Ένας Γάλλος δημοσιογράφος, περνώντας από το Σεν Κεντέν, επισκέφτηκε τη διάσημη κοιμωμένη Μαργαρίτα Μπουγενβάλ, όπου, μπροστά στη σπάνια περίπτωσή της, η επιστήμη έμενε μόνο άβουλος θεατής, αδυνατώντας να εξηγήσει γιατί η γυναίκα αυτή κοιμόταν για 17 συνεχόμενα έτη.
Στην άκρη του μεγάλου, κεντρικού δρόμου του χωριού Τενέλ κατοικούσε η οικογένεια Μπουγενβάλ, σε ένα ταπεινό φτωχόσπιτο δύο μονάχα δωματίων, που φωτίζονταν αμυδρά από δύο μικρούς φεγγίτες. Εκεί μέσα, για 17 ολόκληρα χρόνια, βρισκόταν βυθισμένη σε ύπνο ληθαργικό, ανεξήγητο και ακατανόητο η Μαργαρίτα Μπουγενβάλ, που για τους υπόλοιπους κατοίκους του γραφικού χωριού ήταν η «άρρωστη».
Ο Γάλλος δημοσιογράφος ζήτησε από την οικογένειά της να δει με τα μάτια του τη Μαργαρίτα. Η μητέρα της τον οδήγησε στο δεύτερο δωματιάκι, όπου εκεί κείτονταν η αδύναμη γυναίκα, ακίνητη πάνω στο κρεβάτι της, τυλιγμένη μ’ ένα παλιό άσπρο σεντόνι, που φαινόταν σαν σάβανο. Νόμιζε κανείς πως έβλεπε πτώμα.
Το πρόσωπό της ήταν λιπόσαρκο, ωχρό, σάπιο κίτρινο. Μια τριμμένη και πολυκαιρισμένη σκούφια περιέβαλε τα μαλλιά της, ενώ κανένας συριγμός, καμιά αναπνοή δεν ξέφευγε από τα μισάνοιχτα χείλη της. Τα ημίκλειστα βλέφαρά της άφηναν μια υποψία βλέμματος, κενού όμως, παγερού και αόριστου.
Μα, πέρα από τη νεκρική εικόνα της, η Μαργαρίτα ήταν ζωντανή. Ζούσε με αυτόν τον τρόπο για 17 χρόνια, χωρίς ποτέ να κάνει την παραμικρή κίνηση ή να ψελλίσει έστω κι έναν λόγο, μια συλλαβή. Η καρδιά της παλλόταν ασθενώς, η αναπνοή της ήταν εξασθενημένη, αλλά το σώμα της παρέμενε θερμό και τα μέλη της δεν ήταν άκαμπτα.
Η ηλικιωμένη μητέρα της ανέφερε στον κατάπληκτο δημοσιογράφο πως «όλες οι ιατρικές εξοχότητες είχαν περάσει από το σπίτι τους και εξέτασαν τη Μαργαρίτα, αλλά κανείς τους δεν κατόρθωσε να την ξυπνήσει. Προσπάθησαν να της δώσουν τροφή από το στόμα, αλλά τα σαγόνια της ήταν τόσο σφιχτά, ώστε της έσπασαν ένα δόντι. Για να τη συντηρώ ζωντανή, με συμβούλεψαν να της κάνω κλύσματα κάθε δυο μέρες με πεπτόνη και κρόκους αυγών».
Όλο το χωριό γνώριζε την ιστορία της «άρρωστης». Το 1883, όταν η Μαργαρίτα ήταν 20 ετών και εργαζόταν ως ράφτρα, απέκτησε παιδί εκτός γάμου, το οποίο, όμως, πέθανε κατά τον τοκετό. Αμέσως, οι «κακές γλώσσες» έπλασαν συκοφαντίες, οι οποίες κατέληξαν στα «αυτιά» της τοπικής δικαστικής αρχής. Διατάχθηκε ανάκριση και οι χωροφύλακες πραγματοποίησαν κατ’ οίκον έρευνα. Μόλις η Μαργαρίτα τους είδε να εισέρχονται στο σπίτι της, περιέπεσε σε παροξυσμό και από τότε έμεινε στην ίδια, ακατανόητη κατάσταση.
Οι πλέον διακεκριμένοι ιατροί της Σχολής των Παρισίων ασχολήθηκαν με την περίπτωσή της για πάνω από δέκα χρόνια. Η επιστήμη έχασκε ανίσχυρη μπροστά σε αυτό το αλλόκοτο μυστήριο, που έμελλε πολλά χρόνια αργότερα να τη συγκαταλέξουν στο περίφημο Kleine-Levin Syndrome ή ευρέως γνωστό ως «Σύνδρομο της Ωραίας Κοιμωμένης».
Το «Σύνδρομο της Ωραίας Κοιμωμένης» είναι μια σπάνια διαταραχή ύπνου, που χαρακτηρίζεται από υπερυπνηλία, γνωστικές διαταραχές και έντονη κυκλοθυμία.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΣΚΡΙΠ», στις 05/09/1900…