Ο κ. Γεωργιάδης είπε ότι με το καθεστώς του βάσιμου λόγου των απολύσεων, υπήρχε ουσιαστικά κίνδυνος «φακελώματος» των εργαζομένων και στιγματισμού τους
Στη σφοδρή αντιπαράθεση που επικράτησε χθες στη Βουλή μεταξύ της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης με αφορμή την κατάργηση της διάταξης περί βάσιμου λόγου απόλυσης, αναφέρθηκε πριν από λίγο ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης, μλώντας στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ .
Ο κ. Γεωργιάδης υπεραμύνθηκε της απόφασης της κυβέρνησης να καταργήσει τον βάσιμο λόγο των απολύσεων, υπογραμμίζοντας ότι η ψήφιση της τροπολογίας είναι υπέρ όχι μόνο των επιχειρήσεων, αλλά και των εργαζομένων. Ο νόμος Αχτσιόγλου ήταν «ο πιο αντεργατικός νόμος, που έχει ψηφιστεί ποτέ στην Ελλάδα» υπογράμμισε.
«Δεν είναι καλό να φέρνεις τελευταία στιγμή τροπολογία» παραδέχθηκε ο κ. Γεωργιάδης. «Η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να το αποφύγει. Ωστόσο χθες αυτό δεν ήταν δυνατόν. Δεν μπορούσαμε να αφήσουμε τις συγκεκριμένες τροπολογίες να έρθουν στη Βουλή στο τέλος Σεπτεμβρίου» συμπλήρωσε.
Εξηγώντας γιατί ήταν επείγον να περάσει η τροπολογία για τις απολύσεις είπε: «Βγήκαν τα στοιχεία του Ιουλίου και είδαμε ότι είμαστε -14.000 θέσεις. Αυτό οφείλεται στα μέτρα, που πέρασε τελευταία στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ για να σαμποτάρει την ελληνική οικονομία».
«Δεν μπορούσαμε να αφήσουμε ολόκληρο τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο να λειτουργούν νόμοι που είναι κατά των επιχειρήσεων, αλλά και των εργαζομένων» συνέχισε ο υπουργός. Σημείωσε δε πως η νομοθέτηση της κυβέρνησης για τους εργολάβους και τις απολύσεις έγινε από την προηγούμενη κυβέρνηση μία εβδομάδα πριν από τις Ευρωκλογές. «Γιατί δεν ψήφιζε τέσσερα χρόνια η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ την λεγόμενη φιλεργατική νομοθεσία;» αναρωτήθηκε.
Ο κ. Γεωργιάδης είπε ότι με το καθεστώς του βάσιμου λόγου των απολύσεων, υπήρχε ουσιαστικά κίνδυνος «φακελώματος» των εργαζομένων και στιγματισμού τους. «Ο εργοδότης που θα έβλεπε στο βιογραφικό την απομάκρυνση από την προηγουμένη δουλειά, θα μπορούσε να ζητήσει τον φάκελο με την αιτία της απόλυσης» εξήγησε.
Σημείωσε πως τώρα επιστρέφουμε στο καθεστώς που ίσχυε προηγουμένως, με το οποίο ο εργαζόμενος μπορεί να προσφύγει στη Δικαιοσύνη για να διεκδικήσει τα χρήματα, που του οφείλονται.