Ένας καινούργιος χρόνος ανατέλλει. Μια πολύτιμη ευκαιρία να κατακτήσουμε τη ζωή. Μια καινούργια ελπίδα να νικήσουμε τη ζωή.
- του θεολόγου Παύλου Σαββίδη
Ο ήλιος της ελπίδας φωτίζει τα σκυθρωπά μας πρόσωπα, ζωντανεύει το σβησμένο βλέμμα μας, τονώνει τα κουρασμένα γόνατά μας. Όπως εύστοχα επισημαίνει και ο γάλλος διανοούμενος Ανατόλ Φράνς «ο χρόνος που ο Θεός δίνει στον καθένα μας μοιάζει με ένα πολύτιμο ύφασμα που ο καθένας από εμάς το κεντά όσο μπορεί καλύτερα».
Ασυγκράτητος και πανίσχυρος περνά ο πανδαμάτωρ χρόνος, και όπως το ορμητικό ρεύμα του ποταμού ανατρέπει και συμπαρασύρει στην πορεία του τα πάντα, έτσι και ο σκληρός και αδυσώπητος αυτός νόμος κυριαρχεί σε όλα τα δημιουργήματα. Εδώ επιβεβαιώνεται και ο διαχρονικός λόγος του φιλοσόφου Ηράκλειτου «τα πάντα ρεί και ουδέν μένει». Με απλά λόγια οι τιμές, οι δόξες, τα πλούτη, ο πόνος, η χαρά, η λύπη, οι αιώνες, τα χρόνια, η ζωή μας, όλα φέρνουν τη βαθειά και ανεξίτηλη σφραγίδα της ματαιότητας και της παροδικότητας.
Έτσι απλά αναγκαζόμαστε και μείς να φιλοσοφήσουμε: «τι είναι αυτό που λέμε παρόν, αφού η μια στιγμή διαδέχεται την άλλη με τόση ταχύτητα; Μπροστά στην ιλιγγιώδη φυγή του χρόνου στέκεσαι ξαφνιασμένος και ρωτάς: «το ποτάμι του χρόνου που στα χάη κυλά, πού θα φτάσει μια μέρα;».
Η απάντηση είναι πολύ αισιόδοξη. Ο Χριστός στέκει στην όχθη του χρόνου και απλώνει προς εμάς τα χέρια. Όποιος ανταποκριθεί στο κάλεσμά Του, υφαίνει το χρόνο με την αιωνιότητα, περνά μαζί του στην αθανασία. Ο πιστός ποιητής έχει τη δική του προοπτική: «Χρόνε καινούργιε, που μας έρχεσαι, όσα βαστάς- και ποιος τα ξέρει;-«ευλογημένο ας είναι στέφανο πλεγμένο, απ’ του Θεού το χέρι»!
Το πλέον βαθύ και κυρίαρχο συναίσθημα που δοκιμάζει ο άνθρωπος κατά τη δύση του παλαιού έτους και την ανατολή του νέου, είναι αναμφίβολα η μελαγχολία. Είναι ένα ανάμικτο και ακαθόριστο συναίσθημα ενοχής και ευθύνης, αγωνίας και ελπίδας, φόβου και θάρρους. Σ’ αυτό το σημείο είμαστε δυστυχώς αναγκασμένοι να κάνουμε πικρή αναφορά στα λεγόμενα Διαγγέλματα των αρχόντων μας «επι τω νέω έτει».
Εδώ προκλητικά κυριαρχεί εγκόσμιο πνεύμα, απουσιάζει η ανωτέρα πνοή, λείπει το υψηλό νόημα της υπάρξεως και του προορισμού του ανθρώπου. Όλα αναφέρονται και περιορίζονται ασφυκτικά σε επίγεια ενδιαφέροντα και υλικά προβλήματα: παραγωγικότητα, τουρισμός, ευημερία, συνάλλαγμα, επενδύσεις, αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος, όλα πώς να διαμορφώσουν τον «οικονομικό» άνθρωπο. Όμως, με τέτοια γιατροσόφια και καταπλάσματα των βαρύγδουπων διακηρύξεων οι πολίτες του τόπου αυτού θα βλέπουν τον χρόνο σαν τον μεγαλύτερο εχθρό και δήμιο της ευτυχίας του και της ζωής τους.
O χρόνος είναι φίλος και τρέχει για μας
Ο ένας χρόνος έρχεται ο άλλος φεύγει σαν τα θαλασσινά κύματα. Στεκόμαστε τούτες τις ημέρες στην ακρογιαλιά του νέου χρόνου με την καρδιά γεμάτη εμπιστοσύνη κι αγάπη. Αυτήν την πίστη την ολόφλογη αγάπη κανείς δεν μπορεί να νικήσει καμιά αγωνία να σβήσει μέσα μας, με μια όμως προϋπόθεση: να μπούμε στο νέο χρόνο με ευσέβεια, με σεμνότητα, και λαχτάρα να πράξουμε έργα αγαθά.
Τα δευτερόλεπτα που χτυπάνε τριανταένα εκατομμύρια φορές το χρόνο, είναι οι παλμοί μιας δεύτερης καρδιάς, οι αχώριστοι σύντροφοι της ζωής μας. Τα δευτερόλεπτα μπορεί να είναι μάρτυρες υπερασπίσεώς μας ή κατηγορίας. Εάν τα λόγια της ζωής μας ήταν λόγια οικοδομής και καλωσύνης, εάν τα έργα μας ήταν έργα αγάπης, τότε τα δευτερόλεπτα θα είναι μάρτυρες υπερασπίσεώς μας.
Εάν όμως τα λόγια και τα έργα μας ήταν άνομα και αμαρτωλά θα γίνουν μάρτυρες κατηγορίας. Και στις δυο περιπτώσεις οι μάρτυρες αυτοί θα είναι ακριβείς και συγκεκριμένοι για τα όσα θα καταθέσουν. Την τελική απάντηση θα μας τη δώσει ο ευαγγελιστής της αγάπης άγιος Ιωάννης: «ο κόσμος παράγεται και η επιθυμία αυτού’ ο δε ποιών το θέλημα του Θεού μένει εις τον αιώνα». (Α΄ Ιωαν. β΄17).
Ο κόσμος, με παρέα την δυναστεία του χρόνου, ακόμα με τις πιο τρελές χαρές και απολαύσεις έχουν ημερομηνία λήξεως και συνήθως με τραγικά αποτελέσματα. Στον αντίποδα του δράματος αυτού, «ο ποιών το θέλημα του Θεού», όχι ερασιτεχνικά, ευκαιριακά, βαρύθυμα και αναγκαστικά αλλά καθημερινά, ενσυνείδητα, με πρόσωπο «ιλαρό», έχει νικήσει όλους τους φόβους, τις φοβίες και με τα άγρυπνα μάτια της ψυχής του βλέπει τον Θεό. Τον αντικρίζει να στέκεται όρθιος στο κατώφλι του νέου χρόνου, να τον ευλογεί και να του ζητεί να συνεχίσει τα καλά του έργα που με τη χάρη τη δική του έκαμε τον περασμένο χρόνο. Καταληκτικά: όποιος έχει μέσα του Το Θεό δεν φοβάται και δεν αγωνιά.
Εισέρχεται στο νέο χρόνο μ’ εμπιστοσύνη και χαρά γιατί ξέρει πως ο Θεός είναι ο Κυβερνήτης πάντων. Και η ευχή μας που δεν μπορεί να είναι διαφορετική όπως την εκφράζει ο άγιος Παϊσιος «Χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό».