Στο Pro News Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων.

Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία από εμάς και τους συνεργάτες μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν συναινέσετε ή να αρνηθείτε να συναινέσετε. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αρνηθείτε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις σας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο. Μπορείτε πάντα να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο ή επισκεπτόμενοι την πολιτική απορρήτου μας.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας.Δες περισσότερα εδώ.
ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Καθηγητής ΑΠΘ, Παπαζάχος: Το χειρότερο σενάριο για τη Σαντορίνη – Δύο μέτρα στάχτης, τετραετής κρίση

O καθηγητής Φυσικής της Λιθόσφαιρας, Σεισμολογίας και Εφαρμοσμένης Γεωφυσικής του ΑΠΘ Κώστας Παπαζάχος, μιλώντας στην επιστημονική ημερίδα με θέμα: «Η Παρακολούθηση του Ηφαιστείου της Σαντορίνης και η Πρόσφατη Σεισμο-Μαγματική Κρίση: Τι έγινε, τι συμβαίνει, τι να περιμένουμε», που συνδιοργάνωσαν το Τμήμα Γεωλογίας και το Τμήμα Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

«Υπάρχει μία βασική παραδοχή ότι το ηφαίστειο θα συμπεριφερθεί στο μέλλον όπως στο παρελθόν», εξήγησε ο καθηγητής, προσθέτοντας ότι «η ηφαιστειακή επικινδυνότητα εκτιμάται μόνο μακροπρόθεσμα με τη μελέτη της ιστορίας του φαινομένου» και «η προσέγγιση εκτίμησης του κινδύνου είναι να ορίσουμε τα βασικά σενάρια σχετικά με το ποιο είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί βραχυπρόθεσμα, τα επόμενα 10-20 χρόνια, ποιο είναι το χειρότερο σενάριο, αλλά και ποιο το πιθανότερο σενάριο».

Στο πλαίσιο αυτό εμφανίστηκε καθησυχαστικός, σημειώνοντας ότι μεγάλες εκρήξεις, όπως η Μινωική, είναι σπάνιες –συμβαίνουν ανά περίπου 20.000 χρόνια- αλλά καταστροφικές σε τεράστια κλίμακα. «Μακροπρόθεσμα μόνο από την ιστορία του ηφαιστείου μπορούμε να μάθουμε. Μεγάλες εκρήξεις διαλύουν τη ζωή σε μια τεράστια κλίμακα. Με δεδομένη την έκρηξη το 1600 π.Χ. αν δε γίνει κάτι πάρα πολύ ακραίο, κάποιοι άλλοι άνθρωποι μετά από 20.000-30.000 χρόνια θα το αντιμετωπίσουν. Θα είναι κάτι απίστευτα δραματικό, αδιανόητο. Θα συμβεί όμως», σημείωσε.

Πρόσθεσε, δε, ότι τα υπολογιστικά μοντέλα δείχνουν ότι η αλλοίωση των πλακών πριν από τη μεγάλη έκρηξη έγινε σε διάστημα 50-100 ετών, «δηλαδή, παρόλο που η έκρηξη είναι τεράστια, είναι ζήτημα αν προετοιμάζεται έναν αιώνα πριν, το υλικό συγκεντρώνεται πολύ γρήγορα». «Η έκρηξη συνέβη μέσα σε 24 ώρες. Συνεπώς είναι κάτι δραματικό και σχετικά βραχύβιο», διευκρίνισε.

