Όταν ο 35ος πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι, έπεφτε νεκρός στις 22 Νοεμβρίου 1963 από το χέρι του Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ, ο πλανήτης είχε μόλις βρει τον πιο σκοτεινό πολιτικό δολοφόνο του.
Την ώρα που όλοι μα όλοι έψαχναν να βρουν τι και κυρίως ποιος ήταν αυτός που είχε εξουσιοδοτήσει τον Όσβαλντ να βγάλει από τη μέση τον δημοφιλή πρόεδρο, πυροδοτώντας αναρίθμητες θεωρίες συνωμοσίας και σενάρια για αγρίους, δύο μόλις μέρες αργότερα, στις 24 Νοεμβρίου, ένας 52χρονος ιδιοκτήτης νυχτερινού κέντρου στο Ντάλας θα άφηνε την οικουμένη για άλλη μια φορά με το στόμα ανοιχτό, σκοτώνοντας τον 24χρονο βιβλιοθηκάριο που κατηγορούνταν για τον φόνο του Κένεντι.
Κι έτσι άφησε αναγκαστικά χωρίς απάντηση το μυστήριο της δολοφονίας του JFK, κλέβοντας ταυτοχρόνως από τον Όσβαλντ τον τίτλο του πιο αινιγματικού δολοφόνου όλων των εποχών.
Την ώρα που η αστυνομία μετέφερε τον ύποπτο της προεδρικής δολοφονίας από τις δημοτικές στις πολιτειακές φυλακές, ο ακροδεξιός Ρούμπι βγήκε από το πλήθος και τον πυροβόλησε σχεδόν εξ επαφής. Το γεγονός έπαιξε μάλιστα ζωντανά στην αμερικανική τηλεόραση, καθώς εκείνες τις μέρες τα 24ωρα δελτία ειδήσεων δεν ασχολούνταν με τίποτα άλλο.
Όλοι άφησαν τώρα τον Όσβαλντ στη νεκρική του ησυχία, αν και πρόσκαιρα, και ξεψάχνιζαν τον βίο του Ρούμπι αναζητώντας τους βαθύτερους λόγους για την εσπευσμένη δολοφονία του προεδρικού δολοφόνου. Ήθελε κάτι να κρύψει; Ποιος τον είχε βάλει; Ενήργησε μόνος; Το σκοτεινό παρελθόν του ιδιοκτήτη καμπαρέ και οι αγαστές του σχέσεις με τη Μαφία δεν έπειθαν κανέναν ότι το είχε κάνει λόγω της οργής του. Αυτός δήλωνε σταθερά ότι δεν αποτελούσε μέρος καμιάς συνωμοσίας, ποιος όμως να τον πιστέψει; Η υπόθεση βρομούσε τόσο που λερωνόσουν από όπου κι αν την έπιανες.
Παρά το γεγονός μάλιστα ότι ο Ρούμπι καταδικάστηκε πρωτόδικα για φόνο το 1964, η απόφαση ανατράπηκε στο εφετείο το 1966. Τώρα περίμενε την εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσής του, πέθανε όμως εντωμεταξύ από καρκίνο, ρίχνοντας μερικούς ακόμα τόνους λαδιού στη συνωμοσιολογική πυρά.
Η Επιτροπή Γουόρεν, που συστάθηκε από τον πρόεδρο Λίντον Τζόνσον για να διερευνήσει τη δολοφονία Κένεντι, κατέληξε πως ο Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ έδρασε μόνος του. Σύμφωνα με το πόρισμά της, ο Όσβαλντ πυροβόλησε τον αμερικανό πρόεδρο τρεις φορές από το παράθυρο της σχολικής βιβλιοθήκης όπου εργαζόταν στο Ντάλας. Κανείς δεν το πίστεψε και νεότερη ετυμηγορία αντίστοιχης διερευνητικής επιτροπής κατέληξε το 1979 ότι ο Κένεντι υπήρξε θύμα πλεκτάνης.
Ο Τζακ Ρούμπι δεν άφησε να πέσουν οι πραγματικοί τίτλοι τέλους στη δολοφονία Κένεντι, δηλώνοντας απλώς οργισμένος από τα φονικά πεπραγμένα του Όσβαλντ. Είπε ταυτοχρόνως ότι ήθελε να απαλλάξει την Τζάκι Κένεντι από το μαρτύριο της δίκης, γι’ αυτό και τον πυροβόλησε στο στέρνο.
Ο Όσβαλντ μεταφέρθηκε αναίσθητος στο νοσοκομείο, όπου άφησε την τελευταία του πνοή. Όπως το ήθελε η μοίρα, ο επίλογός του γράφτηκε στο ίδιο μέρος όπου οι γιατροί είχαν προσπαθήσει να σώσουν τη ζωή του Κένεντι. Στο ίδιο νοσοκομείο θα μεταφερόταν μάλιστα για να πεθάνει και ο Τζακ Ρούμπι, μιας και η Ιστορία έχει συχνά μια διεστραμμένη αίσθηση της ειρωνείας.
Στα 50 και πλέον χρόνια που μας χωρίζουν από τη δολοφονία Κένεντι, όσοι συνεχίζουν να αμφισβητούν το ενδεχόμενο να κατάφερε ο Όσβαλντ να σκοτώσει μόνος τον πρόεδρο έχουν κατηγορήσει 42 ομάδες, έχουν ανακαλύψει 82 δεύτερους δολοφόνους (ή και πρώτους!) και έχουν εμπλέξει 214 ανθρώπους στα ζοφερά τεκταινόμενα. Η παράνοια είχε αγγίξει κόκκινο στη σκοτεινή υπόθεση, καμιά αμφιβολία.
Ανάμεσα στις επικρατέστερες θεωρίες για τη δολοφονία του αμερικανού ηγέτη, όπου άλλες φαντάζουν αληθοφανείς και άλλες είναι κατάφωρα τραβηγμένες από τα μαλλιά, υπάρχει και η λεγόμενη «θεωρία της Μαφίας», η οποία σε σχέση με τα άλλα συνωμοσιολογικά σενάρια μοιάζει να έχει κάποιο έρεισμα στην πραγματικότητα.
Τα αφεντικά του υποκόσμου της Αμερικής συνεργάστηκαν σε τελική ανάλυση με τη CIA στις πολυάριθμες απόπειρες δολοφονίας του Φιντέλ Κάστρο, γιατί όχι λοιπόν και στον αφανισμό του αμερικανού προέδρου; Ο Κένεντι είχε βαλθεί εξάλλου να γκρεμίσει το οργανωμένο έγκλημα θέλοντας να εξαρθρώσει τα τόσα του πλοκάμια, γι’ αυτό και είχε εξουσιοδοτήσει τον γενικό εισαγγελέα και αδελφό του Μπόμπι να κηρύξει τον ανένδοτο στη Μαφία, μπας και απαλλάξει τις ΗΠΑ από τη δράση των «νονών».
Ο Τζακ Ρούμπι ήταν γνωστός στους κύκλους της Μαφίας, με το σενάριο να θέλει τα αφεντικά του υποκόσμου να τον ξαποστέλνουν για να κλείσει το στόμα του δολοφόνου του Κένεντι, συγκαλύπτοντας έτσι οριστικά τη συνωμοσία. Παρά το γεγονός ότι το οργανωμένο έγκλημα είχε και κίνητρο και την απαραίτητη «τεχνογνωσία», δεν αποδείχτηκε ποτέ η φερόμενη εμπλοκή του στην υπόθεση...
Πρώτα χρόνια
Ο Τζέικομπ Λέοναρντ Ρουμπενστάιν, που όλοι ήξεραν ως Τζακ Ρούμπι, γεννιέται στις 25 Μαρτίου 1911 στο Σικάγο μέσα σε οικογένεια πολωνοεβραίων εμιγκρέδων. Ως το πέμπτο από τα δέκα παιδιά της φτωχής οικογένειας, μεγάλωσε στους κακόφημους δρόμους του Σικάγου και έμπλεξε από νωρίς με τον νόμο.
