
Από το παράθυρο του σπιτιού της, ο πατριός της, Κάρλ Πρόμπιν, παρακολουθούσε τη σκηνή που θα άλλαζε τη ζωή της για πάντα. Ένα γκρι αυτοκίνητο πλησίασε, και μια γυναίκα, με τη βοήθεια ενός άνδρα, χρησιμοποίησε ηλεκτροσόκ για να την ακινητοποιήσει. Την έβαλαν στο αυτοκίνητο και εξαφανίστηκαν. Ο Κάρλ προσπάθησε να τους ακολουθήσει με το ποδήλατό του, αλλά ήταν μάταιο.
Η αστυνομία, από την πρώτη στιγμή, επικεντρώθηκε στην οικογένεια. Ο πατριός υπέστη εξαντλητικές ανακρίσεις και τεστ ανιχνευτή ψεύδους, ενώ ο βιολογικός πατέρας ερευνήθηκε επίσης, παρότι αρνήθηκε οποιαδήποτε γνώση για την Τζέισι. Η μητέρα της, Τέρι Πρόμπιν, επιβεβαίωσε την ιστορία αυτή. Από την αρχή, οι έρευνες κατέληξαν σε λανθασμένη κατεύθυνση, καθυστερώντας την σωτήρια επέμβαση.
Το σπίτι της κόλασης
Η Τζέισι οδηγήθηκε στο σπίτι του Φίλιπ Γκάριδο και της Νάνσυ Μποκανέγκρα στην Αντίοκ, στην κομητεία Κόντρα Κόστα. Ο Γκάριδος ήταν καταδικασμένος σεξουαλικός παραβάτης με ιστορικό βίας και κακοποίησης. Στην ενήλικη ζωή του, είχε υποστεί ατύχημα με μοτοσικλέτα, που τον οδήγησε στην εξάρτηση από παυσίπονα και LSD. Μέχρι τα 21 του είχε καταγραφεί για πολλαπλές κατηγορίες βιασμού, απαγωγής και απειλών. Παρά μια πενταετή φυλάκιση στη Νεβάδα για τον βιασμό μιας νεαρής γυναίκας, αποφυλακίστηκε όταν παντρεύτηκε τη νοσοκόμα Νάνσυ Μποκανέγκρα, την οποία γνώρισε στη φυλακή.
Η Νάνσυ υπήρξε συνενοχή στις πράξεις του, συμμετέχοντας ενεργά στη βιντεοσκόπηση παιδιών για σεξουαλική κακοποίηση και στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος τρόμου για την Τζέισι. Η απαγωγή ενός κοριτσιού θεωρήθηκε από το ζευγάρι «δώρο» για τον Γκάριδο.
Η αρχή της αιχμαλωσίας
Στις πρώτες μέρες, η Τζέισι ήταν χειροπόδαρα δεμένη στο κρεβάτι. Την τάιζε η Νάνσυ και την άφηνε να κινηθεί μόνο όταν ήταν απολύτως απαραίτητο. Στον πέμπτο μόλις μέρα, ο Φίλιπ Γκάριδο τη βίασε για πρώτη φορά — μια κακοποίηση που επαναλήφθηκε για πολλά χρόνια.
Οι απαγωγείς της επέτρεψαν να παρακολουθεί δύο τηλεοπτικές σειρές: Dr. Quinn και Who’s the Boss?. Από τη δεύτερη σειρά προέκυψε και το νέο της όνομα: Άλισσα. Η Τζέισι δεν ήταν πια Τζέισι. Οι σειρές τις δίδαξαν πώς να φροντίζει παιδιά, κάτι που θα γινόταν κρίσιμο στη συνέχεια: σε ηλικία 14 ετών γέννησε την κόρη της Άντζελ και στα 17 τη Στάρλετ, και οι δύο από τον βιασμό της.
Η καθημερινότητα της υποταγής
Με τα χρόνια, η Τζέισι απέκτησε κάποια ελευθερία εντός της οικίας και αργότερα στο γειτονικό περιβάλλον, πάντα υπό την αυστηρή παρακολούθηση και τις απειλές των δραστών. Οι «αλυσίδες» δεν ήταν μόνο σωματικές, αλλά κυρίως ψυχολογικές, καθιστώντας την πλήρως εξαρτημένη από τους απαγωγείς. Ακόμη και οι επισκέψεις της αστυνομίας στο σπίτι δεν αποκάλυπταν την αλήθεια: ο Γκάριδο παρουσίαζε την Τζέισι ως «ανιψιά» και τα παιδιά ως δικά του, γεγονός που δεν προκάλεσε υποψίες, παρά τις εμφανείς διαφορές.
