Ήταν 17 Ιουνίου όταν το Άγαλμα της Ελευθερίας έφτασε - από την Γαλλία - στη Νέα Υόρκη. Αποτελεί για ένα από τα πιο αναγνωρισμένα σύμβολα στον κόσμου, που αποτυπώνει το αμερικανικό όνειρο.
Εμπνευστής του ήταν ο Γάλλος ιστορικός Εντουάρ ντε Λαμπουλέ, που πρότεινε την κατασκευή του μετά τον αμερικανικό εμφύλιο, προς τιμήν της γαλλοαμερικανικής φιλίας. Οι Γάλλοι έπρεπε να φροντίσουν για το άγαλμα και οι Αμερικανοί για τη βάση του. Το 1874, ο Φρεντερίκ Μπαρτολντί, έμπειρος γλύπτης σε κατασκευές μνημείων, άρχισε να εργάζεται στο Παρίσι με τη χρηματοδότηση ενός γαλλοαμερικανικού ιδρύματος, ενώ τη στατική δομή του μελέτησε ο Γκιστάβ Άιφελ.
Δέκα χρόνια αργότερα, το άγαλμα ολοκληρώθηκε και στη συνέχεια αποσυναρμολογήθηκε σε 350 κομμάτια για να σταλεί ατμοπλοϊκώς στη Νέα Υόρκη, όπου τοποθετήθηκε -κατόπιν απόφασης του αμερικάνικου κογκρέσου- στην είσοδο του λιμανιού, στη νησίδα Μπελντόε, που σήμερα ονομάζεται Λίμπερτι Άιλαντ. Τα εγκαίνιά του έγιναν στις 28 Οκτωβρίου του 1886.
Το Άγαλμα της Ελευθερίας ζυγίζει 225 τόνους και καλύπτεται από ένα περίβλημα χαλκού. Το ύψος του χωρίς τη βάση είναι 46,5 μέτρα, ενώ με τη βάση διπλασιάζεται. Στο εσωτερικό του, 168 σκαλιά επιτρέπουν την άνοδο στο κεφάλι και άλλα 54 στο χέρι, που κρατάει τον πυρσό.
Από το 1972 η βάση του Αγάλματος της Ελευθερίας φιλοξενεί το Μουσείο Μετανάστευσης, που είναι αφιερωμένο στην ιστορία της μετανάστευσης στις ΗΠΑ. Η επιγραφή στην είσοδο γράφει:
Δώστε μου τους κουρασμένους σας, τους φτωχούς σας,
τις άμορφες μάζες σας που λαχταράνε να αναπνέουν ελεύθερα,
τα άθλια απορρίμματα που βρίθουν στις ακτές σας.
Στείλτε μου τους άστεγους, τους θαλασσοδαρμένους.
Σηκώνω τον πυρσό μου δίπλα στην χρυσή πύλη.