Παραβάτης ήδη από τα μικράτα του, ο νεαρός κακοποιός μπαινοβγαίνει στο αναμορφωτήριο και περνά από πολλές ανάδοχες οικογένειες, δεν στεριώνει ωστόσο πουθενά. Στα 11 του τον συλλαμβάνουν για σκασιαρχείο και εκείνος μετατρέπεται σταδιακά σε χαμίνι των δρόμων. Πουλά πληροφορίες σε αλογομούρηδες, πουλά τα μπράτσα του στους δοσάδες της γειτονιάς και κάνει ό,τι μπορεί για να επιβιώσει.
Το σχολείο δεν το τέλειωσε ποτέ και παράδερνε για χρόνια μεταξύ δουλειών και στις δύο πλευρές του φάσματος της νομιμότητας. Δεν στέριωνε όμως πουθενά. Όλοι έλεγαν ότι θα στρώσει στον πόλεμο, καθώς υπηρέτησε στην Αεροπορία (1943-1946) κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου και το στρατιωτικό του μητρώο ήταν άψογο, αν και αποδείχτηκαν λάθος.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1940, μετακομίζει στο Ντάλας και μετατρέπεται σε κακοποιό στοιχείο πλήρους απασχόλησης. Τώρα ασχολείται με τα καμπαρέ και τον τζόγο, στήνει παιχνίδια και κλέβει όποιον βρει, και το ποινικό του μητρώο φουντώνει με μικροαδικήματα.
Παρά τις σχέσεις του με τη Μαφία, έχει τη φήμη του «πολυλογά» και του ανθρώπου που θα έκανε τα πάντα για λίγη (καλή ή κακή, το ίδιο του ήταν) δημοσιότητα. Δεν παντρεύτηκε ποτέ και δεν ήταν ενταγμένος σε κανέναν πολιτικό φορέα, αν και η εθνικιστική του ρητορεία ήταν γνωστή στους κύκλους του. Πλέον διηύθυνε νυχτερινά κέντρα, καμπαρέ και άλλες κακόφημες δραστηριότητες και ήταν γνωστός στην Αστυνομία του Ντάλας, την οποία δωροδοκούσε με αλκοόλ και γυναικεία παρέα.
Ήξεραν μάλιστα πως πεταγόταν συχνά στην Κούβα κάνοντας εκδουλεύσεις για τα αφεντικά του οργανωμένου εγκλήματος και τα εκεί καζίνο της Μαφίας. Όπως θα αποκαλυπτόταν εξάλλου αργότερα, από τα πρακτικά της Επιτροπής Γουόρεν, ο Τζακ Ρούμπι ήταν μπλεγμένος μέχρι τα μαλλιά στις παράνομες δραστηριότητες του υποκόσμου και κυρίως στον τζόγο, τα ναρκωτικά και την πορνεία…
Η δολοφονία του πολιτικού δολοφόνου που ακούστηκε στα πέρατα του κόσμου
Στις 22 Νοεμβρίου 1963, ο πρόεδρος Κένεντι, η σύζυγός του Τζάκι, ο γερουσιαστής του Τέξας και η δική του σύζυγος επέβαιναν στην ανοιχτή προεδρική λιμουζίνα στο κέντρο του Ντάλας. Καθώς το αμάξι περνούσε από την Κεντρική Σχολική Βιβλιοθήκη του Τέξας στις 12:30 μ.μ., ο Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ, που είχε πιάσει δουλειά στο κτίριο λίγους μόλις μήνες πρωτύτερα, πυροβόλησε τρεις φορές από τον έκτο όροφο τον 46χρονο πρόεδρο, τραυματίζοντάς τον θανάσιμα.
Ο Κένεντι μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο του Ντάλας όπου και κρίθηκε νεκρός μισή ώρα αργότερα. Κάπου 45 λεπτά μετά την πολύκροτη δολοφονία, ο Όσβαλντ σκοτώνει έναν αστυνομικό που τον σταμάτησε για έλεγχο στον δρόμο, κοντά στην οικία του. Λίγες ώρες αργότερα, η Αστυνομία συλλαμβάνει το γέννημα-θρέμμα της Λουιζιάνα και πρώην πεζοναύτη που είχε περάσει λίγο καιρό στη Σοβιετική Ένωση.
