Η προσφυγή του καθηγητή Πάνου Λαζαράτου στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά των αποφάσεων αδειοδότησης των τριών νομικών σχολών των ιδιωτικών πανεπιστημίων (ΝΠΠΕ), φέρνει σεισμό στην ανώτατη εκπαίδευση και θέτει επί τάπητος το ίδιο το θεσμικό υπόβαθρο των νέων μη κρατικών ΑΕΙ.
Η αίτηση ακύρωσης δεν αφορά μόνο τη νομιμότητα των αδειών, αλλά και το μοντέλο ίδρυσης που, σύμφωνα με νομικούς κύκλους, πάσχει σε επίπεδο πιστοποίησης και διαφάνειας. Ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι οι άδειες δόθηκαν πριν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση των προγραμμάτων σπουδών από τα μητρικά πανεπιστήμια του εξωτερικού, κάτι που συνιστά –όπως αναφέρει– παράβαση ευρωπαϊκού δικαίου.
«Δεν μπορεί να λειτουργήσει νομική σχολή χωρίς πιστοποιημένο πρόγραμμα – όπως δεν μπορεί να υπάρξει δικαστήριο χωρίς νόμο», σχολίασε χαρακτηριστικά πανεπιστημιακός κύκλος.
Η ΕΘΑΑΕ διαψεύδει ότι έχει εγκρίνει προγράμματα, ενώ τα ιδιωτικά πανεπιστήμια έχουν ήδη ανακοινώσει εγγραφές, δημιουργώντας επικοινωνιακό προβάδισμα έναντι των δημοσίων ΑΕΙ.
Πολιτική διάσταση και αντιδράσεις
Η κυβέρνηση υπερασπίζεται την πρωτοβουλία ως «ώριμη μεταρρύθμιση», που θα ενισχύσει την εξωστρέφεια της ελληνικής εκπαίδευσης. Όμως η ΠΟΣΔΕΠ και οι πρυτανικές αρχές προειδοποιούν ότι πρόκειται για θεσμικό κενό με απρόβλεπτες συνέπειες.
«Η ανώτατη εκπαίδευση δεν μπορεί να λειτουργεί με fast track διαδικασίες», ανέφερε πρώην πρύτανης του ΑΠΘ.
Στο επίκεντρο βρίσκεται το ζήτημα της ποιότητας. Ακαδημαϊκοί κάνουν λόγο για ελλείψεις βασικών μαθημάτων, ασάφεια στα προγράμματα και ανεπαρκή αναλογία διδασκόντων – φοιτητών, γεγονός που ενισχύει τις ανησυχίες για υποβάθμιση του ακαδημαϊκού επιπέδου.
Ο Πάνος Λαζαράτος μίλησε ανοιχτά για «κινδύνους εκφυλισμού του θεσμού», ζητώντας να διασφαλιστεί πως «τα μαθήματα δεν θα γίνονται σε κοτέτσια, αλλά σε πραγματικά πανεπιστήμια».
Τι μέλλει γενέσθαι
Η απόφαση του ΣτΕ θα καθορίσει το μέλλον των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα. Αν γίνει δεκτή η προσφυγή, θα σημάνει σοβαρό πλήγμα για την κυβερνητική πολιτική. Αν απορριφθεί, θα ανοίξει ο δρόμος για τη λειτουργία των ΝΠΠΕ ήδη από το 2026-2027.
Το διακύβευμα, ωστόσο, είναι βαθύτερο:
Θα αποκτήσει η χώρα πραγματικά αξιόπιστα πανεπιστήμια ή θα μετατραπεί σε αγορά τίτλων σπουδών χωρίς ακαδημαϊκό βάρος;
Η υπόθεση αυτή θα δείξει αν η Ελλάδα προχωρά σε μεταρρύθμιση με νόημα ή σε ένα επικίνδυνο πείραμα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.