Σύμφωνα με μια μελέτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (recent developments in youth unemployment) που έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της η Σλοβακία μαζί με την Ισπανία και την Ελλάδα είναι οι χώρες που σημείωσαν τη μεγαλύτερη μείωση στο ποσοστό ανεργίας των νέων ηλικίας 15-24 ετών από το 2013 έως το 2016.
p.p1 {margin: 0.0px 0.0px 0.0px 0.0px; font: 12.0px 'Helvetica Neue'; color: #454545}
Η μελέτη σημειώνει, ωστόσο, ότι «η ανεργία των νέων είναι ιδιαίτερα υψηλή στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Ιταλία, μετά τις μεγάλες αυξήσεις που σημειώθηκαν στη διάρκεια της κρίσης». Στην Ελλάδα, το ποσοστό της ανεργίας των νέων φαίνεται, με βάση διάγραμμα της μελέτης, να έχει μειωθεί πάνω από 10 μονάδες στην περίοδο 2013-2016 - τον Δεκέμβριο του 2016 διαμορφώθηκε στο 46,7% με βάση στοιχεία της Eurostat. Tο ποσοστό αυτό είναι διπλάσιο από το ποσοστό της συνολικής ανεργίας (23,5% τον Δεκέμβριο του 2016). Μεγαλύτερη μείωση του ποσοστού ανεργίας των νέων σημείωσαν μόνο η Σλοβακία και η Ισπανία από τις χώρες της Ευρωζώνης.
Τα επίπεδα ανεργίας τον Δεκέμβρη του 2016
Στην περίοδο 2013-2016, το ποσοστό ανεργίας των νέων μειώθηκε στην Ευρωζώνη κατά 3,5 ποσοστιαίες μονάδες στο 21% περίπου και ήταν 2,2 φορές υψηλότερο από το ποσοστό της συνολικής ανεργίας, η οποία μειώθηκε κατά περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες στο ίδιο διάστημα. Την υψηλότερη αναλογία είχαν η Ιταλία και το Λουξεμβούργο, όπου το ποσοστό της νεανικής ανεργίας ήταν υπερτριπλάσιο της συνολικής, ενώ τη χαμηλότερη είχε η Γερμανία (1,7 φορές μεγαλύτερη η ανεργία των νέων σε σχέση με τη συνολική).
Η μείωση της ανεργίας μεταξύ 2013-16
Η ανεργία των νέων στην Ευρωζώνη κορυφώθηκε το 2013, με το ποσοστό της να αυξάνεται πάνω από το 24%. Συνολικά, σύμφωνα με τη μελέτη, η σχέση μεταξύ της ανεργίας των νέων και της συνολικής ανεργίας δεν έχει αλλάξει μετά την κρίση, αλλά το υψηλό κόστος που συνδέεται με τη νεανική ανεργία δείχνει την ανάγκη για τη λήψη μέτρων που θα βελτιώνουν τη λειτουργία της αγοράς εργασίας σε ορισμένες χώρες. «Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν:
1) Τη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης και της σχέσης της με την αγορά εργασίας, μεταξύ άλλων με καλά αναπτυγμένα συστήματα πρακτικής εξάσκησης,
2) Τη διασφάλιση ενός εύρυθμου και υπεύθυνου συστήματος καθορισμού μισθών, περιλαμβανομένου του καθορισμού των κατώτατων μισθών,
3) Την ενίσχυση του ρόλου των δημόσιων υπηρεσιών για την εύρεση απασχόλησης και τη διαμόρφωση ενεργητικών πολιτικών στην αγορά εργασίας για τη στήριξη των άνεργων κατά τη διάρκεια μεταβατικών περιόδων στην αγορά εργασίας και τη αύξηση της απασχολησιμότητάς τους,
4) Την αύξηση της ευελιξίας του ωραρίου εργασίας για τη διευκόλυνση του συνδυασμού εργασίας και εκπαίδευσης και τη χαλάρωση της μετάβασης από την εκπαίδευση στην απασχόληση».