Εκείνος αρνείται ότι έφαγε τόσο τον Κένεντι όσο και τον αστυνομικό, κατηγορείται ωστόσο αμέσως για τον θάνατο και των δύο αντρών. Δύο μέρες αργότερα, μέσα στον καταιγισμό των ειδήσεων, των φημών και των θεωριών συνωμοσίας, ένα ανομοιογενές πλήθος από ρεπόρτερ, οπερατέρ, αστυνομικούς και φιλοπερίεργους πολίτες μαζεύτηκε για να δει από κοντά τον δολοφόνο του Κένεντι.
Η Αστυνομία του Ντάλας θα τον μετέφερε από το υπόγειο των κρατητηρίων της πόλης στις πολιτειακές φυλακές του Τέξας. Ένα θωρακισμένο όχημα τον περίμενε απέξω και ο ίδιος ξεπρόβαλλε με τις χειροπέδες και την ισχυρή αστυνομική συνοδεία. Ένας άντρας με σκούρο κοστούμι και γκρι καπέλο ορμά από το πλήθος στις 11:20 π.μ. και τον τραυματίζει θανάσιμα με μια σφαίρα στην κοιλιά. Οι κάμερες πιάνουν την επίθεση και το αμερικανικό κοινό ζει τη δολοφονία ζωντανά στους μικρούς του δέκτες.
O δράστης, την ώρα που τον καταπλακώνουν οι αστυνομικοί στο έδαφος, ουρλιάζει: «Όλοι με ξέρετε. Είμαι ο Τζακ Ρούμπι!». Ο Όσβαλντ μεταφέρεται στο ίδιο νοσοκομείο του Ντάλας με τον Κένεντι, όπου αφήνει την τελευταία του πνοή στην εγχείριση. Ο Ρούμπι, που κατηγορείται για τον φόνο του προεδρικού δολοφόνου, λέει πως όλα τα έκανε για να σώσει την Τζάκι από το μαρτύριο της δίκης, καθώς εκείνη θα έπρεπε να επιστρέψει στο Ντάλας και να ξαναζήσει τα μαύρα γεγονότα.
Μετά είπε πως ό,τι έκανε, το έκανε για να ξεπλύνει το Ντάλας στα μάτια των Αμερικανών. Στον οργανισμό του βρέθηκε μια ναρκωτική ουσία (φαινμετραζίνη) που διεγείρει το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα…
Καταδίκη και θάνατος
Στην πολύκροτη δίκη του, φρόντισε πάντως να αντικαταστήσει τον συνήγορό του με έναν μεγαλοδικηγόρο του Σαν Φρανσίσκο, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ήταν η «ψυχοκινητική επιληψία» του Ρούμπι αυτή που είχε μπλοκάρει το μυαλό του και τον ώθησε να σκοτώσει τον Όσβαλντ. Ζήτησε επιείκεια για τον πελάτη του, αν και οι ένορκοι δεν θα χρειάζονταν παρά δυο ωρίτσες στις 14 Μαρτίου 1964 για να τον κηρύξουν ένοχο και να τον καταδικάσουν σε θάνατο στην ηλεκτρική καρέκλα.
Ο αετονύχης δικηγόρος καταφέρθηκε κατά της απόφασης αποδίδοντας αντισημιτικά κίνητρα στην καταδίκη του εβραίου πελάτη του. Δύο χρόνια αργότερα ωστόσο, τον Οκτώβριο του 1966, το Εφετείο του Τέξας, στη βάση μιας νομικούρας, θα ανέτρεπε την πρωτόδικη καταδικαστική απόφαση καλώντας σε εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσης. Ισχυρίστηκε δηλαδή πως ο Ρούμπι δεν έπρεπε να δικαστεί στο Ντάλας, καθώς η τεράστια δημοσιότητα θα του στερούσε τη δίκαιη δίκη.
