Γερμανοί και Αμερικανοί επιστήμονες ανακοίνωσαν ότι χρησιμοποίησαν βακτήρια για να μετατρέψουν τα απόβλητα από την παραγωγή ελληνικού γιαουρτιού σε μόρια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για βιοκαύσιμα και αντιβιοτικά για ζώα. Με τον τρόπο αυτό, αξιοποιούνται τα σάκχαρα, τα οξέα και τα λοιπά κατάλοιπα από τη διαδικασία παραγωγής του γιαουρτιού.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή μηχανικής περιβάλλοντος και μικροβιολογίας Λαρς Αντζένεντ του Πανεπιστημίου Κορνέλ των ΗΠΑ και του Πανεπιστημίου του Τίμπινγκεν στη Γερμανία, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Joule».
Όπως επισήμαναν οι επιστήμονες, οι καταναλωτές σε όλο τον κόσμο απολαμβάνουν το ελληνικό γιαούρτι για τη γεύση, την υφή και τη θρεπτική αξία του. Όμως η παραγωγή του δημιουργεί ένα μεγάλο όγκο υγρών αποβλήτων με τη μορφή τυρογάλακτος.
Όπως δήλωσε ο Αντζένεντ, «η τρέλα με το ελληνικό γιαούρτι άρχισε στις ΗΠΑ με τις εταιρείες Chobani και ΦΑΓΕ», αλλά παράλληλα παράγεται μια μεγάλη ποσότητα τυρογάλατος που πρέπει να απομακρυνθεί. Τα κατάλοιπα αυτά περιέχουν κυρίως λακτόζη, φρουκτόζη και γαλακτικό οξύ.
Οι ερευνητές βρήκαν τρόπο να μετατρέψουν αυτό το μείγμα σε πρώτη φάση σε ένα εκχύλισμα που περιέχει δύο πιο χρήσιμες ουσίες: καπροϊκό ή εξανικό οξύ και καπρυλικό ή οκτανικό οξύ. Και οι δύο αυτές ουσίες θεωρούνται «πράσινα αντιμικροβιακά», τα οποία μπορούν να προστεθούν στις ζωοτροφές στη θέση των κανονικών αντιβιοτικών. Σε δεύτερο στάδιο, με περαιτέρω επεξεργασία, είναι δυνατό να παραχθούν βιοκαύσιμα για χρήση σε αεροσκάφη.
Το νέο σύστημα αποτελείται από δύο συνδεδεμένους βιοαντιδραστήρες ανοικτής καλλιέργειας, ο ένας για θερμόφιλα μικρόβια που αντέχουν θερμοκρασίες των 50 βαθμών Κελσίου, ενώ ο δεύτερος λειτουργεί στους 30 βαθμούς. Κάθε βιοαντιδραστήρας περιέχει το κατάλληλο μικροβίωμα και σε αυτόν εισάγεται το τυρόγαλα του ελληνικού γιαουρτιού που διαθέτει τα δικά του βακτήρια. Σε ένα διάστημα μερικών μηνών, είναι δυνατό να παραχθούν τους βιοαντιδραστήρες το καπροϊκό και το καπρυλικό οξύ, καθώς και άλλα δευτρεύοντα προϊόντα.
Το επόμενο βήμα θα είναι το σύστημα των δίδυμων βιοαντιδραστήρων να λειτουργήσει σε μεγαλύτερη κλίμα και και να εξελιχθεί σε κανονική μονάδα βιομηχανικής παραγωγής.