Απάντηση σε ένα ερώτημα που κακώς προκύπτει κάθε προεκλογική περίοδο, επιχειρεί να δώσει ο αναλυτής και δημοσιογράφος Μιχάλης Ιγνατίου, με άρθρο του στην ιστοσελίδα :
Η προκήρυξη των εθνικών βουλευτικών εκλογών, που με απόφαση του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα θα πραγματοποιηθούν στις 7 Ιουλίου, επανάφερε στο προσκήνιο το προσφιλές «άθλημα» των πολιτικών και των δημοσιογράφων στην Ελλάδα.
Αφορά ένα σημαντικό ερώτημα, στο οποίο δεν έπρεπε να δίνουμε την παραμικρή σημασία, διότι προσβάλλουμε τον ελληνικό λαό, που αποφασίζει για το πρόσωπο που θα κυβερνήσει τη χώρα.
Το ερώτημα είναι το γνωστό: Ποιον πολιτικό άνδρα (ή γυναίκα) προτιμούν οι Αμερικανοί και -μετά τα Μνημόνια- οι Γερμανοί και οι Βρυξέλλες, που θα έλεγα ότι λόγω των δανείων λογικά θα έπρεπε να έχουν μεγαλύτερη επιρροή στα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Νομίζω ότι οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι πρέπει να «ενηλικιωθούν» διότι το διεθνές πολιτικό και στρατηγικό παιγνίδι παίζεται διαφορετικά. Σίγουρα οι ξένοι πρεσβείες παρακολουθούν από πολύ κοντά τα πολιτικά πράγματα, αλλά αναρωτήθηκα πολλές φορές, και αφελής δεν είμαι, πως θα μπορούσαν να επηρεάσουν τον Έλληνα ψηφοφόρο. Ή -για να το θέσω καλύτερα- στην κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο ελληνικός λαός έχασε κάθε ελπίδα και δεν πιστεύει τίποτα. Δεν πιστεύουν οι πολίτες ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες. Είναι παρατημένοι οι άνθρωποι.
Χωρίς αμφιβολία οι μεγάλες δυνάμεις, η Αμερική, η Ρωσία, η Κίνα και η ενωμένη Ευρώπη, που δεν έχει την ισχύ της Ουάσιγκτον, της Μόσχας και του Πεκίνου, αν και θα μπορούσε, προσπαθούν να κερδίσουν συμπάθειες και συμμάχους σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο “ψυχρός πόλεμος” καλά κρατεί και η παγκόσμια κατάσταση θα γίνει χειρότερη όταν η Κίνα επιδιώξει να πάρει τη θέση, η οποία πιστεύει πως της ανήκει. Το Πεκίνο έχει επενδύσει στην Ελλάδα. Και σχεδιάζει να επενδύσει περισσότερο. Και στην περίπτωση αυτή φοβάμαι πως θα επιδιώξει να αυξήσει και την επιρροή της στη χώρα μας. Η Ελλάδα, καλώς ή κακώς, ανήκει στη Δύση, όπως θύμιζε συχνά ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, και η τετραετία του ΣΥΡΙΖΑ προσγείωσε την πλειοψηφία των πολιτών. Αυτό που έδειξε η διακυβέρνηση της χώρας από τον Αλέξη Τσίπρα είναι ότι καλές οι ιδεολογίες, καλές οι «επαναστάσεις», αλλά όταν ένας ηγέτης φτάνει στο «διά ταύτα», το ξανασκέφτεται και επιστρέφει στο μαντρί. Βέβαια, για να είμαστε ειλικρινείς, ο ΣΥΡΙΖΑ αν και κόμμα ριζοσπαστών, που έχει στις τάξεις του και εξτρεμιστικά στοιχεία -το λεγόμενο 3%- πριν από το 2015 είχε στρέψει τα πυρά του εναντίον των δανειστών, διότι βόλευε τον προεκλογικό του αγώνα, και άφησε στο απυρόβλητο τους Αμερικανούς «ιμπεριαλιστές», οι οποίοι είχαν στο μεταξύ ανοίξει κανάλι επικοινωνίας με τον αρχηγό των «ατάκτων» και τους συνεργάτες του και είχαν νωρίς διαπιστώσει ότι «μπορούσαν να εργαστούν και να συνεργαστούν» μαζί τους.
Αλλά και οι ίδιοι οι Συριζαίοι ένιωθαν άνετα επειδή πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν τότε ο Μπάρακ Ομπάμα. Όχι ότι είχαν αργότερα πρόβλημα με τον Ντόναλντ Τραμπ. Μία χαρά τα πάνε με την κυβέρνησή του και στην Ουάσιγκτον λένε ότι ο σημερινός Πλανητάρχης συμπάθησε τον Αλέξη, όταν τον συνάντησε τον Οκτώβριο του 2017. Και είμαι βέβαιος, πως αν εκλεγεί ξανά, πάλι θα τον προσκαλέσει στο Λευκό Οίκο. Αλλά το ίδιο δεν θα πράξει αν νικητής είναι ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας; Μα σίγουρα… Η Αμερική επέλεξε να στείλει στην Αθήνα τον πρέσβη Τζέφρι Πάιατ που δεν τον ενδιαφέρει και να «τσαλακωθεί» αν πρέπει να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της υπερδύναμης.
Είναι ένας τύπος που μπορεί άνετα να συνομιλεί και με τον «διάολο», φτάνει να τον πείσει ότι η Ουάσιγκτον είναι πιο ελκυστική -όχι μόνο σαν πόλη- από τη Μόσχα ή το Πεκίνο. Και αυτό ακριβώς έπραξε τα χρόνια της παραμονής του στην Αθήνα. Εισήλθε σε “ειλικρινή διάλογο” με τον κ. Τσίπρα και τους ανθρώπους του και το αποτέλεσμα το γνωρίζουμε όλοι. Οι διαφωνίες μεταξύ της Αθήνας και της Ουάσιγκτον εξαφανίστηκαν, σε σημείο που μερικοί άνθρωποι να πιστεύουν πια ότι ο σημερινός πρωθυπουργός είναι ένας κλασικός κεντρώος πολιτικός, που ενώ θέλει να τα έχει καλά με όλους τον ελκύει περισσότερο η Αμερική. Τι θα συμβεί αν εκλεγεί πρωθυπουργός ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας; Μα τίποτα το εξαιρετικό σε ότι αφορά τις σχέσεις με την Αμερική.
Έτσι κι αλλιώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι «αμερικανόφιλος» και το δεύτερο και πλέον σημαντικό, ούτε μπορεί, ούτε αναμένει κανείς να συγκρουστεί με τις ΗΠΑ. Είναι σαν να θέλει να «αυτοκτονήσει» πολιτικά… Μπορεί κανείς να φανταστεί να επιλέγει τους Ρώσους και τους Κινέζους και να εγκαταλείπει τους Αμερικανούς; Ακατάχνωτα, που λένε και στην Κύπρο…