Η νέα δίκη προγραμματίστηκε σε άλλη πόλη του Τέξας για τον Φεβρουάριο του 1967. Στις 9 Δεκεμβρίου 1966 όμως ο Ρούμπι μεταφέρθηκε στο ίδιο νοσοκομείο που είχε διαπιστωθεί ο θάνατος Κένεντι και Όσβαλντ με πνευμονία. Εκεί θα έβρισκαν ότι έπασχε από καρκίνο των πνευμόνων. Από το νοσοκομείο δεν θα ξανάβγαινε, καθώς στις 3 Ιανουαρίου 1967 πέθανε από πνευμονική εμβολή σε ηλικία 55 ετών.
Και επειδή πέθανε περιμένοντας τη νέα δίκη, ήταν ουσιαστικά υπόδικος. Μερίδα του αμερικανικού κοινού τον έβλεπε ως ήρωα που σκότωσε τον φημολογούμενο ως δολοφόνο του Κένεντι, ενώ για άλλους δεν ήταν παρά το τσιράκι κάποιου που μπήκε στο κάδρο για να μη μαθευτεί ποτέ η αλήθεια για τον φόνο του αμερικανού προέδρου.
Ο ίδιος διατεινόταν σταθερά πως είχε ενεργήσει μόνος του, τυφλωμένος από το μίσος του για τον Όσβαλντ. Το περιοδικό «Life» φαινόταν να επιβεβαιώνει αυτή την εκδοχή, αποκαλύπτοντας πως ο Ρούμπι οπλοφορούσε πάντα λόγω επαγγέλματος και πως την επίμαχη στιγμή είχε αφήσει τον σκύλο του στο αμάξι έξω από τα κρατητήρια του Ντάλας, σαν να επρόκειτο να επιστρέψει.
Η Επιτροπή Γουόρεν κατέληξε στα τέλη Νοεμβρίου του 1963 πως τόσο ο Όσβαλντ όσο και ο Ρούμπι δεν ήταν γρανάζια μιας ευρύτερης δολοφονικής πλεκτάνης. Οι θεωρίες συνομωσίας έδιναν και έπαιρναν για χρόνια και φούντωσαν εκ νέου το 1979, όταν νέα κυβερνητική επιτροπή (House Select Committee on Assassinations) κατέληξε στην αναφορά της ότι ο Κένεντι «δολοφονήθηκε πιθανότατα ως αποτέλεσμα κάποιας συνωμοσίας», η οποία δεν αποκλείεται καθόλου να περιλάμβανε κι άλλους ενόπλους.
Παρά τις τόσες δεκαετίες που έχουν περάσει από τον φόνο του Κένεντι, το συλλογικό φαντασιακό συνεχίζει να δονείται από θεωρίες, σενάρια και σπέκουλες για το ποιος κρυβόταν πίσω από τη διαβόητη δολοφονική ενέδρα. Έρευνα μάλιστα του δικτύου ABC βρήκε το 2003 ότι το 70% των αμερικανών πολιτών πιστεύουν ότι η δολοφονία Κένεντι ήταν αποτέλεσμα ευρύτερης πλεκτάνης.
Υπήρχε δεύτερος εκτελεστής; Ήταν η CIA; Ήταν μήπως κουβανοί αντάρτες για το επεισόδιο του Κόλπου των Χοίρων; Ήταν η KGB ή μήπως ο αντιπρόεδρος Λίντον Τζόνσον που θα γινόταν πρόεδρος; Ή όλα τα έκανε η Μαφία; Ποιος ευθύνεται τελικά για τη δολοφονία που ακούστηκε στα πέρατα της οικουμένης;
Δεκαετίες ολόκληρες ερευνών, ακροαματικών διαδικασιών, ντοκουμέντων, μητρώων, καταγραφών και συνεντεύξεων έχουν αποτύχει να ικανοποιήσουν την περιέργεια δημοσιογράφων, ερευνητών, αναλυτών, ιστορικών και συνωμοσιολόγων και να μας δώσουν μια πειστική απάντηση τόσο για το αίνιγμα Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ όσο και τον γρίφο Τζακ Ρούμπι…