Στο Pro News Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων.

Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία από εμάς και τους συνεργάτες μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν συναινέσετε ή να αρνηθείτε να συναινέσετε. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αρνηθείτε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις σας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο. Μπορείτε πάντα να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο ή επισκεπτόμενοι την πολιτική απορρήτου μας.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας.Δες περισσότερα εδώ.
ΙΣΤΟΡΙΑ

Το «ματωμένο» Πάσχα του 1975: Θείος σκότωσε τα 11 μέλη της οικογένειάς του (φωτό)

Το «ματωμένο» Πάσχα του 1975 όπου  στην κομητεία Χάμιλτον στο Οχάιο των ΗΠΑ  θείος σκότωσε τα 11 μέλη της οικογένειας του

Αστυνομικοί έσπευσαν στο σπίτι του βόρεια του Σινσινάτι και βρήκαν τον αδύνατο και κοντό Ρούπερτ να περιμένει στην πόρτα, ντυμένος με τα καλά του λόγω της ημέρας: ένα κίτρινο πουκάμισο, μια άσπρη γραβάτα και ένα καρό παντελόνι. Τα ρούχα αυτά ήταν γεμάτα από κηλίδες αίματος.

Προσπερνώντας τον, οι αστυνομικοί προχώρησαν προς το εσωτερικό του σπιτιού και συνειδητοποίησαν τι είχε γίνει. Δεν επρόκειτο απλώς για κάποιους πυροβολισμούς. Επρόκειτο για μια σφαγή!

Ο Ρούπερτ μοιραζόταν το μεγάλο σπίτι με τη μητέρα του Τσάριτι, 65 ετών. Η ζωή του ήταν μια καταστροφή την ημέρα εκείνη του 1975, δύο εβδομάδες πριν από τα 41α γενέθλιά του. Χωρίς να μπορεί ή να θέλει να παραμείνει σε οποιαδήποτε δουλειά, εξαρτιόταν από τη μητέρα του και τον αδερφό του Λέοναρντ για να τα βγάζει πέρα οικονομικά. Πολλά βράδια τα περνούσε σε ένα τοπικό το μπαρ με το όνομα «19th Hole», πίνοντας μπίρες.

Η μητέρα του, που έμεινε χήρα όταν τα αγόρια της ήταν ακόμη στην εφηβεία, είδε κι απόειδε με τον τεμπέλη Τζίμυ και τον διέταξε να συγκεντρωθεί και να σοβαρευτεί, διαφορετικά να φύγει από το σπίτι.

Ο γιος της πάλι ήταν πάντα παρανοϊκός και η πίεση που του ασκήθηκε από τη μητέρα του είχε ως αποτέλεσμα να γίνει ακόμη περισσότερο παράλογος. Ο Ρούπερτ φανταζόταν ότι η μητέρα του και ο αδερφός του είχε επαφές με το FBI και ότι τον κατήγγειλαν τον ίδιο ως ομοφυλόφιλο ή ως κομμουνιστή. Ανησυχούσε επίσης ότι ο Λέοναρντ είχε παγιδεύσει το παλιό του Volkswagen.

Απεχθανόταν ακόμη το γεγονός ότι ζούσε στη σκιά του αδερφού του, που είχε αποφοιτήσει από κολέγιο, είχε μια καλή δουλειά και μια μεγάλη οικογένεια. Ο Λέονραντ και η σύζυγός του Άλμα είχαν οκτώ παιδιά.

Την ημέρα πριν από το Πάσχα, ο Τζίμυ ασχολήθηκε για αρκετές ώρες με το αγαπημένο του χόμπι. Μετέφερε τη συλλογή όπλων που είχε στις όχθες ενός κοντινού ποταμού και άρχισε να προπονείται στη σκοποβολή.

Αργότερα την ίδια ημέρα εμφανίστηκε στο μπαρ «19th Hole». Έπειτα από αρκετά ποτά, ο μπάρμαν και φίλος του τον ρώτησε αν είχε κατορθώσει να επιλύσει τα προβλήματα που είχε με τη μητέρα του. «Όχι ακόμη», ήταν η απάντησή του.

Παραπατώντας, επέστρεψε στο σπίτι του τα ξημερώματα και αποκοιμήθηκε. Τον σήκωσε από το κρεβάτι του η αναταραχή που επικράτησε στο σπίτι, όταν το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα, στις 16:00 περίπου, ο αδερφός του έφτασε με το βαν της οικογένειας μαζί με τα οκτώ παιδιά του: Τον 17χρονο Λέοναρντ τον 3ο, τον 16χρονο Μάικλ, τον 14χρονο Τόμι, τη 13χρονη Κάρολ, τη 12χρονη Αν, τον 11χρονο Ντέιβιντ, την 9χρονη Τερέζα και τον 4χρονο Τζον.

Η γιαγιά Ρούπερτ είχε προετοιμάσει ένα πασχαλινό κυνήγι αυγών και τα μικρότερα παιδιά πέρασαν μια ώρα περίπου στην αυλή μαζεύοντάς τα στα καλαθάκια τους. Γύρω στις 17:00, ο Ρούπερτ κατέβηκε για να χαιρετίσει την οικογένεια. Η μητέρα του ήταν στην κουζίνα για να ετοιμάσει κάτι γρήγορο για τα εγγόνια της, τα οποία είχαν ήδη φάει αφού είχαν βρεθεί νωρίτερα στο πασχαλινό τραπέζι με τους γονείς της Άλμα.

«Πώς πάει το Volkswagen;», ρώτησε κάποια στιγμή τον αδερφό του ο Λέοναρντ. Ο Τζίμυ έριξε μια ματιά στον αδερφό του, για να γυρίσει στη συνέχεια την πλάτη του και να επιστρέψει πίσω στο δωμάτιό του.

