Μέχρι και ανάλυση των επιστημόνων του meteo του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών προσπαθεί να "κρυφτεί" η κυβέρνηση για το φιάσκο της ετοιμότητας κατά της κακοκαιρίας καθώς στην ανάλυση αυτή τελικά βρέθηκε ο "ένοχος".
Έτσι το Αστεροσκοπείο αναφέρει πως στην κακοκαιρία «Μήδεια» το χιόνι ήταν βαρύτερο σε σχέση με προηγούμενες κακοκαιρίες και ως εκ τούτου έπεσαν πιο εύκολα τα δέντρα!
Δηλαδή με ελαφρύτερο χιόνι δεν θα είχαμε διακοπές ρεύματος γιατί είχαν καθαριστεί; Γιατί ενώ η κυβέρνηση περίμενε την κακοκαιρία (και μάλιστα με βαρύ χιόνι όπως μαθαίνουμε) η ετοιμότητα ήταν... να μείνουν για 5 και 6 ημέρες ο κόσμος χωρίς ρεύμα. ΑΝ ήταν ελαφρύτερο θα έμεναν 2 ή 3 ημέρες;
Αυτά μαθαίνουμε πλέον. Δείτε την ανάλυση για το "υπέρβαρο χιόνι" από τους άλλους ειδικούς(τελικά η χώρα πηγαίνει από ειδικό-για τον κορωνοϊό σε ειδικό για το παχύ χιόνι).
Σύμφωνα με το Αστεροσκοπείο, τα διαφορετικά ήδη χιονιού έχουν και βάρος και περισσότερο νερό περιέχει το χιόνι, τόσο πιο βαρύ.
Το υγρό χιόνι που παρατηρείται όταν οι θερμοκρασίες κοντά στο έδαφος βρίσκονται κοντά στους μηδέν βαθμούς Κελσίου, είναι το βαρύτερο λόγω μεγαλύτερης περιεκτικότητας σε νερό και έχει περίπου επταπλάσιο βάρος ανά τετραγωνικό μέτρο από αυτό του ξηρού αφράτου χιονιού (30 κιλά/τ.μ.). Ως εκ τούτου, οι επιπτώσεις του ίδιου όγκου χιονιού που έχει επικαθήσει πάνω σε δέντρα και κατασκευές, είναι πολύ πιο σημαντικές, όταν το χιόνι είναι σε κάποιο βαθμό υγρό και αυτό φαίνεται πως συνέβη κατά την πρόσφατη κακοκαιρία.
Σε σύγκριση της «Μήδειας» με τις θερμοκρασίες που σημειώθηκαν στις βόρειες περιοχές της Αττικής στις μεγάλες χιονοπτώσεις των τελευταίων 20 ετών, με βάση τις μετρήσεις του μετεωρολογικού σταθμού του ΕΑΑ στην Πεντέλη (σε 500 μέτρα υψόμετρο), προκύπτει ότι το 2002 η ελάχιστη θερμοκρασία ήταν -5 ° C, το 2004 η ελάχιστη θερμοκρασία ήταν -10 ° C, ενώ την Τρίτη 16/2/2021 η ελάχιστη θερμοκρασία ήταν μόλις -2,7 ° C.
Όπως τονίζει το meteo, «αυτές οι σχετικά υψηλότερες θερμοκρασίες της πρόσφατης χιονόπτωσης στο πλαίσιο της «Μήδειας», είχαν ως αποτέλεσμα την μεγαλύτερη παρουσία νερού στις νιφάδες χιονιού και επομένως με σημαντικά μεγαλύτερο βάρος ανά μονάδα επιφάνειας. Επιπροσθέτως, το υγρό χιόνι δεν παρασύρεται εύκολα από τους ανέμους που πνέουν κοντά στο έδαφος και οι εντάσεις των ανέμων στις προηγούμενες κακοκαιρίες ήταν αρκετά πιο ισχυρές σε σύγκριση με την κακοκαιρία Μήδεια».
Παράλληλα, τονίζουν ότι θα πρέπει να μην εστιάζουμε πλέον μόνο στο αν θα χιονίσει ή όχι αλλά και στην αναμενόμενη υφή του χιονιού και το ύψος χιονόστρωσης, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις προβλεπόμενες θερμοκρασίες, όσο και τις πραγματικές (από τις μετρήσεις σταθμών) κατά τη διάρκεια του γεγονότος. Αυτό επιτρέπει να έχουμε μεγαλύτερη επαγρύπνηση για πιθανόν σοβαρότερα προβλήματα».
Όπως αναφέρουν, «φυσικά υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που παίζουν ρόλο στο βάρος του χιονιού, όπως η διάρκεια παραμονής του χιονιού σε μια επιφάνεια, η υγρασία και η θερμοκρασία σε ανώτερα στρώματα της τροπόσφαιρας, η συγκέντρωση αερολυμάτων, κλπ., παράγοντες που μπορούν να κάνουν τις επιπτώσεις της χιονόπτωσης και της χιονόστρωσης αρκετά πιο πολύπλοκες. Χρειαζόμαστε μετρητικούς σταθμούς για το ύψος του χιονιού στο έδαφος, που θα συμπληρώνουν τις μετρήσεις των μετεωρολογικών σταθμών, ώστε να μπορούμε να υπολογίζουμε την υφή, το ύψος και το βάρος του χιονιού».
Σύμφωνα με το Αστεροσκοπείο το υγρό χιόνι αποτελεί πολύ μεγάλο κίνδυνο εκδήλωσης χιονοστιβάδων στις ορεινές περιοχές, όπου αποτελεί συχνό φαινόμενο και στη χώρα μας μέχρι στιγμής, απουσιάζουν οι μετρητές του ύψους χιονιού.