Το δυσμενέστερο σενάριο για τη Σαντορίνη στο κοντινό μέλλον

Ο κ. Παπαζάχος επέστησε την προσοχή στις υποπλινιακές ηφαιστειακές εκρήξεις, που είναι λιγότερο καταστροφικές από μία μεγάλη, ενώ έχουν συμβεί και στο πρόσφατο παρελθόν. «Στη Σαντορίνη βλέπεις όλα αυτά τα στρώματα και θα μπορούσες να ορκιστείς ότι είναι ίδια. Και αν κάνεις αναλύσεις και δεις σπάνιες γαίες ή άλλα στοιχεία, διαπιστώνεις ότι είναι τελείως διαφορετικές εκρήξεις: Μισό μέτρο, ένα μέτρο, είκοσι πόντοι, δύο μέτρα στάθμη. Αυτές είναι διάφορες υποπλινιακές εκρήξεις κλίμακας 4 έως 5, δηλαδή βαρβάτες εκρήξεις, που είναι και το δυσμενέστερο βραχυπρόθεσμο σενάριο. Άρα αν σκάσει κάτι τέτοιο αύριο στη Σαντορίνη, δύο μέτρα στάχτη, θα ανατρέψει όλη τη ζωή στην περιοχή, αλλά είναι κάτι το διαχειρίσιμο», ωστόσο, όπως διευκρίνισε, το πιο πιθανό σενάριο είναι οι μικρές εκρήξεις τύπου Καμένης, δηλαδή μικρές εκρήξεις όπως αυτές που διαμόρφωσαν την Παλαιά και Νέα Καμένη.

«Υπάρχει μια περίεργη κατάσταση στην Ελλάδα, όπου έχουμε τρεις εκρήξεις τον 20ο αιώνα και παρόλα αυτά κανείς δεν πιστεύει ότι μπορεί να γίνει έκρηξη στην Ελλάδα», παρατήρησε ο κ. Παπαζάχος.

Με βάση, εξάλλου, τα δεδομένα της τελευταίας ηφαιστειακής έκρηξης στη Σαντορίνη το 1950 ο καθηγητής σημείωσε ότι «ισχύει ένα περίεργο μοντέλο ότι τόσο πιο μεγάλη η έκρηξη, όσο πιο μεγάλο το χρονικό διάστημα πριν από την έκρηξη» και με δεδομένο ότι έχουν περάσει 75 χρόνια , η επόμενη έκρηξη μπορεί να διαρκέσει 1.200 μέρες. «Είναι 3,5 με 4 χρόνια. Άρα, όταν θα ξεκινήσει η φασαρία στη Σαντορίνη, δεν θα ξεκινήσει τη Δευτέρα και θα τελειώσει την Παρασκευή. Θα τελειώσει σε 4 χρόνια. Η Σαντορίνη είναι 3% του ΑΕΠ σαν εισόδημα και προφανώς τα 4 χρόνια θα υπάρχει κάποιο θέμα. Πρέπει να το πάρουμε χαμπάρι νωρίτερα, όπως το πήρανε χαμπάρι οι άνθρωποι σε παλαιότερες εποχές», τόνισε.

Ανέπτυξε τέλος τη συμβολή του ΑΠΘ και του Ινστιτούτου Μελέτης και Παρακολούθησης Ηφαιστείου Σαντορίνης (Ι.Μ.Π.Η.Σ.) στη σεισμική παρακολούθηση, υπογραμμίζοντας την ανάγκης διαρκούς επιστημονικής επιτήρησης μέσω των εγκατεστημένων δικτύων στο νησί. «Αν και δεν μπορεί να εκτιμηθεί το μέγεθος της επόμενης έκρηξης, η παρακολούθηση του ηφαιστείου της Σαντορίνης εξασφαλίζει τον έγκαιρο εντοπισμό μιας έξαρσης που μπορεί να οδηγήσει σε έκρηξη και στην καλύτερη εκτίμηση των επιπτώσεων μελλοντικών εξάρσεων/ εκρήξεων. Η μελέτη της βαθύτερης δομής του ηφαιστείου αποκάλυψε το κέντρο όλων των μεγάλων εκρήξεων της Σαντορίνης στη Βόρεια Καλδέρα, το οποίο συμπίπτει με το σημείο ανόδου του μάγματος στις εξάρσεις του 2011-2012 και 2024-2025. Η μελέτη της πιο επιφανειακής δομής του ηφαιστείου, αλλά και της μορφολογίας του, αποκάλυψε την ύπαρξη σημαντικών εδαφικών/ τοπογραφικών ενισχύσεων, που εξηγούν τις βλάβες του σεισμού της Αμοργού το 1956, αλλά και τις πιθανές επιπτώσεις μελλοντικών σεισμών στο νησί- τεκτονικών ή ηφαιστειακών», κατέληξε ο κ. Παπαζάχος.

