Μια οικογένεια με καταγωγή από την Ήπειρο κατακτά τη Θεσσαλονίκη και κυριεύει -γευστικά πάντα- την Αθήνα, χάρις στα γαλλικής προέλευσης υπερόπλα της και το μεράκι για την δουλειά της.
Ήταν η οικογένεια Φλόκα, η οποία στην κυριολεξία άλλαξε τα πάντα στην αντίληψη των Ελλήνων για την ζαχαροπλαστική και όχι μόνο. Στην πραγματικότητα έφερε στην Ελλάδα νέους τρόπους διασκέδασης και συνέδεσε μια έτσι κι αλλιώς λατρεμένη συνήθεια, όπως είναι η κατανάλωση γλυκισμάτων, με την ψυχαγωγία.
Η αυτοκρατορία Φλόκα έκανε τα πρώτα βήματά της στην Θεσσαλονίκη. Εκεί τα μέλη της μετέφεραν τις γνώσεις τους για την γαλακτοκομία από την Ήπειρο, κουβαλώντας την κληρονομιά στην συμπρωτεύουσα όπου τα καταστήματά της μετατράπηκαν στο πέρασμα του χρόνου στο απόλυτο στέκι και μέρη στα οποία μπορούσε κανείς να συναντήσει το… αφάν γκατέ της τοπικής κοινωνίας.
Ιστορικά συνδέθηκε όσο τίποτε άλλο με το κτήριο κοντά στη συμβολή των οδών Τσιμισκή και Αγίας Σοφίας, όπου επί σειρά ετών στεγάστηκε το ζαχαροπλαστείο της από το οποίο παρήλασε όλη η πόλη. Οι Θεσσαλονικείς λάτρεψαν τα προϊόντα, υιοθέτησαν πολύ γρήγορα τη νέα μορφή εξυπηρέτησης που διέφερε ριζικά από όσα ήξεραν μέχρι τότε, ενώ ενθουσιάστηκαν από την προοπτική του να απολαμβάνουν κάτι που χάιδευε τον ουρανίσκο τους, την ίδια ώρα που είχαν την ευκαιρία να συναντήσουν ανθρώπους από το χώρο της πολιτικής, του θεάματος και των τεχνών.
Φυσικά, η… κάθοδος στην Αθήνα ήταν δεδομένη μετά την πρωτοφανή επιτυχία του εγχειρήματος. Αν και στο μεταξύ προέκυψε η συμφορά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και η Κατοχή, τα ζαχαροπλαστεία Φλόκα άντεξαν και –τελικά- μεγαλούργησαν.
Στην πρωτεύουσα το αντίστοιχο κτήριο το οποίο έγινε συνώνυμο της απόλαυσης ήταν εκείνο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, στην οδό Πανεπιστημίου, δίπλα σε ένα άλλο όνομα με ειδικό βάρος για την αθηναϊκή κοινωνία, αυτό του ιστορικού Ζώναρς. Από εκεί πέρασαν οι πάντες! Προτιμώντας συνήθως το πάνω μέρος του καταστήματος όπου υπήρχε μεγαλύτερη διακριτικότητα, αν και προσωπικότητες σαν αυτή του Κωνσταντίνου Καραμανλή και της πανέμορφης και κομψής συζύγου του για παράδειγμα, ήταν πολύ δύσκολο να περάσουν απαρατήρητες και να μην μαγνητίσουν τα βλέμματα.
Φυσικά, δεν ήταν μόνο ο τότε πρωθυπουργός που σύχναζε εκεί. «Ιερά τέρατα» των τεχνών και της διανόησης μετέτρεψαν σε καθημερινό στέκι το περίφημο ζαχαροπλαστείο, απολαμβάνοντας παράλληλα τον καφέ τους και συζητώντας για όσα συνέβαιναν στον τόπο. Σήμερα μόνο να το φανταστούμε μπορούμε, αλλά τότε στου Φλόκα, ήταν πολύ πιθανό να καθίσεις δίπλα στον Χατζηδάκι, τον Γκάτσο ή τον νομπελίστα ποιητή, Γιώργο Σεφέρη…
Παράλληλα, η οικογένεια έτρεχε και μια παράλληλη δραστηριότητα, αυτή των έτοιμων γλυκισμάτων. Από το 1898 κιόλας ένα από τα μέλη της, έχοντας εμπειρία από το Παρίσι, έριξε την ιδέα και τελικά ιδρύθηκε η εταιρεία «Βιομηχανία Σοκολάτας και ειδών ζαχαροπλαστικής ΦΛΟΚΑ ΑΕ», με τα οποία πλημμύρισαν την αγορά, αφήνοντας… έτη φωτός πίσω τους τον πρωτόγονο ανταγωνισμό.Από τις κεντρικές αποθήκες που βρίσκονταν επί της οδού Κλαυθμώνος, υπήρξαν περίοδοι που έφευγαν 5 ολόκληροι τόνοι προϊόντων οι οποίοι κατέληγαν στους ουρανίσκους των Αθηναίων που μέσω μιας οικογένειας και της αγάπης της για το αντικείμενο της δουλειάς της, μυήθηκαν σε υψηλού επιπέδου γαστρονομία.
Η σοκολάτα κακάο, η περίφημη Σουρφίνα, οι Φλόκες με το χαρακτηριστικό χρυσοκόκκινο περιτύλιγμα, τα κουφέτα, τα σοκολατάκια σε πολλούς συνδυασμούς ήταν οι λόγοι της πρωτοφανούς επιτυχίας της η οποία διαδιδόταν στην κυριολεξία από στόμα σε στόμα.
Μετά από όλα αυτά, γεννιέται εύλογα το ερώτημα του πώς μια τέτοια αυτοκρατορία κατέρρευσε. Λέγεται πως το καθεστώς της Χούντας δεν υπήρξε φιλικό προς την οικογένεια, ενώ το όνομα ενός εκ των μελών της ενεπλάκη στη διαβόητη υπόθεση του Σέιχ Σου.
Απλά και μόνο η φήμη ήταν αρκετή για να δημιουργήσει προβλήματα, τα οποία γιγαντώθηκαν όταν η Εθνική απέσυρε την στήριξη που προσέφερε τα προηγούμενα χρόνια μέσω των κεφαλαίων της. Δίχως τη δυνατότητα μεγέθυνσης και με τον ανταγωνισμό να θεριεύει, σε ένα εχθρικό πια περιβάλλον, το τέλος για τα Φλόκα, όπως τα λάτρεψε η αθηναϊκή και θεσσαλονικιώτικη κοινωνία ήταν δεδομένο. Μαζί ήρθε και το τέλος μια εποχής, από την οποία χιλιάδες άνθρωποι είχαν μόνο… γλυκές αναμνήσεις!