Το 1926, στην περίφημη ελληνική Εταιρεία Ψυχικών Ερευνών είχαν συγκεντρωθεί οι καταθέσεις διάφορων καταπληκτικών φαινομένων τηλεπάθειας, προαίσθησης, αυθυποβολής κλπ. Ο διακεκριμένος Άγγελος Τανάγρας, Πρόεδρος της εν λόγω εταιρείας, ανακοίνωσε τα παρακάτω στους δημοσιογράφους, τα οποία είχαν ήδη δημοσιευθεί στο αντίστοιχο τεύχος του περιοδικού
“Ψυχικαί Έρευναι”.
Η πρώτη περίπτωση περιγραφόταν από τον Πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου Ιωαννίνων, κύριο Βλαχλείδη:“Έχω την τιμή να σας αναφέρω ένα φαινόμενο προαίσθησης, που συνέβη προ τινός σε μια από τις καλύτερες οικογένειες της πόλης μας.Η κυρία Ελένη Τζαΐραγα, απλοϊκή και αγράμματη, η οποία δεν είχε διαβάσει ποτέ της επιστημονικά συγγράμματα που να αφορούν σε ψυχικά φαινόμενα, αλλά ούτε είχε ακούσει ποτέ της να γίνεται λόγος περί πνευματισμού ή άλλου παρόμοιου ζητήματος, που θα μπορούσε να την είχε επηρεάσει, είδε μια νύχτα Σαββάτου το εξής όνειρο:Είχε δει, λοιπόν, ότι ήταν Κυριακή απόγευμα και το ρολόι έδειχνε πως ήταν 5:00 μ.μ. Εκείνη την ώρα έφερναν τον γιο της, τον Μάνθο, νεκρό πάνω σε φορείο, σκοτωμένο από απροσεξία από το όπλο ενός άλλου κυνηγού, κατά τη διάρκεια κυνηγιού αγριόπαπιας στη Λίμνη των Ιωαννίνων.Το πρωί της Κυριακής, λοιπόν, έντρομη, αφηγήθηκε στον γιο της το χειρότερο όνειρο για μια μάνα και του συνέστησε να μη συμμετάσχει στο κυνήγι που είχε προγραμματίσει. Εκείνος γέλασε μαζί της τρυφερά και αφού αστειεύτηκε για την υπερβολή της, δεν ανέβαλε τα σχέδιά του.Δυστυχώς, όμως, τα πράγματα έγιναν όπως ακριβώς τα είχε ονειρευθεί η δύστυχη μητέρα. Ένας από τους κυνηγούς, που δεν είχε υπολογίσει σωστά την απόσταση, σκότωσε κατά λάθος τον Μάνθο. Κατόπιν μεταφέρθηκε νεκρός πάνω σε φορείο στο σπίτι του, την ώρα που το ρολόι σήμαινε 5 ακριβώς. Εκείνοι που κουβαλούσαν το φορείο, ήταν τα ίδια άτομα που είχε δει η μητέρα του στο προφητικό της όνειρο”.Μια άλλη συγκλονιστική περίπτωση είχε διηγηθεί ο απόστρατος Ταγματάρχης Γκορτζής:“Ήμουν 15 ή 16 ετών, όταν γνώρισα κατά τύχη μια νέα κοπέλα μόλις λίγες στιγμές πριν από τον θάνατό της. Η νέα αυτή, εντελώς άγνωστη σε μένα, υπήρξε το αντικείμενο μερικών πρόχειρων ιατρικών περιθάλψεων από μέρους μου, αλλά επί ματαίω, διότι εξέπνευσε στα χέρια μου! Δε γνώριζα ούτε το όνομά της, μα γνώριζα ελάχιστα τον πατέρα της.Μετά από 15 ολόκληρα χρόνια, άρχισε να μου εμφανίζεται η κοπέλα αυτή στον ύπνο μου, αλλά μόνο όταν επρόκειτο να μου συμβεί κάποιο κακό, δυστυχία ή συμφορά.Ανάμεσα στα έτη 1917-1923, μου εμφανίστηκε πέντε φορές. Την πρώτη φορά εξορίστηκα στη Θήρα. Τη δεύτερη φορά με συνέλαβαν και εγκλείστηκα στις φυλακές Αβέρωφ με την κατηγορία της συνωμοσίας. Την τρίτη, υπέστην αιφνιδιασμό στη Μικρά Ασία από ομάδα Τσετών, όπου παραλίγο να χάσω τη ζωή μου. Την τέταρτη, δέχτηκα δολοφονική επίθεση στη Θράκη, όπου σκοτώθηκαν όλοι όσοι με συνόδευαν. Και την πέμπτη φορά, συνελήφθην ξανά, επειδή συμμετείχα στο κίνημα του Στρατηγού Λεοναρδόπουλου.