Το κύμα των ρευστοποιήσεων προς αποκόμιση κερδών μετά τα ρεκόρ του περασμένου μήνα, αλλά και η αναζωπύρωση των αμφιβολιών των επενδυτών για τα επόμενα βήματα της Fed οδήγησαν σε αρνητική εκκίνηση την Wall Street για το δεύτερο τρίμηνο. Έτσι οι πιέσεις στους δείκτες συνεχίστηκαν και την Τρίτη για δεύτερη συνεχόμενη συνεδρίαση, κυρίως δε, με επίκεντρο τον Dow, ο οποίος βρέθηκε πρόσκαιρα να χάνει έως και πάνω από 500 μονάδες. Αν και την τελευταία ώρα της συνεδρίασης οι απώλειες σε όλους τους δείκτες συρρικνώθηκαν, συμφωνα με το
Τελικά ο Dow Jones έκλεισε με πτώση 395 μονάδων ή 1% φτάνοντας έτσι τις 39.171 μονάδες, ο S&P 500 υποχώρησε κατά 0,72% και τις 5.205 μονάδες και ο Nasdaq διολίσθησε σε ποσοστό 0,95% στις 16.240 μονάδες.
Στον αντίποδα στην αγορά ομολόγων οι αποδόσεις κινήθηκαν ανοδικά με την απόδοση του 10ετούς να εκτινάσσεται στο υψηλότερο επίπεδο για τη φετινή χρονιά, κοντά στο 4,37%, πριν περιοριστεί γύρω στο 4,355% με άλμα 26 μονάδων.
Τα νεότερα στοιχεία από τη μεταποίηση ήρθαν να επιβεβαιώσουν τις υψηλές αντοχές της αμερικανικής οικονομίας που δίνουν στη Fed τα περιθώρια να μην βιαστεί να προχωρήσει σε αντιστροφή της νομισματικής της πολιτικής.
Wall Street: Αρνητικό ποδαρικό για το β΄τρίμηνο – Μεικτά πρόσημα στους δείκτες
Αυτό ουσιαστικά υποστήριξαν και σε δηλώσεις τους σήμερα δύο διαφορετικά μέλη του συμβουλίου, η επικεφαλής της Fed του Κλίβελαντ Λορέντα Μέστερ αλλά ακόμη και η μετριοπαθής πρόεδρος της Fed του Σαν Φρανσίσκο, Μέρι Ντάλι.
Η κυρία Μέστερ ξεκαθάρισε ότι χρειάζονται περισσότερα στοιχεία για τη μείωση του πληθωρισμού πριν η κεντρική τράπεζα ξεκινήσει τις περικοπές των επιτοκίων, επισημαίνοντας ότι τα υψηλά νούμερα των πρώτων μηνών ήρθαν να επιβεβαιώσουν τις επιφυλάξεις για την ασταθή πορεία αποκλιμάκωσης του δείκτη.
Βέβαια συμφώνησε πως πιθανότατα φέτος θα πραγματοποιηθούν τρεις μειώσεις των επιτοκίων, αλλά δήλωσε πιο επιφυλακτική για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας ισχυριζόμενη πως πιθανότατα τα επιτόκια δεν θα μειωθούν συνολικά όσο αρχικά υπολογιζόταν σε μακροπρόθεσμο επίπεδο (στο 3% αντί του 2,5%).
Αντιστοίχως η κυρία Ντάλι συμφώνησε επίσης πως τρεις μειώσεις φέτος αποτελεί μια λογική εκτίμηση για το 2024, όμως σχολίασε ότι δεν υπάρχει βιασύνη για την έναρξη της αναπροσαρμογής τους από την κεντρική τράπεζα.
Σύμφωνα με το δείκτη FedWatch της CME που καταγράφει τις τάσεις στην αγορά, οι πιθανότητες διατήρησης των επιτοκίων στα ίδια επίπεδα στην επόμενη συνεδρίαση της 1ης Μαΐου φτάνουν το 97%(!), ενώ οι πιθανότητες μιας πρώτης περικοπής στη συνεδρίαση του Ιουνίου κινούνται στο μετριοπαθές 61%.
Αντιστοίχως στις αγορές swap νωρίτερα προεξοφλούνταν περικοπές των επιτοκίων μόλις κατά 0,68 ποσοστιαίες μονάδες μέχρι το Δεκέμβριο, έναντι των 0,75 μονάδων που έχει αφήσει να εννοηθεί η Fed.
Σε επίπεδο μετοχών οι τεχνολογικές εταιρείες, όπως η Nvidia, η Alphabet και η Microsoft, δέχτηκαν αρκετές πιέσεις. Αν και σε ρόλο αρνητικού πρωταγωνιστή ήταν η Tesla με κάμψη άνω του 5% μετά τα απογοητευτικά στοιχεία που ανακοίνωσε για τις παραδόσεις αυτοκινήτων το πρώτο τρίμηνο.
Μεγάλες απώλειες κατέγραψαν και οι ασφαλιστικές του κλάδου υγείας, όπως η Humana, η UnitedHealth και η CVS Health, καθώς η αρμόδια αρχή για το Medicare και το Medicaid κράτησε το πλάνο πληρωμών για το 2025 χωρίς να προχωρήσει σε αυξήσεις. Ο εν συγκεκριμένος κλάδος ήταν το κλειδί για το sell off στον Dow και μάλιστα σχεδόν οι μισές απώλειες του δείκτη αποδόθηκαν σε μία και μόνο μετοχή, της UnitedHealth.
Στον αντίποδα στις κερδισμένες ξεχώρισαν οι ενεργειακές μετοχές χάρη στο νέο άλμα των πετρελαϊκών τιμών. Μάλιστα, το αμερικανικό αργό ξεπέρασε το όριο των 85 δολαρίων το βαρέλι για πρώτη φορά από τον περασμένο Οκτώβριο, με αποτέλεσμα εταιρείες όπως η ConocoPhillips και η Marathon Petroleum να καταγράψουν νέα υψηλά 52 εβδομάδων.
Θετικό πρόσημο και για τη μετοχή της Endeavor Group μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας εξαγοράς της από την εταιρεία ιδιωτικών κεφαλαίων Silver Lake έναντι 23 δισ. δολαρίων.
Τέλος, η πρώτη ημέρα διαπραγμάτευσης της GE Vernova στο NYSE απέφερε μεν στην εταιρεία κέρδη, αυτά δεν ξεπέρασαν το 3% δεδομένου του ευρύτερα αρνητικού κλίματος στην αγορά.