Τρεις μεγάλες ανατροπές στον νόμο Κατρούγκαλου για το ασφαλιστικό και τις συντάξεις. Ποιούς συμφέρει να μείνουν στην εργασία τους. Ποιοί κερδίζουν αν αποχωρήσουν τώρα. Εξετάζεται «σπάσιμο» των Ταμείων για μισθωτούς, επαγγελματίες και αγρότες.
Να αποκαταστήσει την αναλογικότητα στις συντάξεις με βελτιώσεις στα ποσοστά αναπλήρωσης πρωτίστως για όσους έχουν πάνω από 37 ή 40 έτη εργασίας, έχει στο πλάνο του το Υπουργείο Εργασίας, ανεξάρτητα από την απόφαση της Δικαιοσύνης.
Εν όψει της επικείμενης απόφασης, οι τελευταίες πληροφορίες – σύμφωνα με την εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπους τηε Κυριακής», κάνουν λόγο για ζητήματα «μη ανταποδοτικότητας» στο θέμα των ποσοστών αναπλήρωσης και για αντισυνταγματικότητα στις διατάξεις ενοποίησης των Ταμείων και καθορισμού των εισφορών.
Η απόφαση εκτιμάται ότι θα ανοίξει τον δρόμο για τον διαχωρισμό εντός του ΕΦΚΑ των Ταμείων για μισθωτούς, επαγγελματίες και αγρότες, με πιθανή την επαναφορά των ασφαλιστικών κλάσεων για επαγγελματίες και αγρότες και επιλογή χαμηλού ή υψηλότερου ασφαλίστρου από τους ίδιους τους ασφαλισμένους.
Στο πλάνο του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων,βρίσκεται η επανεξέταση των βασικών ρυθμίσεων του νόμου 4387/2016 και, κυρίως, η αποκατάσταση της αναλογικότητας στις συντάξεις, με βελτιώσεις στα ποσοστά αναπλήρωσης πρωτίστως για όσους έχουν πάνω από 37 ή 40 έτη εργασίας και συμπληρωματικά στα «ενδιάμεσα» ποσοστά, ώστε το τελικό ποσό σύνταξης να αντανακλά σε καλύτερη αναπλήρωση του μισθού.
Συντάξεις: Ποιοί χάνουν, ποιοί κερδίζουν – Ποιούς συμφέρει η συνταξιοδότηση
Με βάση το ισχύον σύστημα, συμφέρει να αποχωρήσουν με σύνταξη όσοι έχουν λίγα έτη ασφάλισης (20 ως 27) και χαμηλό μέσο όρο αποδοχών (π.χ. 800, 900, 1.100 ευρώ) στο διάστημα 2002 – 2019. Η σύνταξη που θα πάρουν είναι είτε μεγαλύτερη από αυτήν που θα έπαιρναν παλαιότερα, είτε οριακά μικρότερη ανάλογα με τα έτη και τις αποδοχές τους.
Στην περίπτωση δε της μειωμένης σύνταξης (με όριο ηλικίας ως 5 ή και περισσότερα έτη πριν από το όριο πλήρους σύνταξης) η έξοδος συμφέρει περισσότερο, γιατί η ποινή μείωσης είναι ως 30% και επιβάλλεται μόνον στο ποσό της εθνικής σύνταξης, και όχι στο συνολικό ποσό.
Έτσι, αντί για 384 ευρώ η εθνική σύνταξη πέφτει στα 268 ευρώ για έξοδο 5 χρόνια νωρίτερα, ενώ η ανταποδοτική σύνταξη δεν επηρεάζεται. Με το προηγούμενο καθεστώς η ποινή 30% έμπαινε σε όλη τη σύνταξη.
Για παράδειγμα, ασφαλισμένος με μισθό 1.250 ευρώ και 27 έτη παίρνει τώρα 628 ευρώ πλήρη και 512 ευρώ μειωμένη. Με το παλιό καθεστώς θα έπαιρνε 601 ευρώ πλήρη και 421 ευρώ μειωμένη.
Αντίθετα, συμφέρει να μείνουν -υπό τον όρο ότι θα αυξηθούν οι συντάξεις τους με καλύτερους συντελεστές- όσοι έχουν πάνω από 37 ή 40 έτη, καθώς η ανταποδοτική σύνταξη θα έχει σημαντικά βελτιωμένους συντελεστές και το νέο σχέδιο θα τους ευνοήσει, μειώνοντας τις απώλειες σε σχέση με τα ποσά σύνταξης που θα έπαιρναν με το προηγούμενο σύστημα.
Τι ισχύει με τον νόμο Κατρούγκαλου – Παραδείγματα:
– Ασφαλισμένος με αποδοχές 2.000 ευρώ και 38 έτη παίρνει με νόμο Κατρούγκαλου σύνταξη 1.092 ευρώ μικτά, που αντιστοιχεί στο 54,6% των αποδοχών του, όταν με το παλιό καθεστώς (προ νόμου Κατρούγκαλου) θα έπαιρνε την ίδια και μεγαλύτερη σύνταξη με ποσό 1.127 ευρώ μικτά, με 35 έτη και μισθό 1.600 ευρώ! Με τον νόμο 4387 παίρνει λιγότερα έχοντας πληρώσει 38 χρόνια εισφορές και έχει ποσοστό αναπλήρωσης 54,6%. Με το προηγούμενο θα έπαιρνε περισσότερα έχοντας πληρώσει 35 χρόνια εισφορές και θα είχε ποσοστό αναπλήρωσης 70,4%.
Το ποσοστό αναπλήρωσης δείχνει πόσο κοντά είναι η σύνταξη σε σχέση με τον μισθό. Στο παράδειγμα που παραθέσαμε φαίνεται ότι με 35 χρόνια εισφορών ο ασφαλισμένος παίρνει σύνταξη ίση με το 70,4% του μισθού, ενώ με το νόμο Κατρούγκαλου και με 38 χρόνια εισφορών παίρνει σύνταξη ίση με το 54,6% του μισθού.
Η διαφορά είναι τεράστια και σημαίνει ότι, όσο περισσότερα χρόνια προσθέτει ένας ασφαλισμένος στην καριέρα του, αντί να ανταμείβεται με υψηλότερο ποσοστό αναπλήρωσης, καταλήγει να παίρνει λιγότερα και στην ουσία πληρώνει εισφορές δίχως αντίκρισμα στη σύνταξη!
Οι ακρότητες, δε, με τα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Κατρούγκαλου αποδεικνύονται και από το ότι στα λίγα χρόνια εργασίας και με χαμηλούς μισθούς το ποσοστό αναπλήρωσης φτάνει στο 92,6%!