Διευθυντής Γεωδυναμικού Ινστιτούτου: Σε διάστημα τριών ημερών είχαμε πλήθος σεισμών ισοδύναμο του έτους

Η σεισμο-ηφαιστειακή κρίση 2024-2025 στην περιοχή Αμοργού-Σαντορίνης αποτελεί μια σπάνια γεωδυναμική έξαρση, με εξαιρετικά αυξημένο πλήθος σεισμών, κυρίως από τις αρχές Φεβρουαρίου 2025, σύμφωνα με την εισήγηση που έκανε ο διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Βασίλης Καραστάθης, καθώς, όπως εξήγησε, σε λίγες μόνο μέρες καταγράφηκαν περισσότεροι σεισμοί από ό,τι σε ένα έτος, με κορύφωση στις 2-12 Φεβρουαρίου όπου σημειώθηκαν 213 σεισμοί άνω των 4 Ρίχτερ. Η πλειονότητα των υποκέντρων περιορίζεται μεταξύ 7-13 χλμ βάθος, ενώ παρατηρήθηκε μετακίνηση της σεισμικότητας από το Κολούμπο προς την Ανύδρο.

Το φαινόμενο χαρακτηρίζεται ως σμηνοσειρά – σεισμική δραστηριότητα χωρίς κύριο σεισμό – που ενδέχεται να συνδέεται με διείσδυση μάγματος, είσοδο ρευστών σε προϋπάρχουσες τεκτονικές ζώνες στον φλοιό, φαινόμενα ασεισμικής (αργής ολίσθησης σε ενεργά ρήγμα) ή συνδυασμό των παραπάνω μηχανισμών.

Ο κ. Καραστάθης στάθηκε στις κομβικές στιγμές των κρίσιμων εκείνων ημερών όπως ο διαχωρισμός της σεισμικότητας από την ηφαιστειακή δραστηριότητα. «Σε διάστημα τριών ημερών είχαμε το πλήθος σεισμών ισοδύναμο του έτους. Είχε πάρει φωτιά η βάρδια, είδα σκηνές απίστευτες με τους αναλυτές σε πανικό, όπου έβλεπαν τα μόνιτορ συνέχεια μαυρισμένα και έτρεχαν. Σε καθημερινή βάση 27-30 σεισμοί άνω του M4.0 και εκατοντάδες μικρότεροι αναλύθηκαν χειρακτικά από το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο. Οι σεισμοί ήταν σε τεράστια συχνότητα που υπερβαίνει ακόμα και τις δυνατότητες του αυτόματου συστήματος. Γινόταν σε τακτική βάση και ανάλυση με αυτοματοποιημένες μεθόδους μηχανικής μάθησης για την ανίχνευση μικρότερων σεισμών», σημείωσε.

Αναφερόμενος στην αναβάθμιση της παρακολούθησης και τη συμβολή του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του ΕΑΑ ο διευθυντής του σημείωσε: «Εγκαταστάθηκαν νέοι σταθμοί real time παρακολούθησης στο πεδίο με άριστη συνεργασία των σεισμολογικών φορέων. Νέοι σεισμολογικοί, γεωδαιτικοί και παλιρροιογραφικοί σταθμοί προστέθηκαν στην περιοχή. Το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο εγκατέστησε άμεσα σεισμολογικούς σταθμούς σε Θήρα, Θηρασιά, Ανάφη, Αμοργό και Αστυπάλαια. Το προηγούμενο διάστημα είχε συμβάλει και σε δύο θέσεις στο σεισμολογικό της Σαντορίνης του ΙΜΠΗΣ/ΑΠΘ. Επίσης εγκατέστησε σε τρεις θέσεις σταθμούς GNSS (Αρχαία Θήρα, Οία, Άνυδρο) σε συνεργασία με ΕΚΠΑ. Και επισκεύασε έναν ακόμη στη Θήρα. Το ΑΠΘ πρόσθεσε επίσης σεισμολογικούς σταθμούς σε Άνυδρο και Χριστιανά. Ανανέωσε θέσεις στο δίκτυο της Σαντορίνης», σημείωσε.