Έκτοτε, κάθε φορά που έβλεπα την κοπέλα αυτή στο όνειρό μου, καταλαμβανόμουν από φόβο, αγωνία και μελαγχολία, ενώ, ταυτοχρόνως, προσπαθούσα να λαμβάνω μέτρα ατομικής ασφαλείας.Ένα χρόνο πριν, λοιπόν, είδα στον ύπνο μου ότι είχα τάχατες μεταβεί στην οικία του πατέρα της, ο οποίος με ρώτησε, μετά τους πρώτους χαιρετισμούς, αν επιθυμώ να δω την κόρη του. Του απάντησα ευθύς ότι δεν ήθελα καθόλου να τη δω, διότι κάθε φορά που την ονειρευόμουν, υπέφερα από διάφορα δεινά. Διατύπωσα ακόμη (στον ύπνο μου πάντοτε) και το παράπονο ότι εγώ είχα σπεύσει να τη βοηθήσω με κάθε τρόπο τη στιγμή που εξέπνεε, ενώ εκείνη κάθε φορά που εμφανίζεται, σπέρνει τον όλεθρο και τη δυστυχία.Τότε, ακούστηκε η φωνή της από το διπλανό δωμάτιο να λέει:
“Εγώ, κύριε, έρχομαι να σας προειδοποιήσω και να σας προφυλάξω απ’ το κακό. Αν, όμως, το επιθυμείτε, δε θα ξανάρθω ποτέ…”Από τότε, δεν την ξαναείδα, αλλά δε μου είχε συμβεί εν τω μεταξύ και τίποτε το συνταρακτικό”.Ένας φαρμακοποιός από την Άρτα, ονόματι Αρβαντογεώργου, περιέγραφε ένα άλλο φαινόμενο τηλεπάθειας:“Κατά το έτος 1897, ήμουν ασθενής από κοιλιακό τύφο. Μετά από σαράντα μέρες αρρώστιας, άκουσα την καμπάνα της εκκλησίας να ηχεί πένθιμα. Ρώτησα τότε τη μητέρα μου ποια καμπάνα έκρουε και εκείνη μου αποκρίθηκε πως ήταν του Αγίου Ιωάννη. Αμέσως, χωρίς δεύτερη σκέψη, σαν κάτι να με καθοδηγούσε στην αλήθεια, είπα:
“Μάνα, δεν πέθανε ο Γυμνασιάρχης Καλλέλης που ήταν άρρωστος, αλλά η κόρη του!”Η μητέρα μου με κοίταξε σαστισμένη και θεώρησε πως τα λεγόμενά μου εκπορεύονταν από την ταλαιπωρία της πάθησής μου. Πράγματι, δύο ώρες αργότερα, πληροφορηθήκαμε, όμως, πως η κόρη του Γυμνασιάρχη είχε χάσει τη ζωή της νικημένη από κεραυνοβόλο μηνιγγίτιδα.Το 1922 κι ενώ ήμουν φοιτητής στην Αθήνα, σκόπευα να αναχωρήσω ατμοπλοϊκώς για την πατρίδα μου, την Άρτα.Μα, την παραμονή της αναχώρησής μου, ημέρα Κυριακή, ανέβαινα από την Ομόνοια για το σπίτι μου που βρισκόταν στην οδό Ζωοδόχου Πηγής. Αν και είχα λάβει επιστολή από τους δικούς μου τρεις μέρες νωρίτερα, όπου με διαβεβαίωναν πως όλοι έχαιραν άκρας υγείας, με κατέλαβε μια ανεξέλεγκτη κι εντελώς αβάσιμη ανησυχία, που με ώθησε να βρω έναν πιο σύντομο τρόπο για να βρεθώ κοντά τους.Παρά τις προσπάθειές μου, δεν κατέστη δυνατόν να βρω μια άλλη λύση και τέσσερις μέρες αργότερα βρέθηκα πίσω στην πατρίδα. Εκεί έμαθα πως ακριβώς τη στιγμή που ανησυχούσα πως κάτι δεν πήγαινε καλά, η μητέρα του έπεφτε σοβαρά άρρωστη και είχε ζητήσει να μου τηλεγραφήσουν, για να τρέξω κοντά της. Μα, τελικά δε συνέταξαν κανένα τηλεγράφημα, γνωρίζοντας πως ήδη την επομένη σκόπευα να αναχωρήσω από την πρωτεύουσα”.Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΣΚΡΙΠ”, στις 05/12/1926…