Ο Μικελάντζελο ντι Λοντοβίκο Μπουοναρότι Σιμόνι, γνωστός τοις πάσι ως Μιχαήλ Άγγελος, ήταν ένας από τους κορυφαίους καλλιτέχνες της Αναγγέννησης, που σήμερα αναγνωρίζεται ως ένα από τους σπουδαιότερους δημιουργούς στην ιστορία της Τέχνης.
Πρόκειται για τον μοναδικό καλλιτέχνη της εποχής του η βιογραφία του οποίου κυκλοφόρησε πριν από το θάνατό του, στους Βίους του Τζόρτζιο Βαζάρι, ο οποίος τον αποκαλούσε με το προσωνύμιο «Θεϊκός» (Il Divino), τοποθετώντας τον έτσι στην κορυφή των καλλιτεχνών.
Μεταξύ των δημοφιλέστερων έργων του που στέκουν αγέρωχα στο πέρασμα των αιώνων εντυπωσιάζοντας μέχρι σήμερα το κοινό, οι περίφημες νωπογραφίες στην Καπέλα Σιξτίνα, το παπικό παρεκκλήσιο του Βατικανού, το άγαλμα του Δαβίδ, από τα πιο γνωστά αγάλματα στην ιστορία της γλυπτικής- σύμβολο της δύναμης και της νεανικής ομορφιάς και φυσικά η υπέροχη Πιετά (Αποκαθήλωση), το πρώτο έργο του καλλιτέχνη που ήταν τότε λίγο μεγαλύτερος από 20 χρόνων και το μοναδικό που έχει υπογράψει -ίσως ένα από τα σπουδαιότερα έργα τέχνης του δυτικού κόσμου- που φιλοξενείται στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου, στη Ρώμη.
Αυτό, ωστόσο, που σίγουρα προκαλεί το ενδιαφέρον όλων, είναι το πώς ξεκίνησε αυτή η σπουδαία καριέρα για τον Ιταλό γλύπτη, ζωγράφο και αρχιτέκτονα. Θα έλεγε κανείς ότι το ξεκίνημά του, λοιπόν, ήταν μάλλον επεισοδιακό, καθώς όπως αναφέρει το history.com, όλη η καριέρα του οφείλεται σε μία απάτη. Και μάλιστα μια απάτη που διέπραξε ο ίδιος.
Στα πρώτα του βήματα, λοιπόν, ο Μιχαήλ Άγγελος χάραξε ένα, χαμένο σήμερα, άγαλμα του Έρωτα στο ύφος των αρχαίων Ελλήνων. Αφού είδε το δημιούργημά του ο προστάτης του Lorenzo di Pierfrancesco de ’Medici, του πρότεινε να συμμετάσχει σε μια μικρή απάτη. «Αν μπορούσες να το κάνεις να φαίνεται ότι ήταν θαμμένο θα μπορούσα να το στείλω στη Ρώμη, να περάσει ως αντίκα και θα το πουλούσες σε πολύ μεγαλύτερη τιμή».
Ο Μιχαήλ Άγγελος συμφώνησε, και ο ψεύτικος Έρως πωλήθηκε στον Καρδινάλιο Ραφαέλη Ριάριο με το πρόσχημα ότι ήταν ένα προσφάτως ανακτημένο αρχαιολογικό εύρημα.
Ο Ριάριο αργότερα ενημερώθηκε για την απάτη και πήρε τα χρήματά του πίσω, αλλά ήταν τόσο εντυπωσιασμένος από την ικανότητα του Μιχαήλ Άγγελου που τον προσκάλεσε στη Ρώμη για μια κατ’ ιδίαν συνάντηση.
Ο νεαρός γλύπτης θα παρέμενε για τα επόμενα χρόνια της ζωής του στη Ρώμη, κερδίζοντας τελικά μια καλή ανταμοιβή για να φιλοτεχνήσει το «Πιετά», το έργο που έκανε το όνομα του ευρέως γνωστό και τον καθιέρωσε στο πάνθεον των σημαντικότερων καλλιτεχνών όχι μόνο της Αναγέννησης, αλλά της Τέχνης γενικότερα.