Η γκιλοτίνα ή λαιμητόμος έγινε παγκοσμίως γνωστή στη Γαλλική Επανάσταση όταν εκεί βρήκαν τραγικό θάνατο 4000 αριστοκράτες και ευγενείς της εποχής.
Για πολλά χρόνια καθιερώθηκε ως τρόπος εκτέλεσης της θανατικής ποινής εντός και εκτός Γαλλίας.
Στην Ελλάδα έφτασε ως δώρο προς τον γιο του Όθωνα όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του. Η ηγεσία της Ελλάδος τότε πίστευε πως η γκιλοτίνα θα δρούσε αποτρεπτικά προς τους εγκληματίες και η θανατική ποινή δια αποκεφαλισμού θα τους έκανε να συμμορφωθούν.
Στην αρχή οι πρώτοι εκτελεστές ήταν Γάλλοι και το κοινό, ενώ παρευρίσκονταν σε κάθε εκτέλεση που γίνονταν δημόσια μαζικά, ήταν ιδιαίτερα επιθετικό απέναντί τους. Προσπαθούσαν να τους λιντσάρουν, τους λιθοβολούσαν και οι δύο εκτελεστές φυλάσσονταν 24 ώρες από στρατιώτες υπό το φόβο απόπειρα δολοφονίας απέναντί τους.
Όταν απαλλάχθηκαν από τη Γαλλική κυβέρνηση από τα καθήκοντα τους, κανένας δεν αναλάμβανε τα χρέη δήμιου και το ελληνικό κράτος σε μια κίνηση απόγνωσης δίνει χάρη σε έναν αλβανικής καταγωγής κρατούμενο για ληστείες και δολοφονίες, με όρο να εργαστεί ως δήμιος για τα επόμενα χρόνια.
Μαζί τους ως βοηθός του αποφυλακίζεται και ο συγκρατούμενός του. Ο κόσμος αντιδράει όταν μαθαίνει τα νέα, αλλά οι αποκεφαλίσεις συνεχίζονται. Μάλιστα οι δύο δήμιοι βγαίνουν από τον καλά φυλασσόμενο χώρο όπου διαμένουν μόνο για να εκτελέσουν τις ποινές.
Μετά από 8 χρόνια οι δύο εκτελεστές παύονται από τα καθήκοντα τους, καθώς η κυβέρνηση αποφασίζει ότι η γκιλοτίνα είναι βάρβαρη διαδικασία και πλέον οι εκτελέσεις θα γίνονται με τουφέκι.
Ο κόσμος όμως δεν ξέχασε. Το ίδιο βράδυ που οι δύο εκτελεστές πήγαν σε ένα καφενείο βρέθηκαν βάναυσα σφαγμένοι και κατακρεουργημένοι. Οι δράστες επιδεικτικά άφησαν πάνω στα πτώματα χρήματα.
Οι δολοφόνοι δεν βρέθηκαν ποτέ, καθώς δεν βρέθηκε αυτόπτης μάρτυρας αν και στο καφενείο στο Ναύπλιο βρίσκονταν πάνω από 50 άτομα.