Αρχιμ. Παΐσιος Παπαδοπουλος
Ο λόγος του Προφήτου Ησαΐου· «Τετύφλωκεν αὐτῶν τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ πεπώρωκεν αὐτῶν τὴν καρδίαν, ἵνα μὴ ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ νοήσωσι τῇ καρδίᾳ καὶ ἐπιστραφῶσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς» (Ιω.12,40) δεν ίσχυε μόνο για τους ιουδαίους της παλαιάς διαθήκης και της εποχής του Χριστού αλλά ισχύει και για τους σύγχρονους που θέλουν να ονομάζονται Χριστιανοί αλλά ακολουθούν την αίρεση καθώς αγνούν και το γράμμα και το πνεύμα Αγίας Γραφής που ξεκαθαρίζει « θυσίαι ἀσεβῶν βδέλυγμα Κυρίῳ, καὶ γὰρ παρανόμως προσφέρουσιν αὐτάς» (Παρ.21,27). Στην «Κλίμακα» ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης γράφει· «Χριστιανός είναι η απομίμησις του Χριστού, όσο είναι δυνατόν στον άνθρωπο, και στα λόγια και στα έργα και στην σκέψι. Πιστεύει δε ορθά και αλάνθαστα στην Αγία Τριάδα.
Αχρείους δούλους ονομάζουμε αυτούς που αξιώθηκαν μέν να λάβουν το άγιον Βάπτισμα, δεν εφύλαξαν όμως γνήσια τίς πρός τόν Θεόν υποσχέσεις τους.
Ως ξένους και εχθρούς του Θεού θα εννοήσωμε αυτούς που είναι αβάπτιστοι ή δεν έχουν ορθή πίστι. Αντίπαλοι τέλος του Θεού είναι εκείνοι οι οποίο όχι μόνον απέκρουσαν και απέρριψαν από την ζωή τους το θέλημα του Κυρίου, αλλά και πολεμούν με πάθος αυτούς πού το τηρούν.
Εξηγήσαμε σε παλαιότερο άρθρο μας ότι· «Αυτό που εννοούμε ως Ορθοδοξία το βλέπουμε για πρώτη φορά να εφαρμόζεται εν έργω στην Παλαιά Διαθήκη, και συγκεκριμένα, στη θυσία του Άβελ και όχι του Κάϊν. Τί θα πει Ορθοδοξία; Ορθή δόξα, δηλαδή, ορθή γνώμη, και εν προκειμένω ορθή γνώμη στο να διαλέξει κανείς, να ξεχωρίσει διακρίνοντας, τί θα προσφέρει στο Θεό. Και το λέει καθαρά ο Θεός· « οὐκ ἐὰν ὀρθῶς προσενέγκῃς, ὀρθῶς δὲ μὴ διέλῃς, ἥμαρτες;» Δεν αμάρτησες (ενώπιον του Θεού) εάν ορθά προσφέρεις ( θυσίαν στον αληθινόν Θεόν), δεν ξεχωρίζεις όμως ορθά (δηλαδή, εάν δεν εκλέξεις τα καλύτερα εις ένδειξιν ευλαβείας); (Γεν. 4,7). Ο Άβελ είχε την γνώμη να διαλέξει, να ξεχωρίσει αυτό που θα προσέφερε ως θυσία στον Κύριο. Γι’ αυτό και ο Θεός ευαρεστήθηκε στη θυσία του. Δεν έγινε