Άλλες εποχές, διαφορετική νοοτροπία και παιδαγωγική μέθοδος και κοντόφθαλμη αντιμετώπιση των πραγμάτων. Μια αντιμετώπιση που θύμιζε τακτικές βγαλμένες από το πολύ μακρινό παρελθόν.
Στην Ελλάδα του 1958 θα εφαρμοστεί για πρώτη φορά ένας νόμος που προκάλεσε ουκ ολίγες αντιδράσεις. Πρόκειται για το Νόμο 4000 ή πιο γνωστός ως «ο νόμος περί τεντυμποϊσμού».
Σε μια εποχή που η χώρα μας προσπαθούσε να ορθοποδήσει, αποφασίζεται στις 4 Σεπτεμβρίου 1958 η εφαρμογή του νόμου 4000. Σκοπός της τιμωρίας ήταν η συμμόρφωση και η πειθαρχεία των νέων που είχαν αρχίσει, τη συγκεκριμένη εποχή, να αμφισβητούν τα πάντα σε μια ιδιαίτερα συντηρητική κοινωνία. Κυρίως εφαρμόστηκε διότι είχε γίνει μόδα το γιαούρτωμα (ιδίως σε δασκάλους) και αναζητούνταν ένας τρόπος συμμόρφωσης που θα νουθετούσε τη νεολαία και θα την έβαζε στο σωστό δρόμο.
Σύμφωνα με αυτόν οι νεαροί ταραχοποιοί, οι οποίοι κατηγορούνταν για το αδίκημα της εξύβρισης θα τιμωρούνταν με κούρεμα και με σκίσιμο των ρεβέρ στα παντελόνια τους. Και όταν λέμε κούρεμα, εννοούμε ότι τους έπαιρναν τα μαλλιά με την… ψιλή, ενώ παράλληλα οι νεαροί ταραξίες γνώριζαν και την δημόσια διαπόμπευση.
Η γέννηση του τεντυμποϊσμού
Η λέξη έχει ξένη προέλευση και προέρχεται από το αγγλικό teddy boy, έναν όρο τον οποίο χρησιμοποιούσαν οι Άγγλοι στα τέλη της δεκαετίας του 1950 για να περιγράψουν μια συγκεκριμένη ομάδα ατόμων. Μάλιστα συνήθως οι ταραξίες ήταν νέοι γόνοι ευκατάστατων οικογενειών με κομψή εμφάνιση και μαλλιά που γυάλιζαν από μπριγιαντίνη που είχαν αναπτύξει προκλητική έως ρατσιστική συμπεριφορά. Ο όρος στα ελληνικά σημαίνει ένας ευκατάστατος ταραξίας που από αντίδραση και για να «σπάσει» την πλήξη που ένιωθε εξύβριζε και ουκ ολίγες φορές ξεσπούσε γιαουρτώνοντας μεγαλύτερους σε ηλικία ανθρώπους.
Μάλιστα τα γιαουρτώματα έγιναν μόδα εκείνη την εποχή. Επεκτάθηκαν σε όλη την Ελλάδα με την επονομαζόμενη «λευκή επανάσταση», που από ένα σημείο και μετά δεν έκανε διαχωρισμό μεταξύ πλουσίων και φτωχών, αφού είχε γίνει ιδιαίτερα δημοφιλής.
Φήμες, μάλιστα, ανέφεραν ότι τα γαλακτοπωλεία της εποχής είχαν κάνει συμφωνίες με «συμμορίες» νέων της και τους προμήθευαν με ληγμένα γιαούρτια για να κάνουν τη… δουλειά τους. Το φαινόμενο από ένα σημείο και μετά είχε ξεφύγει παίρνοντας εκρηκτικές διαστάσεις και αναζητήθηκε ένας τρόπος, μέσω του νόμου 4000 προκειμένου αυτή η… μόδα να αντιμετωπιστεί.
Να σημειωθεί, επίσης, ότι ο μετέπειτα διοικητής της ΕΣΑ, συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς, χαρακτήριζε τους τεντυμπόιδες, «άπλυτους μακρυμάλληδες», «διακονιάρηδες και αποδιοπομπαίους» και όπως χαρακτηριστικά δήλωνε ο σκοπός του δεν ήταν να τους κόψει τα μαλλιά αλλά «να τους κόψω την νοοτροπίαν, ήτις είναι καταστρεπτική δι’ αυτούς και διά την Ελλάδα».
