Επιμένει η ακρίβεια παρά τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης με τους καταναλωτές να αναγκάζονται να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για να προμηθευτούν είδη πρώτη ανάγκης όπως φρέσκα φρούτα και λαχανικά.
Με τον ρυθμό του πληθωρισμού στα προϊόντα των σούπερ μάρκετ να «τρέχει» με 2,75% -ελαφρώς χαμηλότερα με έναν μήνα πριν- η έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), αποκλειστικά στο κανάλι των μεγάλων αλυσίδων σουπερμάρκετ, έδωσε πολλά και ενδιαφέροντα στοιχεία.
Σύμφωνα με έρευνα καταγράφηκε αύξηση 11,2% στα νερά και αναψυκτικά, 7,46% στα φρέσκα φρούτα και λαχανικά, 6,78% σε μπισκότα, σοκολάτες, ζαχαρώδη, 6,67% σε ξηρούς καρπούς και σνακ.
Ο ρυθμός αύξησης των τιμών σε φρούτα και λαχανικά είναι πολλαπλάσιος συγκριτικά με την Ευρώπη. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι τιμές των λαχανικών στην Ελλάδα τρέχουν με 6,5% τη στιγμή που στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο ρυθμός αύξησης των τιμών είναι στο 0,6%. Στα φρέσκα φρούτα ο ρυθμός αύξησής των τιμών στη χώρα μας είναι στο 12,2% τη στιγμή πού στα υπόλοιπα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι στο 6,3%.
Ελλείψεις αμνοεριφίων στην ελληνική αγορά το φετινό Πάσχα
Γιατί δεν υποχωρούν οι τιμές
Με τις ανατιμήσεις να δείχνουν να μην έχουν τέλος και το κόστος παραγωγής συνεχώς να αυξάνεται στο ερώτημα πώς και γιατί πληρώνουν χρυσάφι οι καταναλωτές τη διαδρομή φρούτων και λαχανικών από το χωράφι στο ράφι προσπαθεί να απαντήσει ο «Οικονομικός Ταχυδρόμος».
Πλέον τα οπωροκηπευτικά προϊόντα φτάνουν στους καταναλωτές ακόμα και τρεις φορές ακριβότερα από την τιμή που πουλάει ο παραγωγός. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα πορτοκάλια μέρλιν που φεύγουν από το χωράφι 0,15-0,25 ευρώ το κιλό και καταλήγουν να πωλούνται στο σουπερμάρκετ 0,80-0,85 ευρώ το κιλό. Αντίστοιχα, τα μήλα στάρκιν φεύγουν από τους παραγωγούς με 0,60 ευρώ το κιλό και στο ράφι αγγίζουν τα 1,80 ευρώ. Η ντομάτα με τιμή παραγωγού που κυμαίνεται από 0,80 έως 1 ευρώ το κιλό, φτάνει στον καταναλωτή με 1,85 ευρώ, γράφει ο OT.GR.
Στα φρέσκα φρούτα και λαχανικά, καθ’ όλο το 2023 καταγράφονται αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων ως αποτέλεσμα του αυξημένου κόστους παραγωγής, των ακραίων κλιματικών φαινομένων και των διεθνών τιμών πρώτων υλών.
Οι παραγωγοί, που έχουν βρεθεί πολλές φορές σε σημείο απόγνωσης, υποστηρίζουν πως κάνουν ό,τι μπορούν, προκειμένου να συγκρατήσουν τις τιμές σε αυτά τα επίπεδα αλλά «οι πρώτες ύλες έχουν τριπλασιαστεί».
«Αδικαιολόγητο χάσμα»
«Τα προϊόντα δεν φεύγουν από εμάς για να πάνε κατευθείαν στον καταναλωτή. Η τιμή τους επηρεάζεται από τον αριθμό των χεριών από τα οποία θα περάσουν πριν φτάσουν στον καταναλωτή. Αυτά τα χέρια είναι οι λεγόμενοι μεσάζοντες. Δηλαδή, είναι ο χονδρέμπορος, ο έμπορος. Μπορεί να περάσουν ακόμα και από έξι χέρια πριν φτάσουν, για παράδειγμα, στο μανάβικο. Οσο πιο πολλά τα χέρια, τόσο αυξάνεται η τελική τιμή. Ωστόσο, ο παραγωγός απολαμβάνει μόλις το 1/3 της τιμής του προϊόντος που αγοράζει ο καταναλωτής», αναφέρει στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού «Ανατολή» Γιώργος Καραλάκης.
Τη συχνά δαιδαλώδη διαδρομή των οπωροκηπευτικών και των επακόλουθων επιβαρύνσεων στην τελική τιμή τους αναλύει στα «ΝΕΑ» ο ειδικός σύμβουλος του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής – Διακίνησης Φρούτων, Λαχανικών και Χυμών «Incofruit-Hellas» Γιώργος Πολυχρονάκης.
«Εχουμε την παραγωγή του προϊόντος, τη συγκομιδή του και τη μεταφορά του στο τυποποιητήριο – συσκευαστήριο. Εκεί το προϊόν δέχεται επεξεργασία, διαχωρίζεται, τυποποιείται και κατατάσσεται σε ποιοτικές κατηγορίες. Απομακρύνονται οι μη βρώσιμοι καρποί, τυποποιείται και συσκευάζεται σε μεγαλύτερες και μικρότερες συσκευασίες. Η διαδικασία αυτή έχει μια επιβάρυνση στην τιμή με τα εργατικά του συσκευαστηρίου και τα υλικά. Στη συνέχεια, φορτώνεται και διακινείται προς το επόμενο στάδιο που είναι είτε οι χονδρικές αγορές είτε η εξαγωγή σε χώρα του εξωτερικού. Οπου δεν υπάρχουν αντιπρόσωποι υπάρχουν μεσάζοντες που διαμεσολαβούν για την πώληση ή για την αγορά του προϊόντος. Επειτα διοχετεύεται στις αγορές λιανικής πώλησης, όπως τα σουπερμάρκετ, τα μανάβικα, οι λαϊκές. Τα μεταφορικά φέρνουν μια επιβάρυνση στην τιμή περίπου 35%», λέει.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Αγιάς Λάρισας, Γιώργος Ζέικος, μιλώντας στα «ΝΕΑ», κάνει λόγο για αδικαιολόγητο χάσμα ανάμεσα στην τιμή με την οποία ξεκινά ένα προϊόν από το χωράφι και σε εκείνη με την οποία καταλήγει στο ράφι:
«Από τους παραγωγούς φεύγουν τα προϊόντα 0,30-0,35 ευρώ και καταλήγουν στα 2,50-3 ευρώ. Σίγουρα ένα μέρος της αύξησης δικαιολογεί η τυποποίηση, που τα επιβαρύνει με 0,40 ευρώ και μια φύρα που στο σύνολο διαμορφώνουν την τιμή στα 0,90 ευρώ. Από εκεί και πέρα, όμως, την υπόλοιπη αύξηση δεν μπορώ ούτε να την εξηγήσω ούτε να την καταλάβω».
Με αυτά τα δεδομένα κρίσιμα είναι τα στοιχεία της πορείας του πληθωρισμού που ανακοινώνονται από την Eurostat τις επόμενες ημέρες καθώς θα εξαρτηθεί και το ενδεχόμενο νέων μέτρων για τη συγκράτηση των τιμών στο εσωτερικό της χώρας.