το ίδιο όμως και με την θυσία του Κάϊν, αν και κινήθηκε πρώτα η βούληση εκείνου στο να προσφέρει θυσία. Αν, στον καιρό της παλαιάς διαθήκης ακόμη, ζητά ο Θεός από τον μεταπτωτικό άνθρωπο, να διακρίνει, να ξεχωρίσει, τί θα του προσφέρει ο κάθε πιστός, πριν ακόμη τότε ενεργήσει η Χάρις με την σωτηριώδη Οικονομία είναι δυνατόν στην περίοδο της καινής διαθήκης που η κοινωνία της σχέσεώς μας με τον Κύριο αναβαθμίζεται, να δέχεται ο Θεός στην Εκκλησία την προσφορά αγίας αναφοράς μολισμένης από την πίστη των αιρετικών; Μή γένοιτο! Και όμως αυτή την γνώμη του Κάϊν είχε η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο μεγαλύτερο της ποσοστό, σχετικά με την Ψευτο-Σύνοδο στο Κολυμβάρι, όχι απλώς να μήν διακρίνει, να μην ξεχωρίσει δηλαδή την ορθόδοξη θεολογία από την παναίρεση αλλά και να αποδεχθεί ως σωστές τις αποφάσεις της «Κολυμβάριας συνόδου», και το πιο τραγικό, με το έντυπό της «Προς Τον ΛΑΟ», να προσπαθεί να κουκουλώσει ότι έγινε εκεί, ώστε αντί να ενημερώσει τελικά τον ΛΑΟ μάλλον να τον παραπληροφορήσει! Και έπειτα ζητούν οι Αρχιερείς να τους κάνουμε υπακοή.Τί λέγει όμως ο Άγιος Νεκτάριος; «ἡ κοινωνία μὲ αὐτὸν [τὸν κακόδοξο καὶ αἱρετικό] μολύνει τὴν πίστη μὲ τὶς εὐθύνες ποὺ αὐτὸ συνεπάγεται. Λοιπὸν ἡ ἐξωτερικὴ ἀκοινωνησία προστατεύει ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ ἀλλοτριότητα» ( Περὶ τῶν σχέσεων μὲ αἱρετικούς). Και ο Μέγας Βασίλειος σημειώνει: «Εἰ δὲ ἐπὶ τῶν ἐν τοῖς ἠθικοῖς σφαλλομένων τοσαύτη ἐστὶν ἡ βλάβη, τί χρὴ λέγειν περὶ τῶν περὶ Θεοῦ κακοδοξούντων, οὓς ἡ κακοδοξία οὐδὲ ἐν τοῖς ἄλλοις ὑγιαίνειν ἐᾷ, παραδιδομένους ἅπαξ δι’ αὐτὴν τοῖς τῆς ἀτιμίας πάθεσιν;» (Κεφάλαια τῶν Ὅρων τῶν κατὰ Ἐπιτομήν). Αν, λοιπόν, από την περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης ακόμη, δεν επιτρεπόταν να λάβει κανείς -και μόνο- το όνομα του Θεού στο στόμμα του επί ματαίω, πολύ δε περισσότερο να προσφέρει θυσία εκ του προχείρου στον Θεό, πώς στην στην Εκκλησία του Χριστού, την περίοδο της Χάριτος που έχει αποκαλυφθεί η Αλήθεια θα μας επιτρέψει ο Κύριος να προσφέρουμε την αγία Αναφορά έχοντας οικιοποιηθεί την πλάνη;».