Το πρώτο περιστατικό
Η πρώτη τιμωρία για περιστατικό τεντυμποϊσμού καταγράφεται στις 3 Αυγούστου του 1958 στην Κυψέλη. Όλα ξεκίνησαν σε έναν κινηματογράφο της περιοχής όπου δύο νεαροί κορόιδευαν μια γυναίκα που ήταν με την κόρη της επειδή η πρώτη είχε έντονη τριχοφυΐα στο πρόσωπο. Αυτή αντέδρασε και χαστούκισε έναν από τους νεαρούς. Αυτοί με τη σειρά τους ως αντίποινα τις ακολούθησαν και έξω από την πολυκατοικία που έμεναν τις γιαούρτωσαν.
Οι άτακτοι νεαροί συνελήφθησαν και στο αστυνομικό τμήμα της Κυψέλης τους κούρεψαν με την… ψιλή, τους ψαλίδισαν τα ρεβέρ των παντελονιών τους και ξεκίνησε η δημόσια διαπόμπευσή τους. Μια μικρή πομπή ξεκίνησε από την Κυψέλη, ενώ στο λαιμό του ενός από τους δύο νεαρούς είχε κρεμαστεί η πινακίδα «Είμεθα τέντυ μπόης. Πετάξαμε γιαούρτι κατά γυναικός».
Στη συγκεκριμένη υπόθεση κατατέθηκαν μηνύσεις, ωστόσο η δίκη δεν έγινε ποτέ. Επιλέχθηκε η λύση του εξωδικαστικού συμβιβασμού. Μάλιστα οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν ότι η κυρία με την κόρη της απέσυραν τη μήνυση, διότι «παρεκλήθην φορτικώς υπό των οικογενειών των δύο δραστών».
«Αυτό το θέαμα αντίκρισαν οι Αθηναίοι εις κεντρικούς δρόμους χθες την πρωΐαν. Με την προστατευτικήν συνοδείαν αστυνομικών οργάνων δια ν’ αποτραπή η κακοποίησις των από τους κατηγανακτημένους διαβάτας, τα αντιπαθητικά αυτά παλιόπαιδα, με αποτυπωμένην εις τα πρόσωπά των, μίαν κυνικήν θρασύτητα, οδηγούνται εις την Εισαγγελίαν, αφού εκουρεύθησαν με ψιλήν μηχανήν. Το ένα εκ των μελών της συλληφθείσης δυάδος φέρει αναρτημένην εις το στήθος του την ατιμωτικήν… ταυτότητα αμφοτέρων…», έγραφε το σχετικό δημοσίευμα της εποχής.
Το περιοδικό Εικόνες το Σεπτέμβριο του 1958 από την άλλη ανέφερε: «Μετά την πρώτη, τη γενική επιδοκιμασία, διατυπώθησαν επιφυλάξεις. Μα ήταν τόσο μεγάλο το έγκλημα των δύο παιδιών; Δικαιολογείται η τόσο βαριά τιμωρία τους, προτού μάλιστα το δικαστήριο απεφανθή; Ξέχασαν οι αμύντορες των παλαιών ηθών τις δικές τους νεανικές τρέλλες, τους αιμοσταγείς πετροπολέμους, τα φρικτά πιτσιλίσματα με μελάνη (και άλλα υγρά) και τις ιλαροτραγικές φάρσες;».
Ο νόμος που έγινε ταινία
Να σημειωθεί ότι ο σκηνοθέτης Γιάννης Διαλιανίδης μετέφερε στον κινηματογράφο το φαινόμενο του τεντυμποϊσμού μέσα από την ταινία «Νόμος 4000». Εκεί ένας μαθητής τον οποίο υποδύεται ο ηθοποιός Θάνος Παπαδόπουλος γιαουρτώνει έναν καθηγητή του και υφίσταται τις συνέπειες του νόμου.
Ο συγκεκριμένος νόμος καταργήθηκε το 1983, ενώ η τελευταία φορά που εφαρμόστηκε ήταν το 1981.