Οι Ισαπόστολοι Μεθόδιος και Κύριλλος κατάγονταν από τη Θεσσαλονίκη και έζησαν κατά τον 9ο αιώνα μ.Χ. Ο Κύριλλος έλαβε ανώτερη μόρφωση και υπήρξε μαθητής του μεγάλου Οικουμενικού Πατριάρχου Φωτίου. Υπήρξε κληρικός και καθηγητής της φιλοσοφίας και της θεολογίας στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Μεθόδιος, προικισμένος με πρακτικό νου, διακρίθηκε ως διοικητής σλαβικής επαρχίας και ύστερα ως ηγούμενος της Μονής Πολυχρονίου της μικρασιατικής Βιθυνίας. Οι δύο αδελφοί αρχικά είχαν αναλάβει και είχαν φέρει με επιτυχία σε πέρας αποστολή στη χώρα των Χαζάρων της νότιας Ρωσίας το 860 μ.Χ.
Όταν ο ηγεμόνας της Μοραβίας Ρατισλαύος ζήτησε από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Μιχαήλ Γ΄ να στείλει στη χώρα ιεραποστόλους, τότε αποφασίστηκε από κοινού με τον Πατριάρχη να σταλούν οι γνώστες της σλαβικής, Κύριλλος και Μεθόδιος. Μάλιστα ο Κύριλλος επινόησε την κυριλλική γραφή, λόγω του ότι τα σλαβικά μέχρι τότε, εχρησιμοποιούντο μόνο στον προφορικό λόγο.
Το αλφάβητο βοήθησε ποικιλότροπα τους σλαβικούς λαούς και στο να μάθουν την Αγία Γραφή και τη ζωή της Εκκλησίας, αλλά και να καταγράψουν την ιστορία τους.
Δίκαια λοιπόν, οι Ισαπόστολοι Μεθόδιος και Κύριλλος έχουν χαρακτηριστεί ως φωτιστές των Σλάβων. Οι τοπικές θυγατέρες Εκκλησίες, σήμερα απογαλακτισμένες Ορθόδοξες Εκκλησίες τους τιμούν ως πολιούχους και προστάτες των σλαβικών χριστιανικών λαών και δε λησμονούν αυτή την ευεργετική και διακριτική μέριμνα της Μητέρας Εκκλησίας.
Επιβεβαιώνεται για ακόμη μια φορά ότι η λατρεία και η ομολογία της αληθινής πίστης εκφράζονται μέσα από τη μητρική γλώσσα των λαών. Κάτι το οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία και σεβάστηκε και κατανόησε από την αρχή της ιστορικής της πορείας. Οι Ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος, που τιμούμε σήμερα, μαρτυρούν με τον πλέον τρανό τρόπο την αξία της μητρικής γλώσσας, για να λατρεύσει ο άνθρωπος τον Πανάγιο Τριαδικό Θεό.
Μέσα σε αυτό το πνεύμα, προσέφερε στο Ιεραποστολικό έργο του Δευτερόθρονου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής πριν 51 έτη, το 1971, ο Αρχιεπίσκοπος και Εθνάρχης της Κύπρου Μακάριος ο Γ΄, με τις βαπτίσεις στην ανατολική Αφρική με επίκεντρο την Κένυα. Εκεί οικοδόμησε Ναό, Ιερατική Σχολή, Τεχνική Σχολή και καταλύματα για τη στέγαση των καθηγητών και σπουδαστών.
Το σπουδαίο αυτό Ιεραποστολικό έργο προσφοράς της Αποστολικής Εκκλησίας της Κύπρου, με τη φροντίδα του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου Β΄, ανθεί μέχρι σήμερα με τις ευλογίες του Μακαριωτάτου Πάπα και Πατριάρχου Αλεξανδρείας Θεοδώρου Β΄ σεβόμενος τις παραδόσεις των αφρικανικών λαών και των αντιλήψεών τους.