Ορισμένοι εκ των υποψηφίων στις επικείμενες γαλλικές προεδρικές εκλογές εκτιμούν ότι το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα είναι η ρίζα πολλών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα τους, όπως είναι η υψηλή ανεργία και η αναιμική ανάπτυξη. Το τι θα σήμαινε όμως η υλοποίηση ενός τέτοιου εγχειρήματος για την ισχυρή εξαρτημένη από εισαγωγές και βαριά χρεωμένη χώρα, δεν είναι ξεκάθαρο.
Πιο ένθερμη υπέρμαχος του λεγόμενου Frexit είναι η πρόεδρος του Εθνικού Μετώπου Μαρίν Λεπέν, η οποία προβλέπεται βάσει δημοσκοπήσεων να κατακτήσει την πρώτη θέση στον πρώτο εκλογικό γύρο, χάνοντας τελικά κατά πάσα πιθανότητα στον κρίσιμο δεύτερο γύρο των προεδρικών.
Στην άλλη πλευρά του πολιτικού φάσματος, ο επικεφαλής της Αριστεράς Ζαν-Λυκ Μαλανσόν συντάσσεται επίσης στην ευρωσκεπτικιστική γραμμή, ωστόσο προτείνει τουλάχιστον επαναδιαπραγμάτευση του ευρωπαϊκών συνθηκών. Εφόσον αυτό δεν μπορεί να λειτουργήσει, τότε προτείνει έξοδο από την ευρωζώνη.
Οι υπόλοιποι σημαντικότεροι υποψήφιοι -ο σοσιαλιστής Μπενουά Αμόν, ο ρεπουμπλικάνος Φρανσουά Φιγιόν και ο πρώην υπουργός Οικονομίας και ανεξάρτητος υποψήφιος Εμανουέλ Μακρόν- εκφράζονται σαφώς υπέρ του κοινού νομίσματος σε μια περισσότερο ή λιγότερο στενά συνδεδεμένη Ευρώπη.
Βασικό επιχείρημα της Λεπέν υπέρ του Frexit είναι η ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας της χώρας της. Η οποία επαναφέροντας και υποτιμώντας το εθνικό της νόμισμα θα καθιστούσε αυτομάτως πιο ανταγωνιστικά τα γαλλικά προϊόντα, κάνοντάς τα πιο προσιτά στο εξωτερικό.
Η μείωση των μισθών δεν θα ήταν η μόνη επιλογή για ισότιμη παρουσία της Γαλλίας στις διεθνείς αγορές, υποστηρίζει η Λεπέν. Επίσης, όπως υποστηρίζει, χωρίς τα κελεύσματα των Βρυξελλών η χώρα θα είχε περισσότερες ελευθερίες στο πεδίο του κρατικού ελλείμματος και θα ήταν έτσι σε θέση να βοηθήσει περισσότερο την εγχώρια βιομηχανία με επιδοτήσεις.
Οι γαλλικές εξαγωγές θα γίνονταν όντως αρκετά φθηνότερες σε περίπτωση εξόδου από το ευρώ, εκτιμά στην DW η Αν-Λορ Ντελάτ, υποδιευθύντρια του ερευνητικού Ινστιτούτου για την παγκόσμια οικονομία CEPII, λόγω του ασθενέστερου εθνικού νομίσματος.
Ωστόσο, το ασθενέστερο νόμισμα θα συνεπαγόταν ταυτόχρονα και ακριβότερες εισαγωγές. Η Γαλλία έκανε πέρσι εισαγωγές που ξεπέρασαν σε αξία κατά 48,1 δισ. ευρώ την αντίστοιχη αξία των εξαγωγών. Η χώρα εισήγαγε πολλά βασικά είδη διατροφής, αλλά και πετρέλαιο, αέριο και ενδύματα.
«Αν το γαλλικό νόμισμα υποτιμάτο τόσο, θα πλήττονταν κυρίως τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δηλαδή ακριβώς εκείνοι στους οποίους απευθύνονται οι ευρωσκεπτικιστές υποψήφιοι», τονίζει στην DW ο Ολιβιέ Παστρέ, οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο Paris VIII.
Τα επιτόκια δανεισμού της Γαλλία θα αυξάνονταν, δεδομένου ότι η χώρα θα καλείτο με ένα ασθενέστερο εθνικό νόμισμα να διευθετήσει το υπέρογκο κρατικό της χρέος, το οποίο κατά το μεγαλύτερο μέρος του θα παρέμενε σε ευρώ. Η αποπληρωμή του χρέους, που υπερβαίνει πλέον τα 2 τρισ. ευρώ αγγίζοντας 100% του ΑΕΠ, θα απαιτούσε υπερπροσπάθεια, μαζική μετατροπή γαλλικών φράγκων σε ευρώ και πιθανότατα δανεισμό του κράτους από τους πολίτες του.
Ειδάλλως θα μπορούσε η Γαλλία να τυπώσει χρήματα εφόσον έχει νομισματική ανεξαρτησία. Αυτό θα έπληττε όμως και πάλι κυρίως τους ασθενέστερους, λόγω της πιθανότατης αύξησης του πληθωρισμού και ως εκ τούτου της αύξησης των τιμών σε προϊόντα και υπηρεσίες.
Κατά την άποψη του Φιλίπ Κρεβέλ, καθηγητή Μακροοικονομίας και επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Cercle de l’ Etude, οι προαναφερθείσες επιπτώσεις δεν θα ήταν οι μόνες που θα επέφερε το Frexit. Όπως εκτιμά στην DW, η έξοδος της Γαλλίας από το ευρώ θα προκαλούσε απόλυτη οικονομική καταστροφή στη χώρα. Και κατ’ επέκταση και στην ΕΕ, η οποία δεν θα μπορούσε να επιβιώσει χωρίς τον δεύτερο σε ισχύ οικονομικό της κρίκο, λέει και σχολιάζει σε προειδοποιητικό τόνο: «Θα ήταν ένα συστημικό σοκ που θα οδηγούσε σε απόλυτη αναρχία στον χρηματοοικονομικό κόσμο της Ευρώπης. Μετά από αυτό τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο».