Το σκεπτικό της Επανάστασης
Μέρος Α΄: Το σκεπτικό και οι δύο ορισμοί της Επανάστασης
Δεν γεννήθηκε κανένα ελληνικό έθνος το 1821. Αναγεννήθηκε. Ξύπνησε. Ξεσηκώθηκε. Αυτό είναι το σωστό” βροντοφώναξε ο λόγιος-πολιτικός κ. Βύρων Πολύδωρας στην ομιλία του με θέμα “1821: Υπόθεση Πίστεως και Εθνικής Έμπνευσης” στις 20 Μαρτίου 2011 στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Παπάγου-Χολαργού απαντώντας παράλληλα με ακλόνητα ιστορικά στοιχεία και στους “δήθεν αντικειμενικούς κριτές και υποκριτές, τους χειριστές της μισής αλήθειας”, όπως τους αποκάλεσε, “που ανέλαβαν εσχάτως όσο και αναιδώς να μας διδάξουν τις “αρετές” και τις “καλοσύνες” του Νεοθωμανισμού”.
Σύμφωνα με τον κ. Πολύδωρα, το σκεπτικό της Επανάστασης αποτυπώνεται από τον Ρήγα Φεραίο.
“Δεν ήταν μια εξέγερση. Δεν ήταν μια αυθόρμητη πράξη. Ήταν ένα πλήρες σκεπτικό αγώνα για την ελευθερία. Ώριμο να τεθεί σε εφαρμογή” σημειώνει και επικαλείται τον “Θούριο” στο σημείο που αναφέρει:
“Ως πότε παλικάρια, θα ζούμε στα στενά,
μονάχοι σα λεοντάρια, στις ράχες στα βουνά;
Σπηλιές να κατοικούμε, να βλέπουμε κλαδιά,
να φεύγουμ’ απ’ τον κόσμον, για την πικρή σκλαβιά;
Να χάνουμε αδέλφια, πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας, κι όλους τους συγγενείς;
Κάλλιο είναι μίας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνια, σκλαβιά και φυλακή”
Και ζητάει να προσέξουμε ακόμη μια στροφή του “Θούριου”:
“Τι σ' ωφελεί αν ζήσης, και είσαι στη σκλαβιά;
στοχάσου πως σε ψαίνουν, καθ' ώραν στην φωτιά.
Βεζύρης, δραγουμάνος, αφέντης κι' αν σταθής
ο τύραννος αδίκως σε κάμνει να χαθής.
Δουλεύεις ολ' ημέρα, σε ο,τι κι' αν σε πη,
κι' αυτός πασχίζει πάλιν, το αίμα σου να πιή.
Ο Σούτζος, κι' ο Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής
Γκίκας και Μαυρογένης, καθρέπτης, είν' να ιδής.”
Για τους δε τελευταίους θυμίζει πως καρατομήθηκαν κατά τις βουλές του σουλτάνου.
Ο αυθεντικός ορισμός του '21 από τον Κολοκοτρώνη
Τον αυθεντικό ορισμό του '21, σύμφωνα με τον λόγιο-πολιτικό, τον δίνει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στις 7 Οκτωβρίου 1838 στην περίφημη ομιλία του στην Πνύκα:
“Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση.
Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν άρμάδα. Άλλά δεν εβάσταξε!”
“Σας είπα ότι ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης δίνει τον αυθεντικό ορισμό του '21. Μας πληροφορεί ο Σιμόπουλος (σ.σ. Κυριάκος Σιμόπουλος γνωστός ιστοριοδίφης) στο Αλφαβητάρι του Γέρου του Μοριά: «Το γένος ποτέ δεν υποτάχθηκε στον Σουλτάνο. Είχε πάντα το Βασίλειό του, τον Βασιλιά του, τον στρατό του, τα κάστρα του. Βασιλιάς του ήταν ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς. Στρατός του οι αρματωλοί κι οι κλέφτες. Κάστρα του η Μάνη και το Σούλι»” τονίζει ο κ. Πολύδωρας.