«Όταν ο κ Μητσοτάκης και οι υπουργοί του αναφέρονται στην διαχείριση της πανδημίας και την οικονομία, λέγοντας αυτάρεσκα ότι όλα τα κάνουν καλά, διαφαίνεται ότι δεν έχουν την αίσθηση της πραγματικότητας», είπε στο ραδιοφωνικό σταθμό Στο Κόκκινο ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος.
«Η χώρα μας βιώνει μια τριπλή κρίση: την οικονομική, την υγειονομική και την κλιματική, οι οποίες παράγουν ανισότητες και διευρύνουν την απόσταση μεταξύ των ελίτ με την καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Αυτή η απόσταση ήταν ήδη μεγάλη πριν από την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης το 2008, αλλά τώρα διευρύνεται ακόμη περισσότερο λόγω της ταχείας ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας από την πανδημία και της επιστροφής της σε εντυπωσιακή ανισότητα και πληθωρισμό.
Η άποψη της κυβέρνησης ότι η ακρίβεια είναι παροδική δεν επιβεβαιώνεται καθώς όλες οι ενδείξεις αναφέρουν ότι ο πληθωρισμός ήρθε για να μείνει, τουλάχιστον για όλο το 2022. Πρόκειται για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, αν συνυπολογίσουμε ότι ο ελληνικός λαός βρίσκεται σε μια κατάσταση μετά από δέκα χρόνια κρίσης. Άρα ό,τι χειροτερεύει, χειροτερεύει σωρευτικά πάνω σε μια κατάσταση που ήταν ήδη προβληματική και με μεγάλες ανισότητες στην κοινωνία. Το πρόβλημα είναι ότι η κυβέρνηση δεν κατανοεί τις ανισότητες.
Όταν σαν κυβέρνηση έχει την ευκαιρία να παρουσιάσει ένα σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που θα αντιμετωπίζει την ανασφάλεια των πολιτών σε ό,τι αφορά την στέγαση και την προστασία από φυσικά φαινόμενα, και δεν υπάρχει αναφορά στη λέξη ανισότητα, σημαίνει ότι δεν θέλει να καταλάβει τι σημαίνει ανισότητα στην πρόσβαση στην ενέργεια, στις υπηρεσίες υγείας, ακόμα και στην πρόσβαση σε πολιτιστικά αγαθά.
Η καταπολέμηση των ανισοτήτων παρότι απασχολεί όλους τους επιστήμονες και πολιτικούς δεν βρίσκεται στο ραντάρ της κυβέρνησης γιατί θεωρεί ως νεοφιλελεύθερη που είναι ότι η αγορά θα λύσει αυτά τα προβλήματα από μόνη της. Η διεύρυνση των ανισοτήτων είναι μια διαδικασία που ξεκινά από τη δεκαετία του ’80, στην αρχή του νεοφιλελευθερισμού όπου τότε μιλούσαν για την κοινωνία των δύο τρίτων. Από τότε έχουμε μια δομική αλλαγή που είναι στον πυρήνα του νεοφιλελευθερισμού, όχι μόνο ως δομικό στοιχείο της οικονομίας, αλλά και των πολιτικών των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων, με αποτέλεσμα να υποτιμούν και να αδυνατούν να εντοπίσουν το μεγάλο πρόβλημα των ανισοτήτων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αντίθετα, με το πρόγραμμά του και τις πολιτικές θέσεις που πηγαίνει προς το συνέδριο, θέτει τις ανισότητες στον πυρήνα των πολιτικών του. Αρχίζοντας με τον κατώτατο μισθό, που μπορεί να μη φέρει τον σοσιαλισμό, αλλά θα ανακουφίσει τον κόσμο και θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να διευρυνθεί η ατζέντα σε παρεμβάσεις για τη στέγαση και άλλα σημαντικά ζητήματα. Γι’ αυτό μαζί με τον ευρωβουλευτή Κώστα Αρβανίτη, τη Θεανώ Φωτίου και την Ανοικτή Πόλη, υλοποιούμε καμπάνια ώστε να αναδείξουμε το θέμα της στεγαστικής κρίσης και ανισότητας στην Αθήνα.