Γύρω στις 18:00 της ίδιας ημέρας, και τα οκτώ παιδιά βρίσκονταν μέσα στο σπίτι. Οι ενήλικες και ορισμένα παιδιά συγκεντρώθηκαν στην κουζίνα και οι υπόλοιποι άραζαν στο σαλόνι.

Ο Τζίμυ Ρούπερτ κατέβηκε ξανά τις σκάλες, κουβαλώντας τέσσερα όπλα. Μπήκε στην κουζίνα, με δύο όπλα, ένα στο κάθε του χέρι. Και τότε ξεκίνησαν όλα… Ο πρώτος που έπεσε στο έδαφος από τα πυρά ήταν ο Λέοναρντ, ακολουθούμενος από τη σύζυγό του Άλμα και τη μητέρα του Τσάριτι. Ανάμεσα στα ουρλιαχτά και το χάος που επικρατούσε, ήταν η σειρά των Αν, Ντέιβιντ και Τερέζα, που βρίσκονταν στην κουζίνα, να δεχτούν τα πυρά του θείου τους.

Ο Ρούπερτ προχώρησε προς το σαλόνι και στην πόρτα βρέθηκε αντιμέτωπος με τον μεγαλύτερο ανιψιό του, Λέοναρντ τον 3ο. Η ζωή του εφήβου θα τελείωνε εκείνη τη στιγμή από ένα μπαράζ πυροβολισμών. Ο θείος Τζίμι έκατσε τότε στον καναπέ και άρχισε να πυροβολεί τα υπόλοιπα τέσσερα παιδιά που παρέμεναν μέχρι εκείνη την ώρα ζωντανά: τον Μάικλ, τον Τόμι, την Κάρολ και τον μικρό Τζον.

Η σύλληψη του Ρούπερτ

Αφού είχε ολοκληρώσει το φρικιαστικό έργο του, ο Ρούπερτ σηκώθηκε και κοίταξε ένα ένα τα θύματά του, ρίχνοντάς κι άλλες σφαίρες στα σώματά τους που κείτονταν στο πάτωμα. Για τρεις ώρες παρέμεινε μέσα στο σπίτι, μέχρι να καλέσει την αστυνομία για να καταγγείλει «πυροβολισμούς».

Η υπόθεση αυτή θα περνούσε στην ιστορία του εγκλήματος στις ΗΠΑ, αφού αποτελεί το φονικότερο περιστατικό που έχει καταγραφεί μέσα σε ένα ιδιωτικό σπίτι.

Ακόμη και οι αστυνομικοί και οι διασώστες λύγισαν μπροστά στην πρωτοφανή σκηνή που αντίκρισαν μπροστά τους. Γλυκά, φαγητά και χαρούμενα καλαθάκια είχαν διασκορπιστεί ανάμεσα στις 11 σορούς της οικογένειας.

Ο Ρούπερτ με τους δικηγόρους του το 1980

Στο δικαστήριο, ο Ρούπερτ επικαλέστηκε παράνοια. Οι εισαγγελείς αγωνίστηκαν σκληρά για την καταδίκη του, αφού επρόκειτο να κληρονομήσει 300.000 δολάρια αν κρινόταν αθώος. Οι δικαστές τον καταδίκασαν τελικά για τους 11 φόνους και του επέβαλαν ισόβια κάθειρξη. Άσκησε έφεση στην απόφαση και το 1982 καταδικάστηκε εκ νέου για τον φόνο της μητέρας και του αδερφού του αλλά αθωώθηκε, λόγω παραφροσύνης, για τους άλλους θανάτους. Η ποινή παρέμεινε ίδια: ισόβια κάθειρξη.

Οι αιτήσεις αποφυλάκισης που κατέθεσε το 1995, το 2005 και το 2015 απορρίφθηκαν. Στην τελευταία απόφαση αναφερόταν για τον 81χρονο τότε Ρούπερτ: «Υπάρχει η πεποίθηση ότι ο τρόφιμος δεν είναι έτοιμος για αποφυλάκιση. Ο τρόφιμος δεν έχει ολοκληρώσει κανένα από τα προτεινόμενα προγράμματα και δεν μοιάζει πρόθυμος να το πράξει. Οι επιδόσεις του τροφίμου δείχνουν αρνητική συμπεριφορά. Ο τρόφιμος αφαίρεσε τις ζωές πολλών θυμάτων. Υπάρχουν ισχυρές αντιδράσεις για την απελευθέρωσή του. Η απελευθέρωσή του δεν θα ήταν προς το συμφέρον της δικαιοσύνης». Ο Ρούπερτ μπορεί να καταθέσει ξανά αίτηση αποφυλάκισης τον Απρίλιο του 2025.

Εκτός Οχάιο, λίγοι είναι εκείνοι που θυμούνται την τραγική υπόθεση Ρούπερτ. Εκείνοι όμως που είδαν με τα μάτια τους τη σκηνή του εγκλήματος δεν θα μπορέσουν ποτέ να ξεχάσουν. Ένας από αυτούς ήταν ο εισαγγελέας Τζον Χόλκομπ, που θυμάται το αίμα να στάζει από το πάτωμα κάτω στο υπόγειο του σπιτιού. Ο δολοφόνος είναι «ένας ελεεινός δειλός», είχε δηλώσει σε δημοσιογράφο. «Αν η δικαιοσύνη αποδοθεί, ο άνθρωπος που κατέστρεψε το Πάσχα θα πεθάνει στη φυλακή».

Tags
Back to top button