Σε ό,τι αφορά την κατάσταση σήμερα ανέφερε ότι «η σεισμική ακολουθία στη θαλάσσια περιοχή της Ανύδρου μεταξύ Θήρας και Αμοργού, διατηρείται σταθερά σε χαμηλό επίπεδο», όμως «στο πλαίσιο της σεισμικής ακολουθίας δεν αποκλείεται η σποραδική εκδήλωση ισχυρότερων σεισμών».

Ο κ. Καραστάθης επισήμανε ότι το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών ενισχύει μέσω του προγράμματος ΝΟΑ-Aegis τις υποδομές παρακολούθησης του Ελληνικού και Ηφαιστειακού Τόξμου, σε συντονισμό με το Ενιαίο Εθνικό Δίκτυο Σεισμογράφων και τα υφιστάμενα τοπικά παρατηρητήρια σε Σαντορίνη, Μέθανα και Νίσυρο. «Με τη συνεργασία όλων των σχετιζόμενων φορέων, όπως τα ελληνικά πανεπιστήμια, το ΙΜΠΗΣ, τις τοπικές αρχές, ερευνητικούς φορείς του εξωτερικού το ΕΑΑ αποσκοπεί στη δημιουργία μιας εθνικής προσπάθειας για την παρακολούθηση των ενεργών ηφαιστείων της χώρας. Μελέτες θα ακολουθήσουν την εγκατάσταση του εξοπλισμού αναβαθμίζοντας τη γνώση για το ηφαίστειο της Σαντορίνης», υπογράμμισε.

Οι εδαφικές μετακινήσεις

Ο καθηγητής Γεωδαισίας και Τοπογραφίας του ΤΑΤΜ/ΑΠΘ Χρήστος Πικριδάς, μίλησε για την παρακολούθηση του Ηφεστείου της Σαντορίνης από τα πρώτα ενόργανα δίκτυα μέχρι τις σύγχρονες εξάρσεις (2011-2012 & 2024-2025) .

«Τα φαινόμενα του 2024-2025 παρουσιάζουν ομοιότητες με αυτά του 2011-2012. Η συνεχής παρακολούθηση είναι κρίσιμη για την έγκυρη λήψη μέτρων και έγκαιρη πρόβλεψη εξάρσεων. Το Ηφαίστειο παρακολουθείται συνεχώς», σημείωσε. Επισήμανε, δε, την ανάγκη εξειδίκευσης σε επιχειρησιακό επίπεδο του σχεδίου ΤΑΛΩΣ ιδίως σε σχέση με τις τοπικές υποδομές. «Δεν έχει γίνει καμία άσκηση εφαρμογής του μέχρι σήμερα», είπε. Αναφέρθηκε τέλος στην ανάγκη ενίσχυσης της επιστημονικής συνεργασίας των ακαδημαϊκών ερευνητικών φορέων. «Η ίδρυση από την Πολιτεία Ηφαιστειακού Παρατηρητηρίου θα επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση του ηφαιστείου, την έγκαιρη πρόβλεψη πιθανών διεγέρσεων και την άμεση ενημέρωση των αρχών και των κατοίκων, ενισχύοντας έτσι την ασφάλεια και την πολιτική προστασία. Παράλληλα θα προάγει την επιστημονική έρευνα με τη συμμετοχή όλων των φορέων», σημείωσε.

Στην παρακολούθηση της σεισμο-ηφαιστειακής έξαρσης του 2024-2025 στην περιοχή Σαντορίνης - Ανύδρου με τη χρήση δεδομένων δορυφορικών συστημάτων πλοήγησης GNSS αναφέρθηκε ο επ. Καθηγητής Γεωδαισίας και Τοπογραφίας του ΤΑΤΜ-ΑΠΘ Στέλιος Μπίθαρης.

Όπως είπε, από το 2019 το ΑΠΘ και το ΙΜΠΗΣ εγκατέστησαν σταθμούς GNSS για τη γεωδαιτική παρακολούθηση της ηφαιστειακής δραστηριότητας στη Σαντορίνη και το 2025, λειτουργούν συνολικά 32 μόνιμοι σταθμοί στην ευρύτερη περιοχή Σαντορίνης - Ανύδρου. Αναφερόμενος στην έξαρση της σεισμικότητας στην περιοχή Ανύδρου στις αρχές Φεβρουαρίου 2025, ανέφερε ότι τα δεδομένα GNSS κατέγραψαν έντονες και απότομες εδαφικές μετακινήσεις.

