνε στο Άγιον Όρος. Δεν θα πήγαινε κανένας. Αφού κλείνουν εισιτήρια μόνοι τους και πάνε και εγώ θα περιμένω πότε και αν θα αποφασίσει η Παναγιά?»
Παρόλα αυτά ο Γεώργιος άκουσε τον Γέρο Αντώνιο και δεν έκανε τίποτα. Πέρασε ένας μήνας και λόγο υποχρεώσεων αλλά και μένοντας από δουλεία ο Γεώργιος δεν είχε πλέον χρήματα για ένα ταξίδι στο Άγιον Όρος.
Ένα βράδυ ο Γεώργιος λυπημένος, καθόταν μπροστά στην εικόνα της Παναγιάς σπίτι του και κοιτάζοντας την είπε……»Τώρα δεν θα πάω! Δεν έχω λεφτά! Και να θέλεις να πάω εγώ λεφτά δεν έχω μα ούτε πρόκειται να ζητήσω δανεικά! Όποτε δεν μπορείς να κάνεις τίποτα τώρα Παναγία μου……»
Ξαφνικά το τηλέφωνο χτυπά….Ο Γεώργιος απαντάει…Ήταν το πρώην αφεντικό του και τον είχε πάρει να του πει να περάσει απ’ το γραφείο να λάβει χρήματα που του χρωστούσε.
Ο Γεώργιος τελικά πήγε στο Άγιον Όρος και πολύ ωφελήθηκε!!!
Μ.Γ.Σ.
Πηγή: Κανδυλάκι