Ο Δημήτρης Παξινός και ο Γιάννης Αδαμόπουλος υπογραμμίζουν στη δήλωσή τους ότι η ανακίνηση του ζητήματος μόνο επιβλαβείς συνέπειες μπορεί να έχει. Το θέμα έχει προκαλέσει «πόλεμο» στις τάξεις της Δικαιοσύνης, με ανακοινώσεις από όλες τις πλευρές.
«Είναι ανεξήγητες οι κατά καιρούς ερμηνευτικές προσπάθειες να παρακαμφθεί το γράμμα του Συντάγματος με ελαστική ερμηνεία του ή απόπειρα νομοθετικής εξειδίκευσης του περιεχομένου του, εκεί όπου τέτοια απόκλιση δεν είναι δυνατή», αναφέρουν οι δύο πρώην πρόεδροι του ΔΣΑ.
Παράλληλα, υπογραμμίζουν ότι οι νόμοι δεν πρέπει να θεσπίζονται«φωτογραφικά», ούτε όμως και να ερμηνεύονται με διαφορετικό τρόπο, ιδιαίτερα μάλιστα αν ο ερμηνευτής αντλεί o ίδιος έννομα συμφέροντα από την ερμηνεία που επιχειρεί.
Αναλυτικά η δήλωσή τους:
«Μία από τις βασικότερες προϋποθέσεις ευνομίας είναι οι νόμοι να προορίζονται για άδηλο και αφηρημένο αριθμό περιπτώσεων στο μέλλον. Ούτε πρέπει να θεσπίζονται «φωτογραφικά», ούτε όμως και να ερμηνεύονται με διαφορετικό τρόπο, ιδιαίτερα μάλιστα αν ο ερμηνευτής αντλεί o ίδιος έννομα συμφέροντα από την ερμηνεία που επιχειρεί. Όλα αυτά προφανώς ισχύουν πρωτίστως για το Σύνταγμα, νόμο υπέρτατης τυπικής ισχύος και καταστατικό χάρτη της Πολιτείας.
Στο πλαίσιο αυτό, είναι ανεξήγητες κατά καιρούς ερμηνευτικές προσπάθειες να παρακαμφθεί το γράμμα του Συντάγματος με ελαστική ερμηνεία του ή απόπειρα νομοθετικής εξειδίκευσης του περιεχομένου του, εκεί όπου τέτοια απόκλιση δεν είναι δυνατή. Τέτοια περίπτωση εξ ορισμού στενής ερμηνείας είναι η ρητή διάταξη του άρθρου 88 παρ.5 για τα όρια ηλικίας των δικαστών. Γνήσιοι αντικειμενικοί περιορισμοί, όπως οι αριθμητικοί, αίρονται μόνον με την τροποποίηση των διατάξεων που τους περιέχουν και όχι με ερμηνευτικές ή άλλες αλχημείες της διοικητικής πρακτικής. Ούτε βέβαια μπορούν να καμφθούν με επίκληση άλλων διατάξεων του Συντάγματος, δήθεν υψηλότερης τυπικής ισχύος. Όλες οι συνταγματικές διατάξεις είναι ίσης τυπικής ισχύος και δεν υπάρχουν «αντισυνταγματικές διατάξεις του Συντάγματος».
Αλλά και από δικαιοπολιτική σκοπιά, το ηλικιακό όριο αποτυπώνει την ορθή βούληση του συντακτικού νομοθέτη η ισοβιότητα να εξισορροπείται από ρητά εχέγγυα ανανέωσης του σώματος και εξορθολογισμού της επετηρίδας. Δεν είναι ούτε «κυρωτική» ούτε «συνταξιοδοτική» η ρύθμιση. Αντιθέτως, διασφαλίζει την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης μέσα από τη συνέχεια του έμψυχου προσωπικού των λειτουργών της.
Σε κάθε περίπτωση, χωρίς να έχει προηγηθεί αναθεώρηση της σχετικής συνταγματικής διάταξης, η ανακίνηση του ζητήματος μόνο επιβλαβείς συνέπειες μπορεί να έχει. De lege lata, δηλαδή σε επίπεδο τεθειμένου δικαίου, είναι απολύτως μετέωρη και κινδυνεύει να προξενήσει ανασφάλεια δικαίου για την ταυτότητα του φυσικού δικαστή και για το κύρος των αποφάσεων της πολύπαθης ελληνικής Δικαιοσύνης. De lege ferenda, δηλαδή σε επίπεδο σκοπούμενης μελλοντικής τροποποίησης, κινδυνεύει να χάσει την όποια δικαιοπολιτική χρησιμότητά της, όταν δεν διατυπώνεται στο πλαίσιο μιας γενικής θεματικής για την αναθεωρητική πρωτοβουλία και, αντιθέτως, ταυτίζεται με προσωπικές διαδρομές και επιδιώξεις. Θα ήταν, λόγου χάρη, πολύ επωφελέστερο μια πρόταση για την αναθεώρηση των ορίων ηλικίας (όχι κατ’ ανάγκην απορριπτέα) να συνοδεύεται και από την αντίστοιχη για την τροποποίηση του τρόπου προαγωγής στις θέσεις Προέδρων και Αντιπροέδρων των Ανώτατων Δικαστηρίων και τον απογαλακτισμό της σχετικής διαδικασίας από την εκτελεστική εξουσία».