Ο λόγος του Θεού, επομένως, ο ειπωμένος δια του προφήτου· «ἐγγίζει μοι ὁ λαὸς οὗτος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ καὶ ἐν τοῖς χείλεσιν αὐτῶν τιμῶσί με, ἡ δὲ καρδία αὐτῶν πόῤῥω ἀπέχει ἀπ᾿ ἐμοῦ» (Ησ. 29,13), εν προκειμένω ισχύει. Ισχύει όμως και για κάθε αδιάκριτο που δεν έχει τον φωτισμό να κατανοήσει ότι δεν πρέπει να μεταθέτουμε το κέντρο βάρους από τα θέματα της πίστεως σε άλλα θέματα διότι αυτό συνεπάγεται ως μετατόπιση φορτίου ανατροπή στον ίδιο τον αγώνα μας! Βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα του γνησίου εργάτη του Ευγγελίου αλλά και γενικά του ανθρώπου που θέλει να συμβάλλει να αποτραπεί η πλάνη είναι η στάση του Αποστόλου Παύλου· «Κἀγῶ ἐλθὼν πρὸς ὑμᾶς, ἀδελφοί, ἦλθον οὐ καθ᾿ ὑπεροχὴν λόγου ἢ σοφίας καταγγέλλων ὑμῖν τὸ μαρτύριον τοῦ Θεοῦ. οὐ γὰρ ἔκρινα τοῦ εἰδέναι τι ἐν ὑμῖν εἰ μὴ Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τοῦτον ἐσταυρωμένον. καὶ ἐγὼ ἐν ἀσθενείᾳ καὶ ἐν φόβῳ καὶ ἐν τρόμῳ πολλῷ ἐγενόμην πρὸς ὑμᾶς, καὶ ὁ λόγος μου καὶ τὸ κήρυγμά μου οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ᾿ ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καὶ δυνάμεως, ἵνα ἡ πίστις ὑμῶν μὴ ᾖ ἐν σοφίᾳ ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἐν δυνάμει Θεοῦ» (Α’ Κορ.2,1-5). Με το να λέμε και να γράφουμε πολλά και μάλιστα συνέχεια, χάνουμε και την σοβαρότητά μας. Εύκολα καταλαβαίνει ακόμη και κάποιος που δεν είναι και πυλύ πνευματικός άνθρωπος ότι δεν υπάρχει βάση προσευχής και μετανοίας. Και πως να υπάρχει αφού δεν αναλογισθήκαμε καν πόσο κρίσιμα είναι τα πράγματά και τί πόνος και ταπείνωση χρειάζονται για να επέμβει ο Θεός; Όλοι όσοι γράφουν εύκολα παραθέτοντας μάλιστα κατεβατά από Πατέρες αγνοούν ότι στην ορθόδοξη Παράδοση για να θεολογείς δεν φτάνουν οι Πατερικές παραθέσεις και η γνώση της εκκλησιαστικής ιστορίας που, βεβαίως, οι οικουμενιστές ούτε αυτά τα γνωρίζουν αλλά χρειάζεται και το «οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ᾿ ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καὶ δυνάμεως, ἵνα ἡ πίστις ὑμῶν μὴ ᾖ ἐν σοφίᾳ ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἐν δυνάμει Θεοῦ»το οποίο κάνουν πως δε το βλέπουν, διότι ενοχλούνται από την πληροφορία της Χάριτος ενώ δεν ενοχλούνται από τον πολύ εγωϊσμό τους.