Η Τζέισι είχε πρόσβαση σε τηλέφωνο, υπολογιστή με σύνδεση στο διαδίκτυο και στην επιχείρηση εκτύπωσης που διατηρούσε ο Γκάριδος. Παρά αυτά, ποτέ δεν ζήτησε βοήθεια, φοβούμενη ότι δεν θα μπορούσε να προστατεύσει τις κόρες της.
Η σωτηρία μέσα από μια αλυσίδα συμπτώσεων
Η ελευθερία ήρθε από έναν συνδυασμό τυχαίων γεγονότων. Στις 24 Αυγούστου 2009, ο Γκάριδος επισκέφθηκε το Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ για να ζητήσει χώρο για θρησκευτική εκδήλωση. Η κοινωνική λειτουργός Λίζα Κάμπελ παρατήρησε ασυνήθιστη συμπεριφορά των δύο εφήβων και υπέθεσε κακοποίηση. Ένα σημάδι, ένας μώλωπας στο μάτι ενός κοριτσιού, αποτέλεσε τη σπίθα για να καλέσουν την αστυνομία.
Δύο ημέρες αργότερα, ο Γκάριδος επέστρεψε με την Τζέισι και τις δύο κόρες, παρουσιάζοντας την ως «Αλίσα». Η παρουσία της αστυνομίας έδωσε στην Τζέισι το θάρρος να αποκαλύψει την αλήθεια: «Είμαι η Τζέισι». Ο Γκάριδος συνελήφθη αμέσως, ενώ η Νάνσυ λίγο αργότερα.
Η συγκλονιστική επανένωση
Καναδάς: Συνάντηση με ΗΠΑ μετά την άρση μέρους δασμών από την Οτάβα
Μετά τη σύλληψη, η Τζέισι ζήτησε να τηλεφωνήσει στη μητέρα της: «Μαμά, είμαι εγώ, Τζέισι», ήταν τα πρώτα της λόγια μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες σιωπής. Η επανένωση με την οικογένεια ήταν συναισθηματικά φορτισμένη: «Γελάσαμε και κλάψαμε μαζί. Καθίσαμε για πολλή ώρα ήσυχοι, απολαμβάνοντας την παρουσία ο ένας του άλλου», ανέφεραν η μητέρα και η θεία της.
Σε ηλικία 29 ετών, η Τζέισι ξεκίνησε να ξαναχτίζει τη ζωή της με τις κόρες της, δημιουργώντας το Ίδρυμα JAYC, που υποστηρίζει οικογένειες και άτομα μετά από τραυματικά γεγονότα, με εκπαιδευτικά προγράμματα και προγράμματα με ζώα.
Δικαστικές αποφάσεις και κοινωνική αναγνώριση
Η Πολιτεία της Καλιφόρνια αποζημίωσε την Τζέισι με 20 εκατομμύρια δολάρια για την αστυνομική και δικαστική αμέλεια. Ο Φίλιπ Γκάριδος καταδικάστηκε σε 441 χρόνια φυλάκιση και η Νάνσυ Μποκανέγκρα σε 36 χρόνια.
Η Τζέισι περιγράφει στα βιβλία της, Freedom: My Book of Firsts και A Stolen Life, την εμπειρία της και τον αγώνα για ζωή. Στις συνεντεύξεις της τονίζει ότι η αναζήτηση της οικογένειάς της ήταν καθοριστική και αρνείται να δικαιολογηθεί με το Σύνδρομο της Στοκχόλμης.
Οι κόρες της, Άντζελ και Στάρλετ, έχουν πλέον την ελευθερία να αποφασίζουν για τη σχέση τους με τον βιολογικό τους πατέρα.
Μια ιστορία που δείχνει τα κενά του συστήματος
Η υπόθεση της Τζέισι Ντάγκαρ αποκαλύπτει τεράστια κενά στις αστυνομικές, δικαστικές και κοινωνικές δομές: 18 χρόνια μια νεαρή γυναίκα παρέμεινε κρυμμένη στην ίδια γειτονιά, ενώ η απουσία της καταγραφόταν σε εθνικές λίστες αγνοουμένων.
Σήμερα, η Τζέισι ζει με τις κόρες της, μοιράζεται την ιστορία της και αγωνίζεται για την υποστήριξη άλλων θυμάτων, αφήνοντας παράλληλα μια μνήμη δικαιοσύνης και επιβίωσης.
Η είδηση της επανεμφάνισής της πριν 16 χρόνια συγκλόνισε τις ΗΠΑ: ήταν πάντα εκεί, στον ίδιο χώρο, 240 χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι της, από την ημέρα της απαγωγής της.