Στο συνέδριο μας οφείλουμε να συζητήσουμε τις προτεραιότητες των παρεμβάσεών μας ως προοδευτική εναλλακτική κυβέρνηση προκειμένου να αναδειχθεί ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε τις ανισότητες. Η Αριστερά για να είναι αποτελεσματική και να δίνει λύσεις στα προβλήματα των ανθρώπων οφείλει να παίρνει οξυγόνο από την κοινωνία. Να αφουγκράζεται τις ανάγκες της και να έχει απαντήσεις από την επιδότηση του ενοικίου για νέα ζευγάρια μέχρι τη συζήτηση για αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Το ότι ο καπιταλισμός έχει στη φύση του τις αδικίες και τις ανισότητες είναι αλήθεια.
Όμως η μορφή που κάθε φορά έχει ο καπιταλισμός παράγει διαφορετικά αποτελέσματα και άρα η Αριστερά οφείλει να δει τη μορφή που έχει πάρει ο καπιταλισμός. Ο νεοφιλελευθερισμός για παράδειγμα, δεν είναι ότι δεν δαπανά χρήματα για το κράτος, αλλά τα δαπανά για συγκεκριμένους λόγους και με την μέριμνα να εμποδίσει τους πολίτες να αντιστρέψουν τις ανισότητες στην αγορά, να εμποδίσει την διεκδίκηση υψηλότερων μισθών και καλύτερων εργασιακών σχέσεων. Γι’ αυτό η πρώτη κίνηση της ΝΔ αφορούσε τις συλλογικές συμβάσεις, τις απολύσεις χωρίς δικαιολογητικά κ.α.
Στη ΝΔ επίσης, υπάρχει η ιδεολογία της αξιοκρατίας που λέει ότι οι πλούσιοι είναι πλούσιοι, όχι επειδή έχουν ευνοηθεί αλλά επειδή είναι πιο άξιοι κι ότι είναι στο δικό σου το χέρι να γίνεις και εσύ πλούσιος αν θες. Η ΝΔ και πολλές νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις εξηγούν την αξιοκρατία με τέτοιο τρόπο ώστε να νομιμοποιούν τις ανισότητες. Τι να κάνουμε, έτσι είναι η ζωή μας λένε. Βλέπω όμως μέσα από τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων ότι ο κόσμος συνειδητοποιεί την αξία του δημόσιου συστήματος υγείας και παιδείας. Μέσα από την πανδημία, οι πολίτες ήρθαν κοντά στους νοσηλευτές/τριες και είδαν ότι δεν αμείβονται με το μισθό που τους αξίζει.
Αρα ολόκληρη η ιδεολογία ότι οι άξιοι παίρνουν τους καλούς μισθούς, αρχίζει και επανεξετάζεται στο μυαλό του κόσμου. Αυτό είναι θετικό για την Αριστερά γιατί δίνει το έδαφος να χτίσουμε μαζί με σοβαρές πολιτικές δυνάμεις τις προυποθέσεις για το πώς μπορούμε να δείξουμε ότι υπάρχει άλλο μοντέλο, το οποίο εξυπηρετεί τους πολίτες και τους δημιουργεί μεγαλύτερη ασφάλεια. Άρα στις θέσεις μας, εκτός από τα μακροπρόθεσμα σχέδια για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων, έχουμε 21 δεσμεύσεις προς συζήτηση στην κοινωνία. Με τις προτάσεις μας λέμε ότι οι αριστεροί και προοδευτικοί άνθρωποι οφείλουμε να συμφωνήσουμε σε ένα μίνιμουμ πρόγραμμα για να αρχίσει η αντίστροφη διαδικασία.
Τη διαδικασία αυτή, είτε αφορά τον κατώτατο μισθό, είτε την ακρίβεια, είτε τη μείωση του ειδικού φόρου στα καύσιμα, είτε την αντιμετώπιση της στέγασης, είτε την αστυνομία στα πανεπιστήμια, οφείλουμε στο συνέδριο να τη μετατρέψουμε σε αξίες της ιδεολογίας της Αριστεράς, σε πολιτική πρακτική με την οποία θα αλλάξουμε την καθημερινότητα των πολιτών».