
Με στόχο να καλύψει το τεράστιο κενό στις στρατιωτικές της δαπάνες, η Ιταλία επιχειρεί να εντάξει την αμφιλεγόμενη γέφυρα της Μεσσήνης στο αμυντικό σχέδιο του ΝΑΤΟ, παρουσιάζοντάς την ως στρατηγική υποδομή.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει το Politico, καθώς η ιταλική κυβέρνηση καλείται να ανταποκριθεί στον νέο στόχο αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ, Ιταλοί πολιτικοί προτείνουν να εντάξουν τη γέφυρα προς τη Σικελία, κόστους 13,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, στη στρατιωτική δαπάνη.
Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, η Ρώμη συγκαταλέγεται στις χώρες του ΝΑΤΟ με τις χαμηλότερες αμυντικές δαπάνες με μόλις 1,49% του ΑΕΠ το 2023, καθιστώντας τον νέο στόχο του 5% έως το 2035 σχεδόν ανέφικτο.
Η κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι επιθυμεί να προχωρήσει με το φαραωνικό σχέδιο κατασκευής γέφυρας που θα ενώνει το Στενό της Μεσσήνης, μια υποδομή που, αν υλοποιηθεί, θα είναι η μεγαλύτερη κρεμαστή γέφυρα στον κόσμο. Πρόκειται για ένα έργο που στο παρελθόν υπήρξε όραμα των Ρωμαίων, του δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι, αλλά και του πρώην πρωθυπουργού Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Τόσο υπουργός Εξωτερικών Αντόνιο Ταγιάνι όσο και ο υπουργός Υποδομών Ματέο Σαλβίνι, που είναι και οι δύο αντιπρόεδροι της κυβέρνησης Μελόνι, υποστηρίζουν ότι η γέφυρα έχει στρατηγική αξία για το ΝΑΤΟ και όχι απλώς οικονομικό ρόλο, μια θέση που υπογραμμίστηκε και σε κυβερνητική έκθεση τον Απρίλιο.
Κυβερνητικός αξιωματούχος τόνισε ότι δεν έχει ληφθεί καμία επίσημη απόφαση σχετικά με την ταξινόμηση της γέφυρας ως έργου ασφαλείας, αλλά ανέφερε πως πιθανότατα θα ακολουθήσουν περαιτέρω συζητήσεις σύντομα για να «εκτιμηθεί πόσο ρεαλιστικό φαντάζει αυτό το ενδεχόμενο». Η ιδέα θα μπορούσε να αποδειχθεί πολιτικά χρήσιμη για τη Μελόνι, καθώς πασχίζει να πείσει την κοινή γνώμη, που είναι επιφυλακτική απέναντι στον πόλεμο για την ανάγκη μεγάλων αμυντικών δαπανών, τη στιγμή που η Ιταλία οδεύει ξανά προς τη λιτότητα.
Υπάρχουν ορισμένες βάσιμες αιτίες πάνω στις οποίες η Ιταλία θα μπορούσε να στηρίξει την επιχειρηματολογία της για τη γέφυρα. Από τον στόχο του 5% του ΑΕΠ που θέτει το ΝΑΤΟ, μόνο το 3,5% πρέπει να αφορά βασικές στρατιωτικές δαπάνες, ενώ το υπόλοιπο 1,5% μπορεί να κατευθυνθεί σε ευρύτερες στρατηγικές δαπάνες, όπως είναι οι υποδομές.
Αξιωματούχος του ιταλικού Υπουργείου Οικονομικών σημείωσε επίσης ότι η ένταξη της γέφυρας ως στρατιωτικού έργου θα μπορούσε να βοηθήσει την κυβέρνηση να ξεπεράσει ορισμένα οικονομικά και τεχνικά εμπόδια που στο παρελθόν είχαν εμποδίσει την κατασκευή της.
Για δεκαετίες, οι προσπάθειες να κατασκευαστεί η γέφυρα, με εκτιμώμενο κεντρικό άνοιγμα 3,3 χιλιομέτρων, σκοντάφτουν επανειλημμένα στο κόστος, στις δυσκολίες λειτουργίας καθώς βρίσκεται σε σεισμική ζώνη και στην απαραίτητη μετακίνηση κατοίκων.
Εφόσον η γέφυρα ενταχθεί στα αμυντικά σχέδια, θα «παρακάμψει γραφειοκρατικά εμπόδια και δικαστικές διαμάχες με τοπικές αρχές που θα μπορούσαν να προσφύγουν κατά της κυβέρνησης, υποστηρίζοντας ότι η γέφυρα θα προκαλέσει δυσανάλογη ζημιά στη γη τους», δήλωσε ο αξιωματούχος του Υπουργείου Οικονομικών. Θα «διευκολύνει επίσης την άντληση χρηματοδότησης, ειδικά μέσα στον επόμενο χρόνο, για το έργο της γέφυρας».