Το μακρινό 1915, η γερμανική εφημερίδα «Tageblatt» διενήργησε μια ενδιαφέρουσα έρευνα, μέσω συνεντεύξεων, σε πρόσωπα επιφανή, καταξιωμένα και προοδευτικά, σχετικά με το εάν πίστευαν ή όχι σε δεισιδαιμονίες και προκαταλήψεις.
Τελικά, η πρωτότυπη έρευνα αποφάνθηκε ότι ανάμεσα στους υπηκόους του Αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β’ επικρατούσε ευρέως η βαθιά πίστη στο ανεξήγητο και στο υπερφυσικό, στην καλοτυχία και στην κακοτυχία, στη μοίρα και στο «γραφτό», στην ειμαρμένη και στο ριζικό.
Ακόμα και οι πιο μορφωμένοι επιστήμονες της γερμανικής διανόησης διακατέχονταν από ισχυρά αισθήματα φόβου και υποταγής σε προκαταλήψεις. Έως και ο διακεκριμένος Θεολόγος Adolf Keller παραδεχόταν ότι ήταν απολύτως δεισιδαίμων και δεν ντρεπόταν καθόλου γι’ αυτό. Ομολογούσε ότι «η τύχη μας είναι συνδεδεμένη με μύριες κλωστές, καθοδηγούμενες από άγνωστη διεύθυνση».
Σύμφωνα με το δημοσιογραφικό πόρισμα της συγκεκριμένης εφημερίδας, τα τρία τέταρτα του γερμανικού λαού ενστερνίζονταν έστω και μια κακοτυχία, όπως, για παράδειγμα, ο αριθμός 13, η ημέρα της Παρασκευής ή η θέαση καμπουριασμένων γυναικών.
Μεταξύ των προσωπικοτήτων που αποδέχονταν και ασπάζονταν ανάλογες δεισιδαιμονίες, συγκαταλέγονταν φιλόσοφοι, μαθηματικοί, μυθιστοριογράφοι, ζωγράφοι, μουσικοί, ηθοποιοί και αοιδοί.
Ανάμεσα στους πιο προληπτικούς Γερμανούς θεωρούνταν οι ηθοποιοί. Επί παραδείγματι, γενικώς πίστευαν ότι μια ηθοποιός, που επρόκειτο να παρουσιαστεί στη σκηνή φορώντας νυφικό, ήταν καταδικασμένη να πεθάνει μέσα στη χρονιά. Γι’ αυτό, οι γερμανίδες ηθοποιοί, προκειμένου να γλιτώσουν από έναν επικείμενο και πρόωρο θάνατο, προέβλεπαν πάντα κάτι το ουσιαστικό να παραλείπεται από τη νυφική αμφίεση, όπως το πέπλο ή τα άνθη πορτοκαλιάς.
Επίσης, πολλοί διευθυντές θεάτρων στη Γερμανία, αλλά και οι περισσότεροι ηθοποιοί συμμερίζονταν την άποψη ότι όσο πιο αποτυχημένη ήταν η γενική πρόβα του έργου, τόσο μεγαλύτερη θα ήταν η επιτυχία της πρώτης παράστασης.
Ακόμα και ο μέγας Γερμανός αρχικαγκελάριος Otto von Bismarck, ο πανίσχυρος αυτός άντρας της γερμανικής αυτοκρατορίας, έτρεφε βαθύ σεβασμό, αλλά και φόβο για τον αριθμό 13. Του προξενούσε δέος.
Μάλιστα, κατά τη μακρά και περιπετειώδη σταδιοδρομία του στα πολιτικά δρώμενα της χώρας του, δεν κάθισε ποτέ σε τραπέζι συζητήσεων ή αναψυχής, όπου οι συνδαιτυμόνες του να ήταν 13 στον αριθμό. Δε δίσταζε να παραβιάσει τους κοινωνικούς τύπους, όπως να αρνηθεί να λάβει μέρος σε συμπόσια με 13 πρόσωπα, διότι θεωρούσε τον αριθμό αυτόν ως προάγγελο θανάτου.
Αντιθέτως, πίστευε ότι ο αριθμός 3 ήταν ο αντίποδας του 13, δηλαδή ήταν ο προπομπός του καλού, της ευτυχίας και της ευημερίας. Άλλωστε, το οικογενειακό έμβλημα του Otto von Bismarck έφερε 3 τριφύλλια και 3 φύλλα βελανιδιάς. Σημειωτέον, υπήρξε πρωθυπουργός σε 3 Αυτοκράτορες και είχε λάβει από αυτούς 3 βαρυσήμαντους τίτλους. Είχε δει 3 πολέμους, είχε υπογράψει 3 συνθήκες ειρήνης, συνομολόγησε συμμαχία 3 Αυτοκρατόρων, δημιούργησε την Τριπλή Συμμαχία και απέκτησε 3 παιδιά.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΠΑΤΡΩΝ», στις 14/04/1915…