«Τις πρώτες ημέρες του Φεβρουαρίου παρατηρήθηκε συστηματική και ραγδαία εδαφική μετακίνηση βόρεια- ανατολικά και αλλαγή της κατακόρυφης μετακίνησης», σημείωσε ο κ. Μπίθαρης. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε παρατηρήθηκε καθίζηση στη νησίδα Άνυδρο με ρυθμό περίπου τρία μέτρα τον χρόνο και ν-δ οριζόντια μετακίνηση και συστηματική Β-Α μετακίνηση του βόρειου τμήματος της Σαντορίνης με ρυθμό περίπου 1,5 μέτρο τον χρόνο. Ο ρυθμός της παραμόρφωσης διήρκεσε περίπου δύο εβδομάδες, ενώ η εξομάλυνση ξεκίνησε στις 22 Φεβρουαρίου. Στην αρχή του φαινομένου η σταδιακή καθίζηση ήταν 3 εκατοστά σε 12 ημέρες. Στην έντονη περίοδο του φαινομένου η μέγιστη οριζόντια μετακίνηση έφτασε έως 7,5 εκατοστά σε 17 ημέρες, δηλαδή 0,4 την ημέρα και η καθίζηση 3,5 εκατοστά σε 4 ημέρες.

Στη συμβολή των δορυφορικών δεδομένων Παρατήρησης Γης στην παρακολούθηση της σεισμο-ηφαιστειακής έξαρσης του 2024-2025 στην περιοχή Σαντορίνης-Ανύδρου, αναφέρθηκε ο αν. Καθηγητής του Τμήματος Γεωλογίας Μιχάλης Φουμέλης.

Μιλώντας για τον ρόλο των δορυφορικών τεχνικών, ιδίως της διαφορικής συμβολομετρίας ραντάρ (InSAR), στην ανίχνευση παραμορφώσεων εδάφους που προηγούνται της σεισμικής έξαρσης, εξήγησε ότι όπως συνέβη το 2011, έτσι και το 2024–25, παρατηρήθηκαν παραμορφώσεις 1–2 μήνες πριν την έντονη σεισμικότητα, οι οποίες όμως δεν είναι εύκολα ερμηνεύσιμες σε πραγματικό χρόνο.

Από δορυφορικά δεδομένα (ιδίως του συστήματος Copernicus/Sentinel) και με τη χρήση δύο τροχιών (ανιούσας-καθοδικής) παρατηρήθηκε σημαντική ανύψωση στη Νέα Καμένη, κυρίως στη βόρεια πλευρά, από τα μέσα του 2024. Οι μεταβολές αυτές ήταν χαμηλής έντασης (χιλιοστά) μέχρι το καλοκαίρι του 2024, οπότε και άλλαξε η δυναμική της περιοχής.

Ο καθηγητής τόνισε η συνεχής παρακολούθηση είναι κρίσιμη, καθώς τα σημάδια προειδοποιούν και επεσήμανε την ανάγκη δημιουργίας μόνιμου παρατηρητηρίου στη Σαντορίνη, ώστε να αναγνωρίζονται μικρές, πρώιμες μεταβολές, αντί να εξαρτώνται οι επιστήμονες από περιστασιακές εκστρατείες παρακολούθησης. «Σαν επιστημονική κοινότητα είμαστε σε φάση να αναγνωρίσουμε τέτοια φαινόμενα. Η δημιουργία ενός παρατηρητηρίου ελπίζω Αυτή τη φορά να επιτευχθεί», τόνισε.

Χαιρετισμούς στην έναρξη της εκδήλωσης απηύθυναν ο πρύτανης του ΑΠΘ καθ. Χαράλαμπος Φείδας, ο πρόεδρος του Τμήματος Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών καθ. Βασίλειος Τσιούκας και ο καθ. του Τμήματος Γεωλογίας Πρόδρομος Ζάνης.

Tags
Back to top button