Απόσπασμα από το ημερολόγιο ενός Πυροβολητή, που περιγράφει τη μαχητικότητα και τον ενθουσιασμό των Ελλήνων στο Ελληνοαλβανικό μέτωπο, λίγες ημέρες μετά την Πρωτοχρονιά του 1941.
Είναι λίγες μέρες μετά την πρωτοχρονιά του 1941, στην περιοχή Κάλια του αλβανικού μετώπου.
Ο Πειραιώτης πυροβολητής, Βλάσης Καρατζίκας, λαϊκό παιδί μιας εξαμελούς οικογένειας, έχει μόλις φθάσει με τον ουλαμό του στο μέτωπο, μετά από εξοντωτική πορεία ημερών, υπό άθλιες καιρικές συνθήκες.
Παρά ταύτα, ο ενθουσιασμός του που βρίσκεται εκεί είναι έκδηλος. Γράφει μάλιστα στο ημερολόγιό του (εκ. Ερμής):
«Κατά την ώρα της βολής το κρύο μάς πειρούνιαζε έως τα κόκκαλα. Ευτυχώς που εθαιρμένετο ο σωλήν του πυροβόλου και ζεσταίναμε τα χέρια μας. Το μεγάλο κατόρθωμα του ουλαμού μας ήταν το εξής: Είχαμε μείνει με λίγα βλήματα, διότι είχον ψωφήσει τα μουλάρια, διετάχθησαν λοιπόν οι άνδρες κάπου 60, να μεταφέρουν 4 βλήματα ο καθείς στον ώμο. Ητο πραγματικό μαρτύριο αυτό διότι με το φορτίο 13 οκ (άδες) στον ώμο έφευγαν από τη Ζέη και βάδιζαν 4 1/2 ώρες μέσα σε λάσπη έως το γόνατο και ήρχοντο που είμεθα εμείς με τα πυροβόλα. Ηρχοντο κατάκοποι, μούσκεμα στον ιδρώτα και λασπωμένοι, ήσαν πραγματικοί ήρωες, τους έβλεπα και τους ελυπόμουν, αλλά χάρις όμως σε αυτούς εδοξάσθη ο ουλαμός μας. Ελεγον δε σε μας τους πυρ/τάς “ρίχνετε καλά, παιδιά, και εμείς θα σας φέρνουμε βλήματα. Καρατζίκα σκόπευε καλά, κατάστρεφέ τους αράδα τα πυροβόλα και πολυβόλα τους”».
Το απόσπασμα είναι ενδεικτικό της κατάστασης στο μέτωπο, διότι συμπυκνώνει βιωματικά μερικά από τα βασικά στοιχεία της επιτυχίας του ελληνικού στρατού το 1940-1.
Οι σύγχρονοι πόλεμοι του 20ού αιώνα, πόλεμοι ολοκληρωτικοί, πόλεμοι των κληρωτών, δεν παίχτηκαν μόνο στο επίπεδο των μεγάλων στρατηγών των επιτελείων αλλά απαιτούσαν συνολική κινητοποίηση της κοινωνίας σε όλα τα επίπεδα. Και όπως έχει εύστοχα ειπωθεί, η ελληνική κοινωνία πήγε στον πόλεμο αυτό σύσσωμη «με το χαμόγελο στα χείλη».