Όταν ο άνθρωπος έχει καθαρότητα, όπως προπτωτικά οι πρωτόπλαστοι μέσα στον παράδεισο -λέγει ο Μέγας Αθανάσιος- «χωρὶς νὰ ἔχῃ κανένα ἐμπόδιο σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴ γνῶσι τοῦ Θεοῦ, βλέπει πάντοτε λόγῳ τῆς καθαρότητός του τὴν εἰκόνα τοῦ Πατέρα, τὸν Θεὸ Λόγο, κατὰ τὴν εἰκόνα τοῦ ὁποίου δημιουργηθήκαμε, καὶ καταπλήσσεται ἀπὸ τὴν πρόνοιά Του γιὰ τὸν κόσμο, καὶ ἀνεβαίνει πάνω ἀπὸ τὰ αἰσθητὰ καὶ ἀπὸ κάθε σωματικὴ φαντασία, καὶ μὲ τὴ δύναμη τοῦ νοῦ συνάπτεται μὲ τὰ θεϊκὰ καὶ νοητὰ πνεύματα ποὺ βρίσκονται στοὺς οὐρανούς. Διότι, ὅταν ὁ ἄνθρωπινος νοῦς δὲν καταγίνεται μὲ τὴ θεωρία τῶν σωμάτων, οὔτε δέχεται τίποτε ποὺ εἶναι ἀναμεμιγμένο μὲ τὴν ἐπιθυμία τῆς σάρκας, ὅλος μεταρσιωμένος, προσέχοντας τὸν ἑαυτό του, ὅπως πλάστηκε ἀρχικά, τότε ξεπερνᾶ ὅλα τὰ αἰσθητὰ καὶ ὅλα τὰ ἀνθρώπινα καὶ βρίσκεται πάνω ἀπὸ αὐτὸ τὸν κόσμο, καὶ βλέπει τὸ Λόγο, καὶ βλέπει σὲ Αὐτὸν τὸν Πατέρα τοῦ Λόγου καὶ εὐχαριστιέται μὲ τὸ νὰ τὸν βλέπει καὶ ἀνανεώνεται μὲ τὸν πόθο του πρὸς αὐτόν»(Κατά Ελλήνων). Λησμονούν τον λόγο της Γραφής «εν τω φωτί σου οψόμεθα φως». Και πιο συγκεκριμένα εξηγεί ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος· «Ἀλλά τί εἴπω πρός τούς ἀγαπῶντας ὀνομαστούς εἶναι καί ἱερεῖς καί ἀρχιερεῖς καί ἡγουμένους καθίστασθαι, καί λογισμούς ἀλλοτρίους ἀναδέχεσθαι θέλοντας, καί ἑαυτούς εἶναι λέγοντας ἀξίους τῆς τοῦ δεσμεῖν καί λύειν ἐγχειρήσεως; Ὄταν μηδέν τῶν ἀναγκαίων καί θείων πραγμάτων αὐτούς ἐπισταμένους ὁρῶ, μήτε ταῦτα ἑτέρους διδάσκοντας ἤ εἰς φῶς ἐνάγοντας γνώσεως, τί ἕτερον ἤ ὅ φησι Χριστός τοῖς φαρισαίοις καί νομικοῖς· “Οὐαί ὑμῖν τοῖς νομικοῖς, ὅτι ἤρατε τήν κλεῖδα τῆς γνώσεως. Αὐτοί οὐκ εἰσήλθετε καί τούς εἰσελθεῖν βουλομένους ἐκωλύσατε”. Τί γάρ ἄλλο ἡ κλείς ἐστι τῆς γνώσεως, εἰ μή ἡ διά πίστεως διδομένη χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ τήν γνῶσιν ὡς ἀληθῶς καί ἐπίγνωσιν διά φωτισμοῦ ἐμποιοῦσα καί διανοίγουσα τόν κεκλεισμένον καί κεκαλυμμένον ἡμῶν νοῦν, καθώς πολλάκις διά πολλῶν παραβολῶν καί αἰνιγμάτων, ἔτι δέ καί φανερῶν ἀποδείξεων, εἶπον ὑμῖν καί πάλιν ἐρῶ· ἡ θύρα ὁ Υἱός – “Ἐγώ εἰμι, φησίν, ἡ θύρα”-, ἡ κλείς δέ τῆς θύρας τό Πνεῦμα τό Ἅγιόν ἐστι – “Λάβετε, φησί, Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς· ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται”-, οἰκία δέ ὁ Πατήρ – “Ἐν γάρ τῇ οἰκίᾳ τοῦ Πατρός μου πολλαί μοναί εἰσι”- . Πρόσεχε οὖν ἀκριβῶς τῇ θεωρίᾳ τοῦ λόγου. Εἰ μή οὖν ἡ κλείς ἀνοίξει – “Τούτῳ γάρ, φησίν, ὁ θυρωρός ἀνοίγει” -, ἡ θύρα οὐκ ἀνοίγεται· ἄν δέ μή ἡ θύρα διανοιχθῇ, οὐδείς εἰς τήν οἰκίαν εἰσέρχεται τοῦ Πατρός, καθώς φησιν ὁ Χριστός· “Οὐδείς ἔρχεται πρός τόν Πατέρα, εἰ μή δι᾿ ἐμοῦ”.
Άγιος Συμεών ο Νέος θεολόγος αγανακτισμένος με την νοοτροπία ορισμένων να θεολογούν εύκολα γράφει· « Εἰ οὖν πᾶς ὁ ἁμαρτάνων τόν Θεόν οὐχ ἑώρακεν οὐδέ ἔγνωκεν αὐτόν, ὁ δέ γεγεννημένος ἐκ τοῦ Θεοῦ ἁμαρτίαν οὐ ποιεῖ, τέκνον χρηματίζων αὐτοῦ, θαυμάζειν μοι ἔπεισιν ἐπί τούς πολλούς τῶν ἀνθρώπων, οἵ πρό τοῦ γεννηθῆναι ἐκ τοῦ Θεοῦ καί τέκνα χρηματίσαι αὐτοῦ θεολογεῖν καί περί Θεοῦ λέγειν οὐ φρίττουσι. Διά δή τοῦτο καί ὅταν περί θείων καί ἀνεφίκτων πραγμάτων ἀκούω τούτων τινάς φιλοσοφοῦντας καί ἀνάγνως θεολογοῦντας καί τά περί Θεοῦ καί τά κατ᾿ αὐτόν ἐξηγουμένους ἄνευ τοῦ συνετίζοντος Πνεύματος,φρίττει μου τό πνεῦμα καί οἱονεί ἔξω ἐμαυτοῦ γίνομαι, ἀναλογιζόμενος καί σκοπῶν τό πᾶσιν ἀκατάληπτον τῆς θεότητος καί ὅπως, τά ἐν ποσίν ἀγνοοῦντες καί αὐτούς ἡμᾶς, περί τῶν ἀνεφίκτων ἡμῖν ἀφοβίᾳ Θεοῦ καί τόλμῃ φιλοσοφεῖν προθυμούμεθα, καί ταῦτα κενοί Πνεύματος ὄντες τοῦ ταῦτα φωτίζοντος ἤ καί ἀναπτύσσοντος καί αὐτό τοῦτο τό περί Θεοῦ λέγειν τι ἁμαρτάνοντες. Εἰ γάρ τό γνῶναι μόνον ἕκαστον ἑαυτόν χαλεπόν καί κομιδῇ ὀλίγοις φιλοσοφούμενον, μικροῦ δέ οὐδ᾿ ὀλίγοις ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ καί τῇ γενεᾷ ταύτῃ, ἡνίκα καί ὁ τῆς φιλοσοφίας ἔρως ἐσβέσθη τῇ βιαίᾳ φορᾷ καί ἀντιπνεύσει τῆς κατασχούσης ἡμᾶς ἀμελείας καί τῶν πραγμάτων τοῦ βίου, ἀνταλλαττομένοις τῶν αἰωνίων τά μηδενός ἄξια καί μηκέτ᾿ ὄντα ἤ οὐδαμῶς ὄντα, ἄλλοτε ἄλλως μετατυπούμενα καί ὅρον μή ἔχοντα στάσεως, πολλῷ μᾶλλον τό γνῶναι Θεόν χαλεπώτερον καί προσέτι πάντῃ ἄλογον καί ἀσύνετον καί φύσιν Θεοῦ καί οὐσίαν ἐξερευνᾶν. Ἀλλά τί τά ἑαυτῶν ἀφέντες, ὦ οὗτοι, καλῶς διατίθεσθαι, τά περί Θεοῦ καί τῶν θείων ἐξερευνᾶτε; Μεταβῆναι δεῖ πρῶτον ἡμᾶς ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν, εἶθ᾿ οὕτω δέξασθαι σπέρμα ἐν ἑαυτοῖς ἄνωθεν τοῦ ζῶντος Θεοῦ καί γεννηθῆναι ὑπ᾿ αὐτοῦ, ὡς χρηματίσαι τέκνα αὐτοῦ, καί ἑλκύσαι Πνεῦμα ἐν τοῖς ἐγκάτοις καί οὕτως ἐλλαμπομένους τά περί Θεοῦ φθέγγεσθαι, καθόσον οἷόν τε καί ἀπό Θεοῦ ἐλλαμπόμεθα».
Θα ισχυρισθούν,βέβαια, οι δια πλεκόμενοι στο παλαιοημερολητικό ζήτημα τον τελευταίο καιρό, ότι κάτι αντίστοιχο δεν ισχύει γι αυτούς αφου δεν θεολογούν περί Αγίας Τριάδος. Όμως «θεολογούν», καθώς και ορισμένοι λαϊκοί μετά ανέσεως, στον αντιοικουμενιστικό αγώνα αποπρασανατολιζόμενοι από την βασιλική οδό της διακρίσεως και αναλισκόμενοι σε θέματα που δημιουργούν προβλήματα στις τάξεις των αγωνιζομένων, θέτοντας παράκαιρα δηλήματα και βάζοντας σε προβληματική κρίση συνειδήσεως τους πιστούς, τους οποίους, επίσης, αποπρασανατολίζουν. Αυτό είναι εξ ίσου σοβαρό και κάνει πολύ μεγάλο κακό στον αγώνα.
Στη περίπτωση αυτή το κακό είναι ο αποπρασανατολισμός· χρειάζεται, άραγε, να εξηγήσουμε ότι έτσι απορροφάται η δυναμική των ορθοδόξων και δεν αφήνει η τάση αυτή να προχωρήσει η αποτοίχηση περαιτέρω. Είμαστε τόσοι πολλοί ώστε να διχασθούμε κιόλας; Ήδη με την διακοπή μνημονεύσεως εκείνων που δεν διέκοψαν όμως και κοινωνία με όσους κοινωνούν με την αίρεση δημιουργήθηκε σύγχυση, μπλόκαρε όλη η αποτείχηση. Και καλύτερα θα ήταν να μη βγουν καθόλου στον αγώνα, διότι περισσότερο έβλαψαν παρά βοήθησαν να γίνει σωστά η αντιμετώπιση της αιρέσεως· τώρα αρχίσαμε και τα σχετικά με το παλαιό ημερολόγιο; Νομίζω ότι μια επιχειρηματολογία αυτού του τύπου δεν βοηθά καθόλου. «ὁ καί οὕτω θεολογεῖν ἐφιέμενος, τόν μή παρ᾿οὖν τῆς ὁδοῦ, φημί δή τῆς μακαρίας ταπεινοφροσύνης, ὁ παρεκλίνων καί ἔξω που, δεξιά τυχόν ἤ ἀριστερά, βαδίζων καί προευόμενος καί τοῖς ἴχνεσι τοῦ Ἰησοῦ καί Θεοῦ μή καταδεχόμενος ἕπεσθαι, πῶς εἰς τόν νυμφῶνα αὐτοῦ σύν αὐτῷ εἰσελεύσεται; Μή θεασάμενος δέ ταύτην, πῶς τά κατ᾿ αὐτήν ἤ τά περί αὐτήν ἄλλοις ἐκδιηγήσεται; Πῶς περί ὧν οὐκ οἶδε καί οὐκ ἐθεάσατο πώποτε εἰπεῖν καθόλου τολμήσειεν; Εἰ δ᾿ ἐπιχειρήσειε περί τοιούτων καί τηλικούτων διδάσκειν, ἆρα τοῦ τοιούτου ἀνθρώπου ἔστιν ἐπί τῆς γῆς ἀφρονέστερος;»
Αυτή την ώρα παλαιό και νέο ημερολόγιο χρειάζεται να σχηματίσουμε ένα κοινό μέτωπο αγώνα εστάζοντας την δυναμική μας αφήνοντας τα στενά παραταξιακά πλαίσια επιστρατευόμενοι εν Αγίω Πνεύματι στην αληθινή Εκκλησία του Χριστού.
Θα μου πείτε το ημερολόγιο τί γίνεται; Είμαστε υπέρ του παλαιού ημερολογίου όμως δεν θα μπούμε σε καμμιά παράταξη και δεν επιστρέψουμε τώρα στο παλαιό. Θα τελειώσουμε πρώτα με το ξεκαθάρισμα της αίρεσης και όλοι μαζί η Εκκλησία θα επιστρέψπυμε και στο παλαιό. Αυτή την ώρα αν δεν είναι ανοησία μια διένεξη περί του παλαιού το λιγότερο είναι μια καταστροφή για τον αγώνα μας λοιπόν, ας